του Γιάννη Αικατερινάρη*
Για τον Χριστιανόπουλο και την συνεισφορά του στον Πολιτισμό και την ποίηση, πρωτίστως, αλλά και αλλού (έκδ. περ. «Διαγώνιος», εκθέσεις, μεταφράσεις, κριτική κ.λπ.) θα γράψουν ασφαλώς πολλοί. Άλλωστε το άξιζε, έστω κι αν αυτή η ετεροχρονισμένη απόδοση τιμών μετά θάνατο, θα προκαλούσε -για ορισμένες περιπτώσεις-,το μόλις διακρινόμενο μειδίαμα του Ντίνου… Θα περιοριστώ λοιπόν σε ορισμένα γεγονότα, άγνωστα ίσως, που συμπληρώνουν ωστόσο την πολυκύμαντη ζωή του.
Τον γνώρισα, όπως και ορισμένοι άλλοι μαθητές από τον Πολύγυρο στα τέλη της κρίσιμης και φοβικής δεκαετίας του ’50, δηλαδή λίγο μετά τον Εμφύλιο, τον ανταρτοπόλεμο όπως ο ίδιος τον έλεγε. Είχαμε πάρει μεταγραφές σε αντίστοιχα Γυμνάσια της Θεσσαλονίκης, κυρίως στο Ε΄ που ήταν πρακτικής κατεύθυνσης. Με τους αείμνηστους Χαρ. Σαχσαμάνογλου (μετέπειτα καθηγητή Μετεωρολογίας στο ΑΠΘ, θείο των Πιρπασόπουλων) και τον Φώτη Φωτιάδη, σπουδαίο πολ. Μηχανικό, νοικιάσαμε με άλλους -φοιτητές κατά το πλείστον- ένα …οκτάκλινο (!) δωμάτιο στον ξενώνα της ΧΑΝΘ. Ήταν βλέπετε δύσκολα τα χρόνια… Στο ίδιο κτίριο και στον αποκάτω όροφο λειτουργούσε η δημοτική βιβλιοθήκη που την επισκεπτόμασταν καθημερινά. Εκεί γνωρίσαμε τον βιβλιοθηκάριο και νεαρό τότε φιλόλογο Χριστιανόπουλο, που μόλις είχε διοριστεί.
Όταν αναφερθήκαμε στον τόπο της καταγωγής μας, μας μίλησε με θαυμασμό και εκτίμηση για την αντιστασιακή δράση της Πολυγυρινής συμφοιτήτριάς του Στέλλας Μπαζάκου. Την γνώρισε μετά τον εγκλεισμό της από τους Γερμανούς στο στρατόπεδο Παύλου Μελά και ήταν, όπως μας έλεγε, η αγαπημένη φοιτήτρια του καταξιωμένου καθηγητή Γιάννη Κακριδή. Όλα αυτά όμως συνέβαιναν πριν τις μετέπειτα εκτοπίσεις της στα Αιγαιοπελαγίτικα νησιά (Χίο, Τρίκερι, Μακρόνησο). Την επαίνεσε όμως κι αργότερα, όταν όντας διευθύντρια στη «Σχολή Μωραΐτη» μετέφρασε τα 32 έργα που σώθηκαν και είχαν γράψει οι αρχαίοι τραγωδοί Αισχύλος, Σοφοκλής και Ευριπίδης.
Στα σχόλια του ίδιου και του Δημήτρη Μαρωνίτη για την Μπαζάκου - Μαραγκουδάκη, αναφέρθηκα και στην ομιλία μου κατά την εκδήλωση βράβευσης από τον Δήμο Πολυγύρου, που έγινε στις 16-8-2008. Μπορεί η ποίηση του Χριστιανόπουλου να μην είχε φανερά στοιχεία κοινωνικών-διεκδικητικών αγώνων, αλλά ποτέ δεν έκρυβε τη συμπάθειά του σε όσους συμμετείχαν σ’ αυτούς. Θαρρείς και νοημαδοτούσαν και τη δική του ζωή. Ακόμη και η λατρεία του προς τον Τσιτσάνη δεν είχε τις ρίζες της μόνο στη μουσική του, τον γοήτευε όπως άφηνε να νοηθεί και η γενικότερη στάση του σε τέτοια ζητήματα.
Αλλά προς αυτή την κατεύθυνση έδειχνε και η συναναστροφή του με πολλούς άλλους της Τέχνης, των Γραμμάτων και του Πολιτισμού, όπως ήταν -πέραν του συνεργάτη του Κάρολου Τσίζεκ στη «Διαγώνιο»- οι αείμνηστοι Τριαντάφυλλος Πίττας (ο Κλεάνθης του ΕΑΜ Χαλκιδικής, μυθιστοριογράφος από την Θράκη), Λουκάς Βενετούλιας (ζωγράφος), Κωστής Μοσκώφ (ιστορικός, ποιητής), αλλά και άλλοι. Ο ίδιος άλλωστε απειλήθηκε κατά την διάρκεια της χούντας, όταν ανάμεσα στα πολλά «όχι» στο κατεστημένο, αρνήθηκε να παραλάβει και το βραβείο για το πεζό του έργο «Χιλιαστή». Οι συζητήσεις ωστόσο γύρω στα 1965 άναψαν για τα καλά με κυρίαρχο ζητούμενο την αποδέσμευση του ποιητή από τους κοινωνικούς προβληματισμούς ή την αναγκαιότητα της στράτευσής του. Αναδημοσιεύω δυο χαρακτηριστικά ποιήματα που αποτυπώνουν ως ένα βαθμό το κλίμα εκείνων των συζητήσεων.
ΟΤΑΝ ΣΕ ΠΕΡΙΜΕΝΩ
Όταν σε περιμένω και δεν έρχεσαι,
ο νους μου πάει στους τσαλακωμένους,
σ’ αυτούς που ώρες στέκονται σε μία ουρά,
έξω από μία πόρτα ή μπροστά σ’ έναν υπάλληλο,
κι εκλιπαρούν με μία αίτηση στο χέρι
για μία υπογραφή, για μία ψευτοσύνταξη.
Όταν σε περιμένω και δεν έρχεσαι,
γίνομαι ένα με τους τσαλακωμένους.
(Ντίνος Χριστιανόπουλος, από τη συλλογή Ανυπεράσπιστος καημός, 1960).
ΟΛΑ ΠΑΝ ΣΤΟ ΚΑΛΥΤΕΡΟ
Όλα παν στο καλύτερο, μου ‘λεγες Γιάννη
η επανάσταση ωρίμασε σιγά σιγά
η φλούδα του ώριμου καρπού θα σπάσει
Είκοσι χρόνια και δε βλέπω καλυτέρευση
δε βελτιώθηκαν οι σχέσεις μου με τους τριγυρινούς
η μόλυνση προχώρησε και θα χτυπήσει στην καρδιά
τα κύτταρα δεν υπακούνε πια, το αίμα χάλασε
το σώμα μου όλο και σακουλιάζει…
(Νίκος‐Αλέξης Ασλάνογλου, «Διαγώνιος» τχ. 1, Ιανουάριος ‐ Μάρτιος 1965, 6).
Έχοντας κατά νου ανάλογα ποιήματα του ίδιου και των συνεργατών που δημοσιεύτηκαν στη «Διαγώνιο» και απέπνεαν αντίστοιχο πνεύμα, θα κάνω μια τοποθέτηση επί όσων αφορούν στη Θεσσαλονίκη. Συχνά την αποκαλούν «ερωτική πόλη» όπως παλιότερα «πόλη των δημοκρατικών αγώνων και των κινημάτων». Όμως ο χαρακτήρας ενός ιστορικού τόπου και τα εκάστοτε προσωνύμιά του δεν μπορούν να είναι αποτέλεσμα κάποιων μεταφυσικών διεργασιών, κληρονομικότητας ή παράδοσης, ούτε φυσικά αποκυήματα στο φαντασιακό κάποιου συγγραφέα. Το πνεύμα ενός τόπου (genius loci) το δημιουργούν με τα έργα τους -σε συνδυασμό με τους φυσικούς παράγοντες- οι άνθρωποι, οι πολίτες που ζουν σ’ αυτόν. Τίποτε δεν υπάρχει ως δεδομένο, τίποτε δεν χαρίζεται.
Σε ό, τι αφορά στη Θεσσαλονίκη είναι γνωστή διαχρονικά για τα κοινωνικά-επαναστατικά της κινήματα, παρόλο που αυτά ελάχιστα διδάσκονται στα σχολεία… Είχαν αρχίσει από τους ρωμαϊκούς και βυζαντινούς ακόμη χρόνους, συνεχίστηκαν κατά την οθωμανική περίοδο με την «επανάσταση των Νεότουρκων», με «της Αμύνης τα παιδιά που διώξανε το βασιλιά» («φιλοβενιζελικό» κίνημα του 1916), με τις πανεργατικές απεργίες του ’36, την εθνική αντίσταση κατά της τριπλής Κατοχής…
Παράλληλα όμως υπήρξαν και οι αρνητικές περίοδοι της Ιστορίας της πόλης με αναπάντεχες ανατροπές και «γνωστές - άγνωστες» πολιτικές δολοφονίες. Στον 20ο αιώνα άρχισαν με τον βασιλιά Γεώργιο τον A΄, συνεχίστηκαν με τον Αμερικανό δημοσιογράφο Τζορτζ Πολκ, τον πρώην υπουργό και ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ Γιάννη Ζεύγο, τους βουλευτές της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη κι έφτασαν στο Γιώργη Τσαρουχά και τον Γιάννη Χαλκίδη την περίοδο της χούντας κ.ά.). Όλα αυτά οδηγούσαν σε δυσάρεστες ασφαλώς πολιτικές εξελίξεις και μαύρες σελίδες της Ιστορίας της...
Στον στενό κύκλο του Ντίνου θα πρέπει να προστεθεί και η λεγόμενη «ομάδα των Πολυγυρινών» με τους Νίκο Βασιλάκη, Φώνη Ζογλοπίτη, Θανάση Χριστιανό, Γιάννη Ζαρίφη, Τάκη Κοσμά, με τους οποίους συχνά επισκέπτονταν τον Πολύγυρο, αλλά και ο «από επιλογή Πολυγυρινός» Πάνος Παπανάκος, καθώς και οι ζωγράφοι Αννέτα Τάσιου (θεία του σκηνοθέτη Παύλου Τάσιου), Γιώργος Παραλής και Νίκος Παραλής, γνωστοί από παλαιότερα.
Το συμπέρασμα τελικά είναι ότι έχουμε ανάγκη από ενεργούς πολίτες σαν τον Χριστιανόπουλο, από πολίτες που νοιάζονται για τον Πολιτισμό, τα μνημεία και την Ιστορία της πόλης, αυτά που κατοχυρώνουν την ιστορία και την ύπαρξή της…
*Ο Γιάννης Αικατερινάρης είναι αρχιτέκτων, πρώην πρόεδρος του ΤΕΕ Κεντρικής Μακεδονίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.