Ιστορικά στοιχεία για την περιοχή και των οκτώ δημοτικών διαμερισμάτων του ενιαίου, εδώ και δέκα τέσσερα χρόνια, δήμου Θερμαϊκού, παραθέτουμε στη συνέχεια. Ενός δήμου με αλματώδη αύξηση του πληθυσμού και τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης, προς όφελος των κατοίκων του, που όμως δεν αξιοποιήθηκαν μέχρι τώρα από δημοτικές αρχές κατώτερες των περιστάσεων.
Γεωγραφικά, διοικητικά και ιστορικά χαρακτηριστικά
Ο Δήμος Θερμαϊκού βρίσκεται ανατολικά του πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης, έχει έκταση 131,36 τ.χλμ. και μόνιμος πραγματικό πληθυσμό 50.264 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2011, αν και ο πληθυσμός τους καλοκαιρινούς μήνες υπερδιπλασιάζεται. Έδρα του δήμου είναι η Περαία και ιστορική έδρα η Επανομή.
Ο μόνιμος πληθυσμός του δήμου έχει αυξηθεί αλματωδώς την τελευταία εικοσαετία (πάνω από 157%), καθώς πολλοί από τους οικισμούς του έχουν μετατραπεί από παραθεριστικά κέντρα σε προάστια της συμπρωτεύουσας. Συγκεκριμένα, ο πληθυσμός των 19.492 μόνιμων κατοίκων της απογραφής του 1991 παρουσίασε αύξηση 90,47% μέσα σε μία δεκαετία, για να φτάσει τους 37.126 κατοίκους στην απογραφή του 2001, και συνέχισε με περαιτέρω αύξηση σχεδόν 35% την επόμενη δεκαετία, για να φτάσει στους περίπου 50.264 μόνιμους κατοίκους σύμφωνα με την απογραφή πληθυσμού του 2011.
Θεμελιώδες χαρακτηριστικό του Δήμου Θερμαϊκού, αποτελεί η ύπαρξη της παραθαλάσσιας ζώνης, η οποία σφραγίζει την περιβαλλοντική ταυτότητά του, προσδιορίζει τα αναπτυξιακά χαρακτηριστικά του και εν γένει σηματοδοτεί τη γενικότερη αναπτυξιακή προοπτική του στην κατεύθυνση της βιώσιμης και αειφόρου ανάπτυξης.
Ο Δήμος Θερμαϊκού δημιουργήθηκε σύμφωνα με το Νόμο 3852/2010 (ΦΕΚ 87/07-06-2010), «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης − Πρόγραμμα Καλλικράτης», με έδρα την Περαία αποτελούμενος από τους μέχρι τότε Δήμους Θερμαϊκού, Επανομής και Μηχανιώνας, οι οποίοι καταργήθηκαν.
Περαία, Αγία Τριάδα, Νέοι Επιβάτες
Η ιστορία της περιοχής ξεκινάει το 1923 οπότε και εγκαταστάθηκαν 1.754 πρόσφυγες από τα παράλια της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης. Οι πρώτοι κάτοικοι που ήρθαν μετά από τη Μικρασιατική Καταστροφή, δημιούργησαν τρεις συνοικισμούς: την Αγία Τριάδα, τους Νέους Επιβάτες και την Περαία.
Η Περαία εκείνη την εποχή ήταν στην ιδιοκτησία ενός τούρκου Μπέη, όπου αρχικά εγκαταστάθηκαν 204 οικογένειες (132 από τη Δυτική Μικρά Ασία και 72 από την Ανατολική Θράκη), συνολικά 740 άτομα. Η καταγωγή των προσφύγων από δύο διαφορετικές περιοχές είχε σαν αποτέλεσμα να υπάρξουν διαφωνίες για το όνομα που θα δινόταν στον προσφυγικό συνοικισμό. Ο τότε Διευθυντής Εποικισμού Μακεδονίας πρότεινε την σημερινή ονομασία και μετά από μια κλήρωση των 3 προτεινόμενων ονομάτων, από την κληρωτίδα βγήκε το όνομα Περαία. Με την απογραφή του 2011 η Περαία είχε 18.546 κατοίκους.
Οι Νέοι Επιβάτες, βρίσκονται δυτικά της Περαίας και κατά μήκος της Παραλίας. Την εποχή εκείνη ήταν τούρκικο τσιφλίκι και λεγόταν Μπαξέ Τσιφλίκι. Εκεί κατέφυγαν 159 οικογένειες (631 άτομα), όλες προερχόμενες από τους Επιβάτες, που ήταν παράλια πόλη στα βόρεια της Προποντίδας, και έδωσαν και το όνομα Νέοι Επιβάτες στον συνοικισμό τους, αν και δεν έπαψε ποτέ να είναι σε χρήση και η δεύτερη ονομασία Μπαξέ Τσιφλίκι, τόσο από τους Επιβατιανούς όσο και από τους παλιούς Θεσσαλονικείς. Οι Νέοι Επιβάτες ήδη από το 1928 αποτελούσαν πόλο έλξης παραθέρισης των Θεσσαλονικέων. Σ' αυτό βοηθούσε πάρα πολύ το ότι οι πρόσφυγες φρόντισαν να κάνουν αμέσως μετά την εγκατάστασή τους, έναν ξύλινο λιμένα, και η τακτική συγκοινωνία με καραβάκια (Από τους Ν. Επιβάτες κατά τον μεσοπόλεμο ξεκινούσαν καθημερινά 5 πλεούμενα).
