Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2025

Tα Έκτακτα Στρατοδικεία της περιόδου του Εμφυλίου

Ακόμη και μαθήτριες Γυμνασίου οδηγούνταν σε ομαδικές δίκες στο Έκτακτο Στρατοδικείο φορώντας τις μαθητικές τους ποδιές.
του Σπύρου Κουζινόπουλου

Με βασιλικό διάταγμα που δημοσιεύθηκε στο φύλλο Νο 198 της Εφημερίδος της Κυβερνήσεως, δημιουργήθηκαν σε όλη τη χώρα 27 έκτακτα στρατοδικεία που σε όλη τη διάρκεια του Εμφυλίου πολέμου δίκαζαν σωρηδόν αριστερούς πολίτες, πρωτίστως αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, μέλη και στελέχη του ΚΚΕ, με τις κατηγορίες της «ανταρσίας», της «απόσπασης μέρους της επικρατείας» και της «κατασκοπείας». Χιλιάδες από αυτούς καταδικάστηκαν σε θάνατο και εκτελέστηκαν.

Οι στρατοδίκες του Έκτακτου Στρατοδικείου, πολλές φορές επέβαλαν και 20-30 θανατικές καταδίκες σε μία μέρα και τα βράδια επέστρεφαν ήσυχοι στα σπίτια τους…

Στα αρχεία του Διαρκούς Στρατοδικείου Αθηνών φυλάσσονται οι 200 περίπου ογκώδεις τόμοι με τα πρακτικά και τις αποφάσεις αυτών των 27 Εκτάκτων Στρατοδικείων που είχαν εκδώσει συνολικά 55.291 αποφάσεις και επέβαλαν ά την ποινή του θανάτου σε 6.198 πολιτικούς κρατούμενους, αν και τελικά  1.837 από αυτούς γλύτωσαν το θάνατο, καθώς είχε ανασταλεί η εκτέλεση, κυρίως την περίοδο του 1950 που κυβέρνησε τη χώρα ο στρατηγός Νικόλαος Πλαστήρας και εφάρμοσε μέτρα ειρήνευσης.

Με το ΦΕΚ 198 της 20 Ιουνίου 1946  ιδρύθηκαν Έκτακτα Στρατοδικεία αρχικά σε 11 πόλεις: Θεσσαλονίκη, Γιαννιτσά, Κιλκίς, Σέρρες, Δράμα, Ξάνθη, Αλεξανδρούπολη, Λάρισα, Κοζάνη, Φλώρινα και Ιωάννινα, ενώ στις 9 Σεπτεμβρίου 1946 ανακοινώθηκε η έναρξη λειτουργίας Εκτάκτων Στρατοδικείων σε Κόρινθο, Λαμία, Θήβα και Μεσολόγγι και ένα μήνα μετά, στις  16 Οκτωβρίου 1946 στην Καστοριά. Όσο διαρκούσε η αγριότητα του Εμφυλίου και ιδιαίτερα κατά την κορύφωσή του τα έτη 1948 και 1949 ξεφύτρωσαν και άλλα Έκτακτα Στρατοδικεία στη Βέροια, το Βόλο, την Αθήνα, , την Καλαμάτα, την Πάτρα, την Τρίπολη, τη Σπάρτη, τα Χανιά, τον Πύργο και τα Τρίκαλα, με συνέπεια να ανέλθουν αυτά στον αριθμό 29, δεδομένου ότι στη Θεσσαλονίκη, τη Λάρισα και τα Τρίκαλα, λειτουργούσαν από δύο πλέον στρατοδικεία.

Ποινές ανά έκτακτο στρατοδικείο – Ο πίνακας είναι από το συλλογικό έργο «Η πολιτική
λειτουργία της στρατιωτικής δικαιοσύνης. Τα έκτακτα στρατοδικεία του Εμφυλίου 1946-1951»

"Εις θάνατον" για πρόθεση διάδοσης ιδεών

Για να οδηγηθεί κάποιος στο Έκτακτο Στρατοδικείο, αρκούσε και μόνο η πρόθεση της υιοθέτησης και εφαρμογής των ιδεών που θεωρούνταν επικίνδυνες από την εθνικόφρονα ιδεολογία. Καθώς η παραπομπή του κατηγορουμένου σε δίκη, δεν αφορούσε την πράξη αυτή καθ' αυτή, αλλά την πρόθεση. Στις δίκες μάλιστα που κυρίως μετά το 1947 ήταν μαζικές και συνοπτικές, οι κατηγορούμενοι σε πολλές περιπτώσεις είχαν συλληφθεί και δικάζονταν όχι επειδή ήταν εξακριβωμένο ότι συμμετείχαν σε “αντεθνικές” ενέργειες, αλλά επειδή ήταν ύποπτοι για συμμετοχή σε αυτές. 

Από το καλοκαίρι του 1946 και πολύ περισσότερο την περίοδο 1948-1949 οι καταδικασμένοι σε θάνατο κρατούμενοι των φυλακών Επταπυργίου ζούσαν με τη μόνιμη απειλή της εκτέλεσης, αφού “κανείς δεν γνώριζε ποιος θα ήταν ο επόμενος που θα αντίκριζε το εκτελεστικό απόσπασμα.

Σύμφωνα με το άρθρο 12 του Γ΄ Ψηφίσματος, οι θανατικές εκτελέσεις των στρατοδικείων εκτελούνταν μετά την πάροδο τριών ημερών και ύστερα από τον Ιανουάριο του 1949, μετά από πέντε μέρες.  Η θανατική ποινή μετατρέπονταν αυτοδίκαια σε ισόβια αν είχαν παρέλθει πέντε χρόνια από την απαγγελία της και δεν είχε στο μεταξύ εκτελεστεί ο θανατοποινίτης.


Στο στρατοδικείο για... σβυστές λάμπες! 

Δεν ήταν όμως και λίγες οι περιπτώσεις που τα έκτακτα στρατοδικεία ασχολούνταν με αστείες υποθέσεις που ενδεχομένως δεν θα έφταναν ποτέ στα πολιτικά δικαστήρια της χώρας. Όπως συνέβη για παράδειγμα με έξι άτομα απο τη Θεσσαλονίκη που καταδικάστηκαν από το έκτακτο στρατοδικείο σε ποινές φυλάκισης και μάλιστα μετά το τέλος του Εμφύλιου, με την ...φοβερή κατηγορία ότι δεν είχαν αναμμένο το φως έξω από τα σπίτια και τα καταστήματά τους. Ή πάλι 15 κατοίκων της Κοζάνης με την κατηγορία της “παράβασης αστυνομικής διαταγής”, διότι μετέβησαν σε ένα χωριό χωρίς την απαιτούμενη άδεια γιατί, κατά τους ίδιους τους κατηγορούμενους, είχαν ακούσει πως εκεί “συνέβη κάποιο θαύμα”. Και σε μία άλλη περίπτωση, τρεις βοσκοί κάθισαν στο εδώλιο του Έκτακτου Στρατοδικείου Βέροιας κατηγορούμενοι ότι “άναψαν φωτιά για να κάψουν τα χόρτα που δεν τρώνε τα βόδια και έτσι ανήγγειλαν στους συμμορίτες τα καταδιωκτικά μέτρα των αρχών”. Ευτυχώς αθωώθηκαν όταν ο βασικός μάρτυρας κατηγορίας, ένας 13χρονος συγχωριανός τους, δήλωσε στο στρατοδικείο πως την φωτιά την άναψαν για να ζεσταθούν, καθώς είχαν βραχεί και είχε κρύο.  

