Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2020

Γιάννης Δήμου Αικατερινάρης: Λόγιος, αγωνιστής και πολίτης του κόσμου

 

του Γιάννη Κύρκου Αικατερινάρη

Ο Γιάννης Δ. Αικατερινάρης (1878-1954) ήταν ένα από τα έξι παιδιά του Δήμου και της Αναστασίας Αικατερινάρη. Γεννήθηκε στον Πολύγυρο. Προπάππος του ήταν ο Κύρκος Παπαγιαννάκης-Αικατερινάρης και παππούς του ο Γιαννάκης Αικατερινάρης, από τον οποίο πήρε και το όνομά του. Και οι δυο πρόγονοί του σφαγιάσθηκαν από τους Οθωμανούς κατακτητές στα επαναστατικά κινήματα της Χαλκιδικής κατά τον 19ο αιώνα. Ο πρώτος το 1821 και ο δεύτερος το 1854. 

Για τον Κύρκο υπάρχει προτομή στον Πολύγυρο -με μισό και παραποιημένο σε Παπαγεωργάκης(;) το επίθετό του…- ενώ το ονοματεπώνυμο του δευτέρου (γιου του Κύρκου) αναγράφεται πρώτο στο ηρώο Πολυγύρου, ως Γιάννης Αικατερινάρης[1].

Η προσωπικότητα, ωστόσο, του Γιαννάκη Δήμου Αικατερινάρη ήταν το ίδιο σημαντική, όσο και των προγόνων του. Τολμώ μάλιστα να την συγκρίνω, σε θέματα παιδείας, με εκείνη του Γεωργίου Χρυσίδη (1799-1873), ανεψιού του Κύρκου Παπαγιαννάκη-Αικατερινάρη, του οποίου η προσφορά στην πατρίδα είναι ανεκτίμητη. Δραστηριοποιήθηκε, μετά την επικράτηση της επανάστασης του 1821, στα πρώτα κέντρα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους (Αίγινα, Ναύπλιο, Ύδρα, Αθήνα, κ.λπ.). Συνέβαλε όσο λίγοι στην οργάνωσή του, ιδιαίτερα σε θέματα αρχαιολογίας και ενημέρωσης.[2]

Αν όμως ο Γεώργιος Χρυσίδης θεωρείται από πολλούς ως συντηρητικός στις απόψεις του -πολλές γραπτές μαρτυρίες εκείνης της εποχής φανερώνουν το αντίθετο- ο Γιάννης Δ. Αικατερινάρης αναμφίβολα ήταν ένας επαναστάτης, απ’ αυτούς που η οικογένεια έχει να επιδείξει πολλούς. Μετά την αποφοίτησή του από τα σχολεία Πολυγύρου πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου σπούδασε στη «Μεγάλη του Γένους Σχολή». Γνώστης πολλών γλωσσών ασχολήθηκε με μεταφράσεις, διορθώσεις κειμένων (στην Τεργέστη κ.α.), συγγραφή άρθρων σε περιοδικά και εφημερίδες, αλλά και βιβλίων, που δυστυχώς ακόμη δεν τα έχω εντοπίσει (ένα απ’ αυτά αναφερόταν στις μειονότητες των χωρών της Ευρώπης).

Ασπάζεται τις ιδέες του Μαρξισμού

Πολύ νωρίς ασπάστηκε τις ιδέες του Μαρξισμού. Πήρε μέρος σε κοινωνικούς αγώνες τόσο στην Ελλάδα, όσο και σε χώρες που κατά διαστήματα διέμενε (ΗΠΑ, Καναδάς, Ρωσία, Αυστρία, Γαλλία, Ιταλία). Μετά μάλιστα την επανάσταση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία το 1917 και την εν συνεχεία απέλασή του από τις ΗΠΑ στη Ρωσία (Οδησσό), όπως θα δούμε παρακάτω, φωτογραφήθηκε με τον Λένιν και τους συντρόφους του. Για την ιστορική αυτή φωτογραφία μου μίλησαν, πριν μερικά χρόνια, οι ανιψιοί του Δήμος Α. Αικατερινάρης, γιατρός, και Νίκος Π. Φραντζής, δασολόγος. Η μάνα του δεύτερου ήταν αδελφή του Γιάννη. Δυστυχώς μέσα στο φοβικό κλίμα κατά την τελευταία δικτατορία της χώρα μας η τόσο πολύτιμη φωτογραφία καταστράφηκε… Εδώ θα πρέπει να σημειώσω, για την ιστορία, ότι ο Γιάννης Αικατερινάρης διαφωνώντας μετά το 1926 με τις πολιτικές επιλογές του «λενινισμού», εντάχθηκε στους «αρχειομαρξιστές». Ίσως το βασικό τους σύνθημα «πρώτα μόρφωση και μετά δράση» να τον επηρέαζε περισσότερο απ’ ότι οι κοινωνικοί αγώνες των προηγούμενων χρόνων.