Η Αγία Τριάδα τέλος, βρίσκεται δυτικά των Ν. Επιβατών και κατά μήκος της παραλίας. Στο χώρο αυτό, που τότε ονομαζόταν "Λευκή Βρύση", εγκαταστάθηκαν 40 οικογένειες από το Ξάστερο και 45 οικογένειες από το Οικονομειό, που βρισκόταν πολύ κοντά στους Επιβάτες.
Νέα Μηχανιώνα
Ο οικισμός της Ν. Μηχανιώνας ιδρύθηκε το 1923 στα πλαίσια της ανταλλαγής πληθυσμών από πρόσφυγες προερχόμενους στην πλειοψηφία τους από την περιοχή του Κυζίκου στην Προποντίδα. Αυτή η πρώτη εγκατάσταση πραγματοποιήθηκε σε έκταση 450 περίπου στρεμμάτων. Το 1931 με τη διανομή γεωργικής γης ενσωματώθηκαν επιπλέον άλλα 50 στρέμματα στον οικισμό. Το 1948 εγκρίθηκε ρυμοτομικό σχέδιο σε έκταση 650 περίπου στρεμμάτων, ακολουθώντας σε γενικές γραμμές την ήδη διαμορφωμένη κατάσταση της δομημένης περιοχής και επεκτάθηκε στα ήδη διανεμημένα αγροτεμάχια.
H περιοχή της Μηχανιώνας, μέχρι και το 1926 υπαγότανε διοικητικά στην Κοινότητα της Επανομής. Στη συνέχεια αποτέλεσε ξεχωριστή κοινότητα η οποία συμπεριλάμβανε και τους οικισμούς της Ν. Κερασιάς και Αγγελοχωρίου. Αρχικά λοιπόν τα όρια της Κοινότητας Ν. Μηχανιώνας ταυτιζότανε με τα όρια του «Καποδιστριακού» Δήμου της Μηχανιώνας. Στη συνέχεια οι οικισμοί του Αγγελοχωρίου και της Ν. Κερασιάς αποτέλεσαν ξεχωριστές διοικητικές ενότητες (κοινότητες). Από 1 Ιανουαρίου 1994 η Κοινότητα της Ν. Μηχανιώνας μετατράπηκε σε Δήμο καθώς ξεπέρασε τους 5000 κατοίκους. Από 1 Ιανουαρίου 1995 υπήρξε εθελούσια συνένωση μεταξύ του Δήμου Μηχανιώνας και της Κοινότητας της Κερασιάς. Με τον Ν. 2539/97 συστάθηκε ο νέος Δήμος Μηχανιώνας και υφίσταται διοικητικά από την 1 Ιανουαρίου 1999. Στο νέο Δήμο συνενώθηκαν ο πρώην Δήμος Ν. Μηχανιώνας (ο οποίος συμπεριλάμβανε ήδη και την Κερασιά) και η Κοινότητα Αγγελοχωρίου. Στην απογραφή του 2011 η Νέα Μηχανιώνα είχε 8.775 κατοίκους.
Η ευρύτερη περιοχή κατοικείται τουλάχιστον από τα προϊστορικά χρόνια, γεγονός που μαρτυρεί μια σειρά από «τούμπες» που υψώνονται από το Μεγάλο Έμβολο ως την Καλλικράτεια. Από τις τούμπες αυτές, εντός των διοικητικών ορίων του Δήμου Μηχανιώνας, περιλαμβάνεται η τούμπα της Τάμπιας που ορθώνεται στην απόκρημνη ακτή πάνω από τον υδροβιότοπο της Αλυκής. Η θέση της ταυτίζεται με τη θέση της πόλης «Αίνεια», η οποία υπήρξε σημαντική πόλη κατά τους ιστορικούς χρόνους.
Η αρχαία Αίνεια
Σύμφωνα με τη μυθολογία, ιδρύθηκε από φυγάδες Τρώες που έφτασαν στην περιοχή καθοδηγούμενοι από τον Αινεία. Τον 6ο και 5ο αιώνα π.χ. έκοψε αργυρά νομίσματα (από τα παλιότερα και πιο σπουδαία του Μακεδονικού χώρου) ακολουθώντας τον Ευβοϊκό κανόνα, ενώ ανήκε στην Αθηναϊκή Συμμαχία. Κάτοικοι της Αίνειας συμμετείχαν στην ίδρυση της Θεσσαλονίκης και η πόλη συνέχισε για ενάμιση ακόμα αιώνα την ακμάζουσα πορεία της.
Οι αρχαιολογικές ενδείξεις μαρτυρούν τη συνέχιση της οίκησης στην ευρύτερη περιοχή κατά τη ρωμαϊκή, παλαιοχριστιανική και πρώιμη βυζαντινή εποχή. Στην κυρίως βυζαντινή εποχή η περιοχή του Μεγάλου Εμβόλου υπάγεται στο «Κατεπανίκον» της Καλαμαριάς και κυριότερο οικισμό της εποχής αποτελεί η Επανομή. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, εντοπίζονται οι σημερινοί οικισμοί της Ν. Κερασιάς και του Αγγελοχωρίου, οι οποίοι ανήκαν στην κατηγορία των τιμαριώτικων οικισμών.
Η Νέα Κερασιά, ιδρύθηκε επίσης στα πλαίσια της ανταλλαγής των πληθυσμών το 1923 από την Κερασιά της Ανατολικής Θράκης, με αποτέλεσμα το 1928 στην απογραφή να καταγραφούν 263 κάτοικοι. Ο οικισμός που δημιουργήθηκε ονομάστηκε αρχικά Καραμπουρνού, μετονομάστηκε το 1926 σε Μεγάλο Έμβολο και από το 1979 μετονομάστηκε σε Ν. Κερασιά. Η ρυμοτομική οργάνωση του οικισμού είχε διαμορφωθεί ήδη με την αρχική εγκατάσταση, παρόλο που το σχέδιο της διανομής κυρώθηκε το 1967, οπότε και δόθηκαν τίτλοι στους δικαιούχους. Το 1986 καθορίστηκε διευρυμένο όριο οικισμού, στο σχήμα του οποίου γίνεται φανερή η επίδραση της άναρχης δόμησης στην περιοχή. Η Ν. Κερασιά το 1995 ενοποιήθηκε με τη Ν. Μηχανιώνα και αποτέλεσαν έναν ενιαίο Δήμο.
Το Αγγελοχώρι ιδρύθηκε και αυτό κατά την ανταλλαγή πληθυσμών του 1923, αλλά οι περισσότερες από τις 740 οικογένειες του αρχικού οικισμού διασκορπίστηκαν σε άλλους οικισμούς του Νομού Θεσσαλονίκης, αλλά και των Νομών Καβάλας, Ημαθίας και Χαλκιδικής. Το Αγγελοχώρι αρχικά ανήκε διοικητικά στην Κοινότητα της Επανομής από το 1918 έως το 1926 όταν αποσπάστηκε μαζί με τη Ν. Μηχανιώνα και τη Ν. Κερασιά και αποτέλεσαν την Κοινότητα της Ν. Μηχανιώνας (ΠΔ. 16.6.26, ΦΕΚ Α΄217/1926). Στη συνέχεια το 1951 το Αγγελοχώρι αποτέλεσε ξεχωριστή κοινότητα, ενώ με το νόμο 2539/97 για τη συγκρότηση της πρωτοβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης, ιδρύθηκε ο νέος Δήμος Μηχανιώνας με έδρα τη Ν. Μηχανιώνα και υπαγωγή σε αυτόν των τριών οικισμών της Ν. Μηχανιώνας, της Ν. Κερασιάς και του Αγγελοχωρίου, καθώς και των περιοχών τους. Στα πλαίσια της ανταλλαγής πληθυσμών του 1923, εγκαταστάθηκαν στο Αγγελοχώρι 75 οικογένειες από τον ομώνυμο οικισμό στον Ελλήσποντο και 8 οικογένειες από διάφορα μέρη της Μικράς Ασίας.
H Επανομή
Το 1918 ιδρύθηκε η Κοινότητα της Επανομής, η ιστορία της οποίας χάνεται στα βάθη των αιώνων.
Στην περιοχή της Επανομής έχουν βρεθεί πολλά αρχαιολογικά ευρήματα που αναφέρονται κυρίως στα παλαιοχριστιανικά και πρωτοχριστιανικά χρόνια. Από τους σπουδαιότερους αρχαιολογικούς χώρους είναι το νεκροταφείο στη θέση Λιμόρι, το οποίο εντοπίστηκε βορειοδυτικά της Επανομής. Πρόκειται για οργανωμένο παλαιοχριστιανικό χώρο ταφής ο οποίος ήταν σε χρήση όλο τον 4ο και το πρώτο μισό του 5ου μ.χ. αιώνα.
Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως 42 τάφους διαφόρων κατηγοριών, μέσα και γύρω από τους οποίους βρέθηκαν αρκετά σκεύη, αγγεία, κοσμήματα, αλλά και νομίσματα που χρονολογούνται από το τέλος του 2ου μέχρι τις αρχές του 5ου αιώνα. Ανατολικά του νεκροταφείου στο Λιμόρι, στη θέση Μπγιαδούδι, ήρθαν στο φως τα ερείπια μιας τρίκλιτης παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Ο ναός διέθετε πλούσιο γλυπτό αρχιτεκτονικό διάκοσμο, με πολύχρωμα μάρμαρα και ψηφιδωτά με φύλλα χρυσού και αργύρου.
Τρία χιλιόμετρα νότια της Επανομής βρίσκονται τα Κριτζιανά, ένα από τα τέσσερα μεγάλα μετόχια της Μονής της Αγίας Αναστασίας. Το χωριό αναφέρεται για πρώτη φορά σε έγγραφο της Μονής της Αγίας Λαύρας το 1110. Δυστυχώς δεν υπάρχουν καταγεγραμμένα στοιχεία για τον τοπικό πληθυσμό ή την έκταση των Κριτζιανών. Το βέβαιο είναι ότι το 1530, τα Κριτζιανά υπάγονται ήδη στο Μετόχι της Αγίας Αναστασίας.
Με την πάροδο των ετών το χωριό Κριτζιανά εξαφανίστηκε, χωρίς να έχει εντοπιστεί η ακριβής του θέση, η οποία το πιο πιθανό είναι να βρισκόταν στο σημερινό μετόχι της Αγίας Αναστασίας. Το μετόχι είναι χτισμένο με οχυρωματικό τρόπο, καθώς την εποχή που κατασκευάστηκε, οι πειρατικές επιδρομές ήταν συχνό φαινόμενο στην περιοχή. Στην απογραφή του 2011 η Επανομή είχε 8.979 κατοίκους.
Το Μεσημέρι
Τα αρχαιολογικά ευρήματα που εντοπίστηκαν στο Μεσημέρι, κυρίως οι τρεις Μακεδονικοί τάφοι, αλλά και τα ερείπια βασιλικής που βρέθηκαν στην τούμπα του Αγίου Κωνσταντίνου και που χρονολογούνται στην Εποχή του Σιδήρου, καθώς και στην τούμπα Κοτζιά, στα βόρεια όρια του σύγχρονου οικισμού του Μεσημερίου, μαρτυρούν την μακραίωνη ιστορία της περιοχής.
Σύμφωνα με τους ερευνητές Γραμμένο και Heurtley, η πρώτη εγκατάσταση ανθρώπων στην περιοχή έγινε στην όψιμη νεολιθική εποχή. Ο πρώτος οικισμός αριθμούσε 12 σπίτια. Ως την πρώϊμη εποχή του χαλκού, καταστράφηκε και ξαναχτίστηκε άλλες 5 φορές. Ο οικισμός αυτός, κατά τους ερευνητές Ασλάνη και Καστανά, θεωρείται ο παλαιότερος στη Μακεδονία.
Στα βυζαντινά χρόνια το Μεσημέρι υπάγονταν γεωγραφικά και διοικητικά στο Καπετανίκιον της Καλαμαρίας, που είναι η περιοχή από Καραμπουρνάκι-Χορτιάτη-Αγ.Πρόδρομο-Αγ.Μάμα-Ισθμό Κασσάνδρας-Θερμαϊκό-Καραμπουρνάκι.
Σύμφωνα με πληροφορίες περιηγητών του 19ου και 20ου αιώνα, το Μεσημέρι ήταν μεικτός οικισμός χριστιανών και μουσουλμάνων, ενώ υπήρχε τζαμί. (Αικατερίνη Κούσουλα στο «Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη 12, 1998», Θεσσαλονίκη 2000.
Στην επανάσταση του 1821 υπό τον Εμμανουήλ Παπά, έλαβαν μέρος το Μάϊο του 1821 η Επανομή με το Μεσημέρι, με αρχηγό τον Κωνσταντίνο Δουμπιώτη.
Από το 1918, το Μεσημέρι ήταν συνοικισμός της Επανομής. Ο πληθυσμός του Μεσημερίου, αυξήθηκε σημαντικά μετά το 1922, όταν εγκαταστάθηκαν εκείγες από τον Πόντο και την Ανατωλική Ρωμυλία.
Το Μεσημέρι, αποσπάστηκε από την κοινότητα Επανομής και έγινε ανεξάρτητη κοινότητα το 1946 με έκταση 11.913 στρέμματα (Εφημερίδα της Κυβερνήσεως Α, 217/1946, Β.Δ. 4-5-1946. Εκείνη την εποχή, είχε 551 κατοίκους. Ανεξάρτητη κοινότητα παρέμεινε μέχρι το 1998, οπότε με τον «Καποδίστρια» εντάχθηκε στο δήμο Επανομής και στη συνέχεια με τον "Καλλικράτη" στο Δήμο Θερμαϊκού.
Γεωγραφικά, διοικητικά και ιστορικά χαρακτηριστικά
Ο Δήμος Θερμαϊκού βρίσκεται ανατολικά του πολεοδομικού συγκροτήματος της Θεσσαλονίκης, έχει έκταση 131,36 τ.χλμ. και μόνιμος πραγματικό πληθυσμό 50.264 κατοίκους, σύμφωνα με την απογραφή του 2011, αν και ο πληθυσμός τους καλοκαιρινούς μήνες υπερδιπλασιάζεται. Έδρα του δήμου είναι η Περαία και ιστορική έδρα η Επανομή.
Ο μόνιμος πληθυσμός του δήμου έχει αυξηθεί αλματωδώς την τελευταία εικοσαετία (πάνω από 157%), καθώς πολλοί από τους οικισμούς του έχουν μετατραπεί από παραθεριστικά κέντρα σε προάστια της συμπρωτεύουσας. Συγκεκριμένα, ο πληθυσμός των 19.492 μόνιμων κατοίκων της απογραφής του 1991 παρουσίασε αύξηση 90,47% μέσα σε μία δεκαετία, για να φτάσει τους 37.126 κατοίκους στην απογραφή του 2001, και συνέχισε με περαιτέρω αύξηση σχεδόν 35% την επόμενη δεκαετία, για να φτάσει στους περίπου 50.264 μόνιμους κατοίκους σύμφωνα με την απογραφή πληθυσμού του 2011.
Θεμελιώδες χαρακτηριστικό του Δήμου Θερμαϊκού, αποτελεί η ύπαρξη της παραθαλάσσιας ζώνης, η οποία σφραγίζει την περιβαλλοντική ταυτότητά του, προσδιορίζει τα αναπτυξιακά χαρακτηριστικά του και εν γένει σηματοδοτεί τη γενικότερη αναπτυξιακή προοπτική του στην κατεύθυνση της βιώσιμης και αειφόρου ανάπτυξης.
Ο Δήμος Θερμαϊκού δημιουργήθηκε σύμφωνα με το Νόμο 3852/2010 (ΦΕΚ 87/07-06-2010), «Νέα Αρχιτεκτονική της Αυτοδιοίκησης και της Αποκεντρωμένης Διοίκησης − Πρόγραμμα Καλλικράτης», με έδρα την Περαία αποτελούμενος από τους μέχρι τότε Δήμους Θερμαϊκού, Επανομής και Μηχανιώνας, οι οποίοι καταργήθηκαν.
Περαία, Αγία Τριάδα, Νέοι Επιβάτες
Η ιστορία της περιοχής ξεκινάει το 1923 οπότε και εγκαταστάθηκαν 1.754 πρόσφυγες από τα παράλια της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης. Οι πρώτοι κάτοικοι που ήρθαν μετά από τη Μικρασιατική Καταστροφή, δημιούργησαν τρεις συνοικισμούς: την Αγία Τριάδα, τους Νέους Επιβάτες και την Περαία.
Πριν το 1923, κοντά στην Περαία, στην περιοχή μεταξύ Περαίας και του αεροδρομίου Μακεδονίας, υπήρχε ο οικισμός Λειβαδίκι. Η Περαία μαζί με τους Ν.Επιβάτες και την Αγ. Τριάδα αρχικά ανήκαν στην Επανωμή και έγινε ξεχωριστή κοινότητα το 1926. Στις μέρες μας πλέον, με το σχέδιο «Καποδίστριας» ενοποιήθηκαν και πάλι στον λεγόμενο «δήμο Θερμαϊκού».
Η παραλία της Περαίας εκτείνεται σε 7,4 χιλιόμετρα και αποτελεί το σημαντικότερο στοιχείο φυσικής ομορφιάς της περιοχής, γεγονός που εξηγεί γιατί η Περαία, οι Νέοι Επιβάτες και η Αγία Τριάδα, πολύ πριν τη Χαλκιδική, αποτελούσαν για αρκετές δεκαετίες τα αγαπημένα, παραθεριστικά θέρετρα των Θεσσαλονικέων.
Οι Νέοι Επιβάτες, βρίσκονται δυτικά της Περαίας και κατά μήκος της Παραλίας. Την εποχή εκείνη ήταν τούρκικο τσιφλίκι και λεγόταν Μπαξέ Τσιφλίκι. Εκεί κατέφυγαν 159 οικογένειες (631 άτομα), όλες προερχόμενες από τους Επιβάτες, που ήταν παράλια πόλη στα βόρεια της Προποντίδας, και έδωσαν και το όνομα Νέοι Επιβάτες στον συνοικισμό τους, αν και δεν έπαψε ποτέ να είναι σε χρήση και η δεύτερη ονομασία Μπαξέ Τσιφλίκι, τόσο από τους Επιβατιανούς όσο και από τους παλιούς Θεσσαλονικείς. Οι Νέοι Επιβάτες ήδη από το 1928 αποτελούσαν πόλο έλξης παραθέρισης των Θεσσαλονικέων. Σ' αυτό βοηθούσε πάρα πολύ το ότι οι πρόσφυγες φρόντισαν να κάνουν αμέσως μετά την εγκατάστασή τους, έναν ξύλινο λιμένα, και η τακτική συγκοινωνία με καραβάκια (Από τους Ν. Επιβάτες κατά τον μεσοπόλεμο ξεκινούσαν καθημερινά 5 πλεούμενα).
Η Αγία Τριάδα τέλος, βρίσκεται δυτικά των Ν. Επιβατών και κατά μήκος της παραλίας. Στο χώρο αυτό, που τότε ονομαζόταν "Λευκή Βρύση", εγκαταστάθηκαν 40 οικογένειες από το Ξάστερο και 45 οικογένειες από το Οικονομειό, που βρισκόταν πολύ κοντά στους Επιβάτες.
Ο οικισμός της Ν. Μηχανιώνας ιδρύθηκε το 1923 στα πλαίσια της ανταλλαγής πληθυσμών από πρόσφυγες προερχόμενους στην πλειοψηφία τους από την περιοχή του Κυζίκου στην Προποντίδα. Αυτή η πρώτη εγκατάσταση πραγματοποιήθηκε σε έκταση 450 περίπου στρεμμάτων. Το 1931 με τη διανομή γεωργικής γης ενσωματώθηκαν επιπλέον άλλα 50 στρέμματα στον οικισμό. Το 1948 εγκρίθηκε ρυμοτομικό σχέδιο σε έκταση 650 περίπου στρεμμάτων, ακολουθώντας σε γενικές γραμμές την ήδη διαμορφωμένη κατάσταση της δομημένης περιοχής και επεκτάθηκε στα ήδη διανεμημένα αγροτεμάχια.
H περιοχή της Μηχανιώνας, μέχρι και το 1926 υπαγότανε διοικητικά στην Κοινότητα της Επανομής. Στη συνέχεια αποτέλεσε ξεχωριστή κοινότητα η οποία συμπεριλάμβανε και τους οικισμούς της Ν. Κερασιάς και Αγγελοχωρίου. Αρχικά λοιπόν τα όρια της Κοινότητας Ν. Μηχανιώνας ταυτιζότανε με τα όρια του «Καποδιστριακού» Δήμου της Μηχανιώνας. Στη συνέχεια οι οικισμοί του Αγγελοχωρίου και της Ν. Κερασιάς αποτέλεσαν ξεχωριστές διοικητικές ενότητες (κοινότητες). Από 1 Ιανουαρίου 1994 η Κοινότητα της Ν. Μηχανιώνας μετατράπηκε σε Δήμο καθώς ξεπέρασε τους 5000 κατοίκους. Από 1 Ιανουαρίου 1995 υπήρξε εθελούσια συνένωση μεταξύ του Δήμου Μηχανιώνας και της Κοινότητας της Κερασιάς. Με τον Ν. 2539/97 συστάθηκε ο νέος Δήμος Μηχανιώνας και υφίσταται διοικητικά από την 1 Ιανουαρίου 1999. Στο νέο Δήμο συνενώθηκαν ο πρώην Δήμος Ν. Μηχανιώνας (ο οποίος συμπεριλάμβανε ήδη και την Κερασιά) και η Κοινότητα Αγγελοχωρίου. Στην απογραφή του 2011 η Νέα Μηχανιώνα είχε 8.775 κατοίκους.
Η ευρύτερη περιοχή κατοικείται τουλάχιστον από τα προϊστορικά χρόνια, γεγονός που μαρτυρεί μια σειρά από «τούμπες» που υψώνονται από το Μεγάλο Έμβολο ως την Καλλικράτεια. Από τις τούμπες αυτές, εντός των διοικητικών ορίων του Δήμου Μηχανιώνας, περιλαμβάνεται η τούμπα της Τάμπιας που ορθώνεται στην απόκρημνη ακτή πάνω από τον υδροβιότοπο της Αλυκής. Η θέση της ταυτίζεται με τη θέση της πόλης «Αίνεια», η οποία υπήρξε σημαντική πόλη κατά τους ιστορικούς χρόνους.
Η αρχαία Αίνεια
Σύμφωνα με τη μυθολογία, ιδρύθηκε από φυγάδες Τρώες που έφτασαν στην περιοχή καθοδηγούμενοι από τον Αινεία. Τον 6ο και 5ο αιώνα π.χ. έκοψε αργυρά νομίσματα (από τα παλιότερα και πιο σπουδαία του Μακεδονικού χώρου) ακολουθώντας τον Ευβοϊκό κανόνα, ενώ ανήκε στην Αθηναϊκή Συμμαχία. Κάτοικοι της Αίνειας συμμετείχαν στην ίδρυση της Θεσσαλονίκης και η πόλη συνέχισε για ενάμιση ακόμα αιώνα την ακμάζουσα πορεία της.
Οι αρχαιολογικές ενδείξεις μαρτυρούν τη συνέχιση της οίκησης στην ευρύτερη περιοχή κατά τη ρωμαϊκή, παλαιοχριστιανική και πρώιμη βυζαντινή εποχή. Στην κυρίως βυζαντινή εποχή η περιοχή του Μεγάλου Εμβόλου υπάγεται στο «Κατεπανίκον» της Καλαμαριάς και κυριότερο οικισμό της εποχής αποτελεί η Επανομή. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, εντοπίζονται οι σημερινοί οικισμοί της Ν. Κερασιάς και του Αγγελοχωρίου, οι οποίοι ανήκαν στην κατηγορία των τιμαριώτικων οικισμών.
Η Νέα Κερασιά, ιδρύθηκε επίσης στα πλαίσια της ανταλλαγής των πληθυσμών το 1923 από την Κερασιά της Ανατολικής Θράκης, με αποτέλεσμα το 1928 στην απογραφή να καταγραφούν 263 κάτοικοι. Ο οικισμός που δημιουργήθηκε ονομάστηκε αρχικά Καραμπουρνού, μετονομάστηκε το 1926 σε Μεγάλο Έμβολο και από το 1979 μετονομάστηκε σε Ν. Κερασιά. Η ρυμοτομική οργάνωση του οικισμού είχε διαμορφωθεί ήδη με την αρχική εγκατάσταση, παρόλο που το σχέδιο της διανομής κυρώθηκε το 1967, οπότε και δόθηκαν τίτλοι στους δικαιούχους. Το 1986 καθορίστηκε διευρυμένο όριο οικισμού, στο σχήμα του οποίου γίνεται φανερή η επίδραση της άναρχης δόμησης στην περιοχή. Η Ν. Κερασιά το 1995 ενοποιήθηκε με τη Ν. Μηχανιώνα και αποτέλεσαν έναν ενιαίο Δήμο.
Το Αγγελοχώρι ιδρύθηκε και αυτό κατά την ανταλλαγή πληθυσμών του 1923, αλλά οι περισσότερες από τις 740 οικογένειες του αρχικού οικισμού διασκορπίστηκαν σε άλλους οικισμούς του Νομού Θεσσαλονίκης, αλλά και των Νομών Καβάλας, Ημαθίας και Χαλκιδικής. Το Αγγελοχώρι αρχικά ανήκε διοικητικά στην Κοινότητα της Επανομής από το 1918 έως το 1926 όταν αποσπάστηκε μαζί με τη Ν. Μηχανιώνα και τη Ν. Κερασιά και αποτέλεσαν την Κοινότητα της Ν. Μηχανιώνας (ΠΔ. 16.6.26, ΦΕΚ Α΄217/1926). Στη συνέχεια το 1951 το Αγγελοχώρι αποτέλεσε ξεχωριστή κοινότητα, ενώ με το νόμο 2539/97 για τη συγκρότηση της πρωτοβάθμιας τοπικής αυτοδιοίκησης, ιδρύθηκε ο νέος Δήμος Μηχανιώνας με έδρα τη Ν. Μηχανιώνα και υπαγωγή σε αυτόν των τριών οικισμών της Ν. Μηχανιώνας, της Ν. Κερασιάς και του Αγγελοχωρίου, καθώς και των περιοχών τους. Στα πλαίσια της ανταλλαγής πληθυσμών του 1923, εγκαταστάθηκαν στο Αγγελοχώρι 75 οικογένειες από τον ομώνυμο οικισμό στον Ελλήσποντο και 8 οικογένειες από διάφορα μέρη της Μικράς Ασίας.
H Επανομή
Το 1918 ιδρύθηκε η Κοινότητα της Επανομής, η ιστορία της οποίας χάνεται στα βάθη των αιώνων.
Στην περιοχή της Επανομής έχουν βρεθεί πολλά αρχαιολογικά ευρήματα που αναφέρονται κυρίως στα παλαιοχριστιανικά και πρωτοχριστιανικά χρόνια. Από τους σπουδαιότερους αρχαιολογικούς χώρους είναι το νεκροταφείο στη θέση Λιμόρι, το οποίο εντοπίστηκε βορειοδυτικά της Επανομής. Πρόκειται για οργανωμένο παλαιοχριστιανικό χώρο ταφής ο οποίος ήταν σε χρήση όλο τον 4ο και το πρώτο μισό του 5ου μ.χ. αιώνα.
Η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως 42 τάφους διαφόρων κατηγοριών, μέσα και γύρω από τους οποίους βρέθηκαν αρκετά σκεύη, αγγεία, κοσμήματα, αλλά και νομίσματα που χρονολογούνται από το τέλος του 2ου μέχρι τις αρχές του 5ου αιώνα. Ανατολικά του νεκροταφείου στο Λιμόρι, στη θέση Μπγιαδούδι, ήρθαν στο φως τα ερείπια μιας τρίκλιτης παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Ο ναός διέθετε πλούσιο γλυπτό αρχιτεκτονικό διάκοσμο, με πολύχρωμα μάρμαρα και ψηφιδωτά με φύλλα χρυσού και αργύρου.
Τρία χιλιόμετρα νότια της Επανομής βρίσκονται τα Κριτζιανά, ένα από τα τέσσερα μεγάλα μετόχια της Μονής της Αγίας Αναστασίας. Το χωριό αναφέρεται για πρώτη φορά σε έγγραφο της Μονής της Αγίας Λαύρας το 1110. Δυστυχώς δεν υπάρχουν καταγεγραμμένα στοιχεία για τον τοπικό πληθυσμό ή την έκταση των Κριτζιανών. Το βέβαιο είναι ότι το 1530, τα Κριτζιανά υπάγονται ήδη στο Μετόχι της Αγίας Αναστασίας.
Με την πάροδο των ετών το χωριό Κριτζιανά εξαφανίστηκε, χωρίς να έχει εντοπιστεί η ακριβής του θέση, η οποία το πιο πιθανό είναι να βρισκόταν στο σημερινό μετόχι της Αγίας Αναστασίας. Το μετόχι είναι χτισμένο με οχυρωματικό τρόπο, καθώς την εποχή που κατασκευάστηκε, οι πειρατικές επιδρομές ήταν συχνό φαινόμενο στην περιοχή. Στην απογραφή του 2011 η Επανομή είχε 8.979 κατοίκους.
Το Μεσημέρι
Τα αρχαιολογικά ευρήματα που εντοπίστηκαν στο Μεσημέρι, κυρίως οι τρεις Μακεδονικοί τάφοι, αλλά και τα ερείπια βασιλικής που βρέθηκαν στην τούμπα του Αγίου Κωνσταντίνου και που χρονολογούνται στην Εποχή του Σιδήρου, καθώς και στην τούμπα Κοτζιά, στα βόρεια όρια του σύγχρονου οικισμού του Μεσημερίου, μαρτυρούν την μακραίωνη ιστορία της περιοχής.
Σύμφωνα με τους ερευνητές Γραμμένο και Heurtley, η πρώτη εγκατάσταση ανθρώπων στην περιοχή έγινε στην όψιμη νεολιθική εποχή. Ο πρώτος οικισμός αριθμούσε 12 σπίτια. Ως την πρώϊμη εποχή του χαλκού, καταστράφηκε και ξαναχτίστηκε άλλες 5 φορές. Ο οικισμός αυτός, κατά τους ερευνητές Ασλάνη και Καστανά, θεωρείται ο παλαιότερος στη Μακεδονία.
Στα βυζαντινά χρόνια το Μεσημέρι υπάγονταν γεωγραφικά και διοικητικά στο Καπετανίκιον της Καλαμαρίας, που είναι η περιοχή από Καραμπουρνάκι-Χορτιάτη-Αγ.Πρόδρομο-Αγ.Μάμα-Ισθμό Κασσάνδρας-Θερμαϊκό-Καραμπουρνάκι.
Σύμφωνα με πληροφορίες περιηγητών του 19ου και 20ου αιώνα, το Μεσημέρι ήταν μεικτός οικισμός χριστιανών και μουσουλμάνων, ενώ υπήρχε τζαμί. (Αικατερίνη Κούσουλα στο «Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη 12, 1998», Θεσσαλονίκη 2000.
Στην επανάσταση του 1821 υπό τον Εμμανουήλ Παπά, έλαβαν μέρος το Μάϊο του 1821 η Επανομή με το Μεσημέρι, με αρχηγό τον Κωνσταντίνο Δουμπιώτη.
Από το 1918, το Μεσημέρι ήταν συνοικισμός της Επανομής. Ο πληθυσμός του Μεσημερίου, αυξήθηκε σημαντικά μετά το 1922, όταν εγκαταστάθηκαν εκείγες από τον Πόντο και την Ανατωλική Ρωμυλία.
Το Μεσημέρι, αποσπάστηκε από την κοινότητα Επανομής και έγινε ανεξάρτητη κοινότητα το 1946 με έκταση 11.913 στρέμματα (Εφημερίδα της Κυβερνήσεως Α, 217/1946, Β.Δ. 4-5-1946. Εκείνη την εποχή, είχε 551 κατοίκους. Ανεξάρτητη κοινότητα παρέμεινε μέχρι το 1998, οπότε με τον «Καποδίστρια» εντάχθηκε στο δήμο Επανομής και στη συνέχεια με τον "Καλλικράτη" στο Δήμο Θερμαϊκού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.