Μία ακόμη χαρακτηριστική περίπτωση που δείχνει τη σοβαρότητα των κατηγοριών με τις οποίες παραπέμπονταν πολίτες στα έκτακτα στρατοδικεία:    Η πρώτη υπόθεση του Εκτάκτου Στρατοδικείου Ξάνθης, που είχε αρμοδιότητα για τους νομούς Ξάνθης και Ροδόπης, εκδικάστηκε στις 30 Ιουλίου 1946 και αφορούσε τρεις ΕΠΟΝίτες, οι οποίοι συνελήφθησαν ύστερα από έφοδο της Αστυνομίας στη Λέσχη της Οργάνωσης και παραπέμφθηκαν με την κατηγορία της «Παράνομης συνάθροισης εν κλειστώ χώρω». Σύμφωνα όμως με τους μάρτυρες που εξετάστηκαν στο δικαστήριο, «εις τα γραφεία της ΕΠΟΝ Ξάνθης άτινα χρησιμοποιούνται και ως Λέσχη των μελών της ΕΠΟΝ, συναθροίζονται συχνάκις πολλά μέλη διά ψυχαγωγίαν παίζοντες σκάκι κλπ παιγνίδια», οπότε και «δεν επρόκειτο περί παρανόμου συγκεντρώσεως». Παρ΄όλα αυτά, οι δύο από τους συλληφθέντες καταδικάστηκαν σε ποινές φυλάκισης.

Το ραδιοφωνάκι που βαφτίστηκε… «ασύρματος»

Και ένα κραυγαλέο περιστατικό που αποδεικνύει ότι τα Έκτακτα Στρατοδικεία της περιόδου του Εμφυλίου και των πρώτων μετεμφυλιακών χρόνων λειτουργούσαν ως δικαστήρια σκοπιμότητας, εξ ου και ο χαρακτηρισμός τους από τους πολίτες ως «θανατοδικεία» ήταν τα «πειστήρια» που εφευρέθηκαν προκειμένου να καταδικαστεί δις σε θάνατο και να εκτελεστεί στις 5 Μαρτίου 1951, ο νεολαίος Νίκος Νικηφορίδης, επειδή συγκέντρωνε στη Θεσσαλονίκης υπογραφές υπέρ της Ειρήνης και του πυρηνικού αφοπλισμού. Καθώς η κατηγορία με την οποία παραπέμπονταν ήταν «απόπειρα διάδοσης ανατρεπτικών ιδεών», δηλαδή ούτε καν διάδοση, για να στοιχειοθετηθεί η σε βάρος του κατηγορία, ένα κοινό ραδιόφωνο που βρέθηκε στο δωμάτιό του, βαφτίστηκε ως «πομπός ασυρμάτου» προκειμένου να του προσάψουν και την κατηγορία της κατασκοπίας. 


Με βάση την κατηγορία αυτή ο Νικηφορίδης καταδικάστηκε σε θάνατο και σε δύο μαθητές που μετείχαν στη συγκέντρωση των υπογραφών επιβλήθηκε η ποινή των ισόβιων δεσμών. Όταν όμως το Μάϊο του 1954 οι δύο μαθητές υπέβαλαν έφεση και αυτή εκδικάστηκε στο Εφετείο Θεσσαλονίκης, ο βασικός μάρτυρας κατηγορίας, που ήταν ο ανθυπομοίραρχος της Ασφάλειας Δημήτριος Λαζαρής, δήλωσε ότι ο περιβόητος «ασύρματος» ήταν ένα απλό ραδιόφωνο αμερικανικής κατασκευής από αυτά που υπήρχαν κατά εκατοντάδες στα καταστήματα ραδιοφώνων όλης της χώρας. 

Κατόπιν αυτού, το Εφετείο την καταδίκη σε ισόβια των δύο μαθητών την μετέτρεψε σε φυλάκιση 4 ετών, με αναστολή για έξι μήνες. Και καθώς τα παιδιά βρίσκονταν επί 3,5 χρόνια στη φυλακή, την ίδια στιγμή αφέθηκαν ελεύθερα να γυρίσουν στα σπίτια τους. Ενώ ήδη ο αγωνιστής της Ειρήνης Νίκος Νικηφορίδης, που είχε εκτελεστεί «εις τον συνήθη τόπον» του Γεντί Κουλέ, σάπιζε στον ομαδικό τάφο όπου τον είχαν πετάξει οι διώκτες του, προς δόξα του δικαιϊκού μας συστήματος, της ξένης επέμβασης και των δεινών που επέφερε ο αδελφοκτόνος Εμφύλιος στη χώρα. 

 

Τα στοιχεία είναι από το βιβλίο του Σπύρου Κουζινόπουλου «Γεντί Κουλέ, η Βαστίλη της Θεσσαλονίκης» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΙΑΝΟΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.