Οι περιπέτειες, ωστόσο, του Γιάννης Αικατερινάρη κατά την περίοδο του Α΄ παγκοσμίου πολέμου κι αμέσως μετά, πήραν τραγελαφικό χαρακτήρα. Καθώς οι ομοϊδεάτες του σοσιαλιστές κατηγορούνταν για συμμετοχή στην προπαγάνδα ανυπακοής στα διατάγματα στρατολόγησης, τόσο στις ΗΠΑ, όσο και στην Ελλάδα της «Προσωρινής Κυβέρνησης Θεσσαλονίκης», ο ίδιος βρέθηκε διπλά κατηγορούμενος. Με τους «φιλοβασιλικούς» στην Ελλάδα γιατί αρνήθηκε να καταταγεί στο στρατό της «Εθνικής Άμυνας» και με τους ριζοσπάστες και αναρχικούς στην Αμερική, αμέσως μετά τον πόλεμο, γιατί συμμετείχε στις μεγάλες εργατικές κινητοποιήσεις και απεργίες …!

Για όλα αυτά, αλλά και γενικότερα για τους αγώνες του σε Ελλάδα, Καναδά και Ιταλία αξίζει να γίνει μια διεξοδικότερη παρουσίαση. Παράλληλα να ερευνηθεί η φιλοσοφική σκέψη του Γ. Δ. Αικατερινάρη, όπως αυτή αποτυπώθηκε στα δημοσιεύματά του. Σήμερα ωστόσο θα εστιάσω επιλεκτικά, λόγω του περιορισμένου χώρου του περιοδικού, σε ορισμένα χαρακτηριστικά γεγονότα διαφόρων περιόδων της πολυκύμαντης ζωής του. Πιστεύω ότι αποκαλύπτουν ένα μέρος της προσωπικότητάς του:

Το πρώτο γεγονός αφορά στα χρόνια της παραμονής του στη Ν. Υόρκη[3] και στην έναρξη της συνεργασίας του με τις εκδόσεις της γνωστής ελληνόφωνης εφημερίδας «ΑΤΛΑΝΤΙΣ».[4] Ήταν αμέσως μετά το 1904, όταν η εφημερίδα από εβδομαδιαία έγινε καθημερινή και επεκτάθηκε και σε άλλες εκδοτικές δραστηριότητές, ασκώντας όλο και μεγαλύτερη επιρροή στους Έλληνες μετανάστες. Λίγα χρόνια αργότερα οι εκδότες της αδελφοί Βλαστοί πρωταγωνίστησαν με τα έντυπά τους στα γεγονότα του εθνικού διχασμού 1916-1920, που μεταφέρθηκε με ανάλογη ένταση και στις ελληνικές παροικίες της Αμερικής. Τάχθηκαν ενεργά με το μέρος του τότε βασιλιά Κωνσταντίνου και αντιδίκησαν γι’ αυτό το λόγο, φθάνοντας μέχρι τα ανώτατα αμερικανικά δικαστήρια, με την άλλη ελληνόφωνη εφημερίδα της Ν.Υ. τον «Εθνικό Κήρυκα»[5], που υποστήριζε τους φιλελεύθερους του Βενιζέλου.

Διώξεις

Ο Γιάννης Δ. Αικατερινάρης επαναπατρίστηκε και βρέθηκε κατά τα χρόνια του διχασμού στην Ελλάδα, όπου υπέστη όπως θα δούμε στη συνέχεια δικαστικές διώξεις, γιατί αρνήθηκε να στρατευτεί. Μήνες μετά τη λήξη του Α΄ παγκοσμίου πολέμου (Νοέμβριος 1918) και αφού υποχρεώθηκε στην ελάχιστη θητεία που προέβλεπε διάταξη του σχετικού ευεργετικού νόμου, επέστρεψε στις Ηνωμένες Πολιτείες απ’ όπου απελάθηκε στη Ρωσία μαζί με άλλους αλλοεθνείς. Θα μπορούσε μάλιστα να πει κανείς ότι οι διώξεις στις ΗΠΑ, αυτής της περιόδου, ήταν πρόδρομες εκείνων του Μακαρθισμού, που εκδηλώθηκαν τριάντα χρόνια αργότερα. Ήταν η εποχή που διανοούμενοι, καλλιτέχνες και ριζοσπάστες δέχθηκαν κάθε είδους πιέσεις για να αναγκασθούν τελικά σε εκπατρισμό προσωπικότητες, όπως ο Τσάρλι Τσάπλιν, ο Ζυλ Ντασέν κ.ά.

Όπως προκύπτει και από το ενδιαφέρον δημοσίευμα που ακολουθεί, οι πραγματικοί λόγοι της απέλασής του Γ. Δ. Αικατερινάρη και των ομοϊδεατών του οφείλονταν στην ιδεολογία τους και κυρίως στη συμμετοχή τους στις απεργιακές κινητοποιήσεις μετά τη λήξη του Α΄ παγκοσμίου πολέμου. Το κλίμα της εποχής αποδίδει με γλαφυρότητα ο «Μηνιαίος Εικονογραφημένος Εθνικός Κήρυξ», το περιοδικό δηλαδή της προαναφερομένης εφημερίδας, που έκφραζε την παράταξη των «φιλελευθέρων»[6]:

Τίτλος «Η Αμερική απελαύνουσα τους ριζοσπάστας» και στη συνέχεια «Εφ’ όσον αι Ην. Πολιτείαι ήσαν εμπόλεμοι και επομένως ο περί κατασκοπίας νόμος αυτών, ο ψηφισθείς μετά την κάθοδον της Αμερικής εις τον πόλεμον, αυστηρώς εφαρμόζετο, τα ριζοσπαστικά στοιχεία της χώρας, τα οποία απετελούντο ως επί το πλείστον από ξένους, δεν ηδύναντο να εύρουν πρόσφορον έδαφος δια την περί ανατροπής του καθεστώτος και προς καλλιέργειαν των ριζοσπαστικών και αναρχικών θεωρειών των απαισίαν προπαγάνδαν των. Όταν όμως συνήφθη η προς την Γερμανίαν ανακωχή, έπαυσε δε να εφαρμόζεται αυστηρώς ο περί κατασκοπίας νόμος, τα ριζοσπαστικά στοιχεία έλαβον και πάλιν θάρρος και, υποβοηθούμενα έξωθεν, ήρξαντο προβάλλοντα θρασείαν την κεφαλήν και απειλούντα τους πάντας και τα πάντα δια των ανατρεπτικών πάσης εξουσίας και αρχής θεωριών των. Η επίσημος Αμερική, καίτοι εις διαφόρους περιστάσεις απεδείχθη, ότι αι διάφοροι σημειωθείσαι ταραχαί κατά τας επισυμβάσας απεργίας, (…) οφείλοντο αποκλειστικώς εις τας ενεργείας των ξένων αναρχικών και ριζοσπαστών, εδείχθη επιεικής προς αυτούς (…). Όταν όμως τα ριζοσπαστικά στοιχεία, αποθρασυνθέντα, ήρχισαν φανερώς πλέον δια των εφημερίδων των, δια φυλλαδίων, δια συλλαλητηρίων και δια προκηρύξεων, να προσπαθούν να επιβάλλουν τας θεωρίας των (…) έλαβε σύντονα τότε μέτρα και εν διαστήματι ολίγων ημερών αι αστυνομικαί αρχαί του κράτους, βοηθούμενοι υπό πρακτόρων της κυβερνήσεως, συνέλαβον περί τας 2.000 αναρχικούς και ριζοσπάστας (…) των οποίων τους περισσότερους απήλασεν εις την Ρωσίαν επιβιβάσασα αυτούς επί Αμερικανικών μεταγωγικών.

Μεταξύ των απελαθέντων ήσαν και οι περιώνυμοι αναρχικοί Αλέξανδρος Μπέρκμαν και Έλμα Γκόλτμαν. Οι δύο ούτοι αναρχικοί είχον συλληφθή διαρκούντος του πολέμου, ως αποπειραθέντες να παρεμποδίσουν την στρατολογίαν, συνιστώντες εις τους στρατολογουμένους, όπως μη προσέλθωσιν εις τας τάξεις του στρατού, αλλά να προβάλλωσι βίαν, τονίζοντες ότι αι αρχαί θα ευρεθούν προ αδιεξόδου και θα αναγκασθούν να ανακαλέσουν το περί αναγκαστικής στρατολογίας διάταγμά των…»


Αξιοποιεί τις φιλολογικές του γνώσεις

Ο Γ. Δ. Αικατερινάρης πέρα από τη συμμετοχή του στους κοινωνικούς αγώνες (απεργίες, συλλαλητήρια κ.λπ.) βρήκε στη Ν. Υόρκη το κατάλληλο πεδίο για να αξιοποιήσει τις φιλολογικές του γνώσεις (διορθωτής κειμένων) και να αναπτύξει τις συγγραφικές του ικανότητες. Τα όσα σημειώνει ο πολύς Σόλων Βλαστός (Σύρος1852-Παρίσι1927) σε επιστολή που του έστειλε, αποτελούν κατά κάποιο τρόπο προοίμιο των όσων θα πραγματοποιήσει στην ώριμη ηλικία του. Προϊδεάζουν για την ποιότητα και ωριμότητα της σκέψης του:

«ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ 13 Μαΐου (1908)

Φίλε κύριε Αικατερινάρη, έλαβον και ανέγνωσα προ ολίγου την λίαν ενδιαφέρουσαν επιστολήν σας την οποίαν θα δημοσιεύσω το Σάββατον. Θα επεθύμουν πολύ εάν δεν σας δίδη κόπον να έλθετε προς αντάμωσίν μου αύριον Παρασκευήν το απόγευμα.

Υμέτερος

Σ(όλων) Βλαστός»


Η στάση του στον Α΄παγκόσμιο πόλεμο και τον εθνικό διχασμό

Το δεύτερο γεγονός σχετίζεται με τη στάση του Γιάννη Δ. Αικατερινάρη απέναντι στα όσα καταστροφικά συνέβαιναν κατά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο και ιδιαίτερα κατά το 1916-1917, όταν ο εθνικός διχασμός στη χώρα μας έφθασε στην κορύφωσή του. Τότε που η Χαλκιδική χαρακτηρίζονταν σαν ένα από τα μεγαλύτερα πεδία εσωτερικών συγκρούσεων.[7]

Στις αρχές του 1917 ο Γ. Δ. Αικατερινάρης και συντοπίτες του οδηγήθηκαν στο έκτακτο στρατοδικείο του Πολυγύρου. Οι λόγοι της δίωξής του ήταν ότι δεν ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση της γενικής επιστράτευσης -η κανονική κλάση του ήταν του 1900- που επέβαλαν οι «σύμμαχοί» μας για τις ανάγκες του «Μεγάλου πολέμου». Οι «επίστρατοι» της Χαλκιδικής (έφεδροι προς κατάταξη) εκδήλωναν με κάθε τρόπο την αντίθεσή τους στην «φιλοσυμμαχική» πολιτική της «Προσωρινής Κυβέρνησης Θεσσαλονίκης» (Βενιζέλος, Δαγκλής, Κουντουριώτης).

Οι «σύνδεσμοι των επιστράτων», ιδρυτής των οποίων ήταν ο Ιωάννης Μεταξάς, τους καθοδηγούσαν δυναμιτίζοντας ακόμη περισσότερο το κλίμα εναντίον των Αγγλογάλλων και της Αντάντ. Με την κατάλληλη προπαγάνδα μεγιστοποιούσαν τις αντιθέσεις και εκμεταλλεύονταν την πίστη απλών πολιτών στο βασιλιά και στην επιλογή της «ουδετερότητας», της μη συμμετοχής δηλαδή στον πόλεμο, που πρέσβευε η φιλοβασιλική Κυβέρνηση «του Κράτους των Αθηνών». Μια επιλογή, που κρίνονταν ελέγξιμη γιατί ευνοούσε, αν μη τι άλλο, τη μια πλευρά των εμπολέμων, τις δυνάμεις δηλαδή των κεντρικών αυτοκρατοριών (Γερμανία, Βουλγαρία, κ.λπ.).


Οι "λιποτάκτες"

Οι δυνάμεις της «Εθνικής Άμυνας», από την πλευρά των «Φιλελευθέρων», προσπαθούσαν με κάθε είδους καταναγκασμό και όπλα να αλλάξουν τις αποφάσεις των πολιτών, που είχαν διαφορετικά βιώματα και αφετηρίες στη λήψη των αποφάσεων τους. Χαρακτήριζαν ως λιποτάκτες και παραβαίνοντες το διάταγμα 39 της «Προσωρινής Κυβέρνησης Θεσσαλονίκης» τους «φιλοβασιλικούς», που «δρούσαν αντεθνικώς», χωρίς όμως να εξετάσουν ποτέ τις πραγματικές αιτίες που οδηγούσαν τους απλούς πολίτες σ’ αυτή τη στάση τους. Δεν εκλάμβαναν δηλαδή, ως ελαφρυντικό των ελέγξιμων -έστω- αποφάσεων τους, την κούραση από τους συνεχείς πολέμους, την ανασφάλεια και την απόγνωση, που δημιουργούσαν η πολύχρονη εγκατάλειψη των καλλιεργειών, η έλλειψη τροφίμων, η πείνα…

Παρουσιάζει ενδιαφέρον το γεγονός ότι στη Χαλκιδική ένας από τους πρωταγωνιστές αυτών των ενεργειών της «Εθνικής Άμυνας» ήταν ο Γ. Κονδύλης. Ο ίδιος που μερικά χρόνια αργότερα εγκατέλειψε την παράταξη των «φιλοβενιζελικών» και χρίστηκε … «αντιβασιλέας»!!! Αλλά και η ηττημένη παράταξη του 1917 ακολούθησε, τριάντα χρόνια αργότερα -ως εξουσία πλέον- ανάλογες με αυτές μεθόδους εναντίον των αντιπάλων της….


Η δίκη στο Έκτακτο Στρατιοδικείο Πολυγύρου

Το έκτακτο στρατοδικείο Πολυγύρου, που στεγάζονταν στο σημερινό Δημαρχείο, δίκασε στα τέλη του 1916 και την άνοιξη του 1917 εκτός από το Γιάννη Δ. Αικατερινάρη και αρκετούς άλλους Χαλκιδικιώτες ως φυγόστρατους, λιποτάκτες ή παραβαίνοντες το προαναφερόμενο διάταγμα της Προσωρινής Κυβέρνησης. Παρότι ετοιμάζομαι να δημοσιεύσω ένα εκτενέστερο σχετικό πόνημα, θεωρώ χρήσιμο να αναφερθώ σε μερικούς Πολυγυρινούς που δικάστηκαν εκείνη την περίοδο: Ήταν οι Γεώργιος Βασιλείου Τσίκουλας, Δημήτριος Μάνθου Ρόκος, Νικόλαος Παύλου Μπιλέτσος, Βασίλειος Ιωάννη Φαρδογιάννης, Χρήστος Ρούσος, Κωνσταντίνος Στιβαχτάρης, Γεώργιος Δέλλιου Δέλλιος και οι αδελφοί του Γιάννη Δήμου Αικατερινάρη, Νικόλαος (ο μεγαλύτερος) και Αριστείδης[8].

Παρά το γεγονός ότι καταδικάστηκαν αρκετοί απ’ αυτούς -σύντομα τους χορηγήθηκε αμνηστεία- ο ίδιος ο Γιάννης Δ. Αικατερινάρης αθωώθηