Παρασκευή 22 Σεπτεμβρίου 2023

Καράμπουρνου: Ο φάρος, το οχυρό, το ναυάγιο

του Σπύρου Κουζινόπουλου
Η διαδρομή στο χρόνο του ακρωτηρίου του Μεγάλου Εμβόλου ή Καράμπουρνου όπως το ονόμαζαν οι Οθωμανοί, με μία μακραίωνη ιστορία που περιλαμβάνει το χρονικό κατασκευής του περιώνυμου Φάρου ο οποίος στέκει στην άκρη του, το φημισμένο οχυρό του που βρίσκεται σε κατάσταση λίγο πριν την κατάρρευση, τα περίφημα φρούριά του, το ονομαστό ναυάγιο ενός βρετανικού ατμόπλοιου στην ποδιά του, αλλά και τη σύνδεσή του με την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το 1912.

Η τοποθεσία του ακρωτηρίου Καράμπουρνου ή Μεγάλο Έμβολο στην είσοδο του λιμανιού της Θεσσαλονίκης ήταν στρατηγικής σημασίας από την αρχαιότητα καθώς από τη θέση αυτή μπορούσε να ελεγχθεί το θαλάσσιο μέτωπο του Θερμαικού κόλπου. To ακρωτήρι, βρίσκεται σε θέση στρατηγικής σημασίας για την από θαλάσσης άμυνα της πρωτεύουσας του Μακεδονικού ελληνισμού μιας και ο όγκος που προβάλλει από ανατολικά προς τα δυτικά δημιουργεί μία στενωπό στην είσοδο στον κόλπο της Θεσσαλονίκης, η οποία, σε συνάρτηση με τις εκβολές των τριών ποταμών στην δυτική όχθη, που μεταφέρουν φερτή ύλη, έχουν κάνει την ακτογραμμή αβαθή. Έτσι, αν και το ολικό πλάτος από ακτή σε ακτή είναι 5 χιλιόμετρα, η δίοδος ουσιαστικά για τα πλοία είναι μόλις 2,5 χιλιόμετρα σε πλάτος, κάτι που κάνει πολύ εύκολη τη ναρκοθέτηση καθώς και τον έλεγχο της κυκλοφορίας. 

Η ονομασία ”Καράμπουρνου” προέρχεται από τις τούρκικες λέξεις ”Καρά Μπουρούν” οι οποίες σημαίνουν ”μαύρη μύτη” (μαύρο ακρωτήριο), ενώ η ελληνική ονομασία της περιοχής είναι ”Μεγάλο Έμβολο”.

Ο φάρος

Ο φάρος στο Μεγάλο Έμβολο κατασκευάστηκε το 1864 από την Γαλλική Εταιρεία Φάρων. Το ύψος του πύργου του είναι 10,5 μέτρα και τό εστιακό του ύψος είναι 32 μέτρα. Ήταν φτιαγμένος από συμπαγείς οπτόπλινθους, όπως οι καμινάδες των πρώτων βιομηχανικών κτιρίων της Θεσσαλονίκης. Μπροστά του, στη βραχώδη ακτή, την περίοδο 1883-1885, Γερμανοί τεχνικοί έχτισαν οχυρά, έπειτα από παραγγελία των Οθωμανών. Η δημιουργία τους έγινε με διαταγή του τότε Γερμανού στρατάρχη Colmar von der Goltz, που υπήρξε αναδιοργανωτής εκείνη την εποχή του οθωμανικού στρατού. Πρόκειται για το ένα από τα δύο σωζόμενα φρούρια αυτού του τύπου, το δεύτερο βρίσκεται στην Αυστρία σε καλύτερη κατάσταση.

Όταν πρωτοδημιουργήθηκε ο Φάρος, λειτουργούσε με καύσιμο το πετρέλαιο. Αργότερα χρησιμοποιήθηκε η ασετιλίνη και μόλις στη δεκαετία του 1960 ηλεκτροδοτήθηκε. 

Από τις αρχές του 1900 οι Οθωμανοί, βλέποντας να πλησιάζει η κατάρρευση της αυτοκρατορίας τους, ξεκίνησαν να ενισχύσουν την επάκτια άμυνα της Θεσσαλονίκης, έτσι το 1909 κατασκευάστηκαν στο ακρωτήριο 2 μεγάλα φρούρια που αποτελούσαν το οχυρό του Μεγάλου Εμβόλου. Το πρώτο βρισκόταν στο άκρο του Καράμπουρνου και το δεύτερο στο ύψωμα στην Τούζλα κοντά στην Νέα Μηχανιώνα. Την κατασκευή ανάλαβαν Γερμανικοί μηχανικοί και στα δύο φρούρια τοποθετήθηκαν από δύο μεγάλα επάκτια πυροβόλα.

Ο άθλος του ναυάρχου Βότση

Ένα οδυνηρό για τους Οθωμανούς περιστατικό που συνέβη στις 18 Οκτωβρίου 1912, έδειξε πόσο στρατηγικής σημασίας ήταν αυτή η τοποθεσία και τι ζημιά μπορούσε να κάνει μία στιγμιαία μειωμένη επιτήρηση. Εκείνη τη νύχτα το Ελληνικό τορπιλοβόλο νούμερο 11, με κυβερνήτη τον Νικόλαο Βότση, μπήκε στο κόλπο του Θερμαϊκού σε μια παράτολμη αποστολή και κατάφερε να βυθίσει το Τουρκικό θωρακισμένο πλοίο Φετχί Μπουλέντ που ήταν αγκυροβολημένο στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Όπως έγραψε αργότερα ο Βότσης σε έκθεσή του προς το υπουργείο του Ναυτικού: “O προβολεύς του Kαραμπουρνού ισχυρότατος ηνάπτετο καθ’ εκάστην και ανίχνευε την είσοδον του κόλπου της Θεσσαλονίκης από της δύσεως του ηλίου μέχρι της επομένης πρωίας”.

Παρ' όλα αυτά, το ελληνικό τορπιλοβόλο με τη βοήθεια δύο ντόπιων ψαράδων κατάφερε να περάσει απαρατήρητο από την τουρκική επιτήρηση του Καράμπουρνου, να μπει στον κόλπο της Θεσσαλονίκης και από απόσταση 150 μέτρων να ρίξει δύο τορπίλες που έπληξαν το Φετίχ Μπουλέντ το οποίο βυθίστηκε αμέσως. Και απομακρυνόμενο ταχύτατα, πέρασε κάτω από το Φρούριο του Καραμπουρνού και μάλιστα έριξε και έναν πολυβολισμό εναντίον του. 

Οι Οθωμανοί έχοντας την προσοχή τους στους “εισερχόμενους” στον κόλπο, δεν περίμεναν να τους επιτεθεί κάποιος “εξερχόμενος” και ώσπου να καταλάβουν τι γίνεται, το τορπιλοβόλο είχε πλεύσει προς το Ελευθεροχώρι Πιερίας που ήδη είχε απελευθερωθεί από τον ελληνικό στρατό. Η επιτυχημένη αποστολή του Βότση είχε σοβαρή στρατιωτική αξία γιατί απομείωσε την άμυνα της Θεσσαλονίκης, έριξε στα τάρταρα το ηθικό των Τουρκικών Μονάδων και βοήθησε αποτελεσματικά στην προέλαση του ελληνικού στρατού στις 26 Οκτωβρίου 1912 και την απελευθέρωση της πόλης.

Το κανόνι που βύθισε το “Φετχί Μπουλέντ” ως ιερό κειμήλιο, βρίσκεται τώρα τοποθετημένο στο Ιστορικό Αρχείο της Πατρίδας του γενναίου μπουρλοτιέρη Νικολάου Βότση, στον βράχο της Ύδρας.

Το 1916 μετά την είσοδο των συμμαχικών στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη, κατά την διάρκεια του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, τα πυροβόλα του Φετχί Μπουλέντ (4 πυροβόλα ήταν Krupp των 210mm), βρέθηκαν εγκαταστημένα στα οχυρά του μεγάλου εμβόλου.

Το "Νόρσεμαν" μισοβυθισμένο μεταξύ Καράμπουρνου και Τούζλας

Το ναυάγιο του “Νόρσεμαν”

Εκείνη ακριβώς την εποχή, βυθίστηκε μπροστά στο ακρωτήριο του Μεγάλου Εμβόλου το ατμόπλοιο “Νόρσεμαν” το ναυάγιο του οποίου υπάρχει μέχρι και σήμερα στο βυθό. Το πλοίο, που είχε τη δυνατότητα να μεταφέρει 2.700 επιβάτες, είχε καθελκυστεί το 1897 και εκτελούσε δρομολόγια από το Μπέλφαστ προς Νέα Υόρκη και από Αμβούργο προς Βαλτιμόρη των ΗΠΑ.

Με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, το “Νόρσεμαν” επιτάχθηκε για να υπηρετήσει τις βρετανικές δυνάμεις και τον Ιανουάριο του 1916 σάλπαρε από το Πλύμουθ, με ενδιάμεσο σταθμό τη Μασσαλία, για να μεταφέρει στη Θεσσαλονίκη την 26η βρετανική μεραρχία με 150 στρατιώτες και κάπου 1.000 μουλάρια, οχήματα, πυρομαχικά, ιματισμό, τρόφιμα κ.α. 

Τις πρωϊνές ώρες της 22ας Ιανουαρίου 1916 κι ενώ βρίσκονταν στην είσοδο του κόλπου, στην περιοχή του Καράμπουρνου, δέχτηκε τις τορπίλες ενός γερμανικού υποβρυχίου και μισοβυθισμένο ρυμουλκήθηκε στην ακτή από συμμαχικά πλοία και ένα αλιευτικό. Οι στρατιώτες που επέβαιναν στο πλοίο και τα μέλη του πληρώματός του θα σωθούν, όμως θα πνιγούν εκατοντάδες μουλάρια που βρίσκονταν στα ενδιάμεσα καταστρώματα.

Γάλλος αξιωματικός καθισμένος στο κανόνι και πίσω του ο φάρος

Επίθεση κατά των συμμάχων Ελλήνων από τον Σαράϊγ

Μετά τη βύθιση του ατμόπλοιου, ο διοικητής των συμμαχικών στρατευμάτων στη Θεσσαλονίκη, στρατηγός Σαράϊγ διατυπώνει υπόνοιες ότι κάποιοι από τους Έλληνες αξιωματικούς συνεργάζονται με τους Γερμανούς και διατάζει την κατάληψη των οχυρών του Μεγάλου Εμβόλου και της Τούζλας από το στρατό των συμμάχων, προκειμένου να διασφαλιστεί η ανεμπόδιστη εφεξής κίνηση προς το λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Πράγματι, κι ενώ δύναμη από Γάλλους κυρίως στρατιώτες ετοιμάζονταν να επιτεθούν στα οχυρά, η μικρή ελληνική φρουρά τους αποχώρησε κι έτσι έληξε ειρηνικά και αναίμακτα εκείνο το περιστατικό.

Το ναυάγιο του "Νόρσεμαν" όπως είναι σήμερα

Οι προσπάθειες ανέλκυσης του “Νόρσεμαν” που συνεχίστηκαν μέχρι το 1919 ήταν όλες ανεπιτυχείς κι έτσι τα επόμενα χρόνια άρχισε από διαφόρους ιδιώτες η σταδιακή υποβρύχια διάλυσή του. Σήμερα το ναυάγιο βρίσκεται βυθισμένο σε ένα παχύ στρώμα λάσπης στο βυθό της θάλασσας, ένα χιλιόμετρο δυτικά του οχυρού της Τούζλας.

Η περίοδος του μεσοπόλεμου

Το 1937 η τοποθεσία οργανώθηκε εκ νέου από το Ελληνικό πολεμικό ναυτικό και εγκαταστάθηκαν μια πυροβολαρχία με πυροβόλα των 210mm της Krupps σε δίδυμους πύργους και μια παρόμοια πυροβολαρχία των 210mm. Στην ίδια τοποθεσία υπήρχαν και 3 παλιά πυροβόλα των 190mm που αντικαταστάθηκαν με μία πυροβολαρχία των 305mm το 1938.

Στις 7 και 8 Απριλίου 1941 την παραμονή της εισόδου των Γερμανών στη Θεσσαλονίκη, ο ελληνικός στρατός εγκατέλειψε το στρατηγικό σημείο του Μεγάλου Εμβόλου, ανατινάζοντας τα δύο φρούρια που υπήρχαν εκεί για να μην περιέλθουν στους Γερμανούς και πετώντας το ένα από τα κανόνια του στη θάλασσα.

Την περίοδο της κατοχής οι Γερμανοί χρησιμοποίησαν και αρμάτωσαν σαν αστακό την τοποθεσία λόγω της στρατηγικής της θέσης, στήνοντας μια πυροβολαρχία μέσα σε τσιμεντένια πυροβολεία, παρατηρητήρια, αποθήκες, προβολείς και θέσεις αντιαεροπορικών όπλων. Την είσοδο του Θερμαϊκού κόλπου την έκλεισαν με ναρκοπέδια και ανθυποβρυχιακό φράγμα. Στέκεται ακόμη ένα από τα πέντε πολυβολεία από μπετόν που έφτιαξαν τότε οι Γερμανοί. Η παρουσία στο Καράμπουρνου ισχυρής Γερμανικής στρατιωτικής δύναμης και οπλισμού, είχε σαν αποτέλεσμα να προκληθεί βομβαρδισμός του Καράμπουρνου από συμμαχικά αεροπλάνα, που λάβωσαν βαριά το φάρο και το οχυρό και σταμάτησαν τη λειτουργία τους.

Σύμφωνα με τα ανέκδοτα απομνημονεύματα ενός από τους πρώτους Μηχανιώτες, του Βαγγέλη Χατζιμπιρμπιλού, εκεί κάτω απο το φρούριο ήταν πεταμένες οβίδες του πυροβολικού. Και όταν δύο νεαρά παιδιά, οι αδελφοί Σβολάκη, προσπάθησαν να ανοίξουν μια από αυτές τις οβίδες, αυτή έσκασε στα χέρια τους και τους έκανε κομμάτια. Ενώ άλλοι δύο κάτοικοι της περιοχής βρήκαν οικτρό θάνατο στο ναρκοπέδιο που ήταν κοντά στο καρνάγιο.

Όπως αναφέρει ο Χατζημπιρμπιλός, οι Γερμανοί υποχρέωναν όλους τους άντρες της περιοχής του Θερμαϊκού να δουλεύουν αναγκαστικά δύο μέρες την εβδομάδα από το πρωί μέχρι το βράδυ «αγγαρεία», στα οχυρωματικά έργα και στην κατασκευή πυροβολείων και ορυγμάτων.

Η αμοιβή για την πολύωρη σκληρή δουλειά των κατοίκων, ήταν από τους Γερμανούς λιγοστά κατοχικά λεφτά που δεν έπιαναν τίποτα, ενώ το συσσίτιο που χορηγούσαν το μεσημέρι, ήταν για πέταμα. Παράλληλα, υποχρέωσαν την κοινότητα Νέας Μηχανιώνας, στην οποία υπάγονταν τότε και το Αγγελοχώρι, να τους εφοδιάζει καθημερινά με μεγάλες ποσότητες τροφίμων, επιβάλλοντας βαριά φορολογία στους κατοίκους.


Περιπολικά σκάφη και ανθυποβρυχιακό φράγμα

Οι Γερμανοί μπορούσαν να ελέγχουν το πέρασμα στον Κόλπο της Θεσσαλονίκης με σύστημα επιτήρησης που, βεβαίως, ήταν πολύ πιο εξελιγμένο από αυτά των Βαλκανικών Πολέμων. Αποτελούνταν από το Φρούριο, βεβαίως, με τέσσερα μεγάλα κανόνια σε αντίστοια bunkers, προβολείς μεγάλης εμβέλειας, περιπολικά σκάφη, ανθυποβρυχιακό φράγμα και ασαφώς καθορισμένα ναρκοπέδια παράλληλα των ακτών που ακόμα ‘ξεβράζουν’ νάρκες αν και κάθε χρόνο συνεχίζονται οι ναρκαλιείες από το Π.Ν.

Δύο εκθέσεις προς το Στρατηγείο Μέσης Ανατολής
Σε μία έκθεση της κατασκοπευτικής οργάνωσης “Ζεύς” που στάλθηκε στο συμμαχικό στρατηγείο της Μέσης Ανατολής την περίοδο 1943-1944 διαβάζουμε: “Από βορειοδυτικά μέχρι νοτιοδυτικά ακρωτηρίου Μεγάλου Καράμπουρνου υπάρχουν επί της ακτής διεσπαρμένα μερικα οχυρά εκ μπετόν μετά τηλεβόλων των 105 χιλιοστών περί ών αγνοούμεν λεπτομερείας. Επίσης έως Νέα Μηχανιώνα υπάρχουν έργα τινά”.

Σε μία άλλη έκθεση του ίδιου κατασκοπευτικού δικτύου διαβάζουμε ότι οι Γερμανοί είχαν κατασκευάσει στην Επανομή 12 επάκτια πυροβολεία με βαρέα πυροβόλα, 6 αντιαεροπορικά και μερικά αντιαρματικά. Στη Νέα Μηχανιώνα είχε τοποθετηθεί συρματόπλεγμα πλάτους 20 μέτρων, πολλά κανόνια, 3 αντιαεροπορικά, αριθμός πολυβόλων και νάρκες ξηράς. Επίσης λειτουργούσε πολύ ισχυρός προβολέας στην κορυφή του λόφου που υπάρχει μεταξύ Μηχανιώνας - Αγγελοχωρίου καθώς και παρατηρητήρια που κατόπτευαν το θαλάσσιο χώρο επί 24ωρου βάσεως. Ακόμη αυτή η περιοχή ονομάζεται μέχρι σήμερα Κανόνια και Παρατηρητήρια. Οι κατακτητές είχαν υποχρεώσει τους κατοίκους της Μηχανιώνας και του Αγγελοχωρίου να σκάψουν στοές που επικοινωνούσαν μεταξύ τους. Για τη φύλαξη του χώρου υπήρχε γερμανική δύναμη επάκτιας άμυνας 150 ανδρών με επικεφαλής δύο αξιωματικούς.

Συνολικά για τη φρούρηση της περιοχής από την Περαία μέχρι το Αγγελοχώρι και τη Νέα Μηχανιώνα είχε διατεθεί δύναμη 500 περίπου οπλιτών ξηράς, αέρος και επάκτιας άμυνας, μερικοί από τους οποίους ήταν επιφορτισμένοι με την κατασκευή έργων στη Νέα Μηχανιώνα.

Στην περιοχή της Τούζλας, όπου σήμερα είναι ο βιολογικός, υπήρχε ναυτική βάση του ελληνικού πολεμικού ναυτικού, το Φρούριο όπως το αποκαλούσαν και μέχρι το 1940 υπηρετούσαν εκεί ναύτες. Με τη γερμανική εισβολή το ανατίναξαν οι Έλληνες για να μην πέσει στα χέρια των κατακτητών.

Το 1948 ο φάρος επισκευάστηκε και ξαναλειτούργησε. Αυτή τη φορά είχε για καύσιμο την ασετιλίνη, ενώ πέρασε και στην εποχή του αυτοματισμού. Το 1963 ο φάρος πέρασε στην εποχή του ηλεκτρισμού και το φως του χάραζε τη νύχτα σε απόσταση 17 ναυτικών μιλίων. Όμως η περίοδος λειτουργίας του ήταν σύντομη. Το 1998 χαρακτηρίστηκε διατηρητέο νεότερο μνημείο βιομηχανικής κληρονομιάς.

Το οχυρό του Μεγάλου Εμβόλου σιγά-σιγά καταρρέει, όπως και το ενδιαφέρον των αρμοδίων..

Ό,τι δεν κατάφερε ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος το πέτυχε η λήθη. Το κτίριο εγκαταλείφθηκε, αφέθηκε στο πέρασμα του χρόνου και ρωγμές εμφανίστηκαν στα πλευρά του. Ο κίνδυνος να καταρρεύσει ήταν ορατός. Το ίδιο συνέβη και με το οχυρό, καθώς η
περιοχή (εκτός των εγκαταστάσεων Επικοινωνίας) δεν ήταν περιφραγμένη και κανείς δεν είχε ασχοληθεί με το πολύ ενδιαφέρον αυτό ιστορικό μνημείο. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να μη γνωρίζουν και οι κάτοικοι της περιοχής τη σπουδαιότητά του και, συνεπακόλουθα, το βρήκαν εξαιρετικά πρόσφορο για την …προμήθεια δωρεάν οικοδομικών υλικών (κόκκινα τούβλα και πέτρες) για τα σπίτια τους και το στρώσιμο των δρόμων. Η αφαίρεση των υλικών αυτών, προκάλεσε και εκτενή κατάρρευση μεγάλου τμήματος της τοιχοποιίας του.

Έντονα τα σημάδια εγκατάλειψης του οχυρού στο Αγγελοχώρι
Το πρώτο εξάμηνο του 2010, ο φάρος του Αγγελοχωρίου, χαρακτηρίστηκε ένας από τους 25 διατηρητέους της χώρας, ξαναλειτούργησε και θα μπορούσε να είναι πλέον ένα επισκέψιμο ζωντανό μνημείο, το ίδιο και το οχυρό, αν και αυτό, παρά το γεγονός ότι χαρακτηρίστηκε διατηρητέο μνημείο από το 1998, ακόμα περιμένει την αποκατάσταση και αξιοποίησή του. Μόνιμο αίτημα διαχρονικά του Δήμου Θερμαϊκού θα έπρεπε να είναι να μετατροπεί σε χώρο πολιτιστικών εκδηλώσεων, χωρίς όμως μέχρι τώρα να ασχοληθεί σοβαρά με το θέμα.

Υπάρχει στην περιοχή ένας ιστορικός θησαυρός που σήμερα είναι κλειδωμένος στο “μπαούλο” και έκθετος στη φθορά του χρόνου ενώ θα μπορούσε να αναδειχθεί ως Ιστορικό Μουσείο και χώρος εκδηλώσεων της τοπικής κοινωνίας στο ωραιότερο κομμάτι της ευρύτερης περιοχής της Θεσσαλονίκης.







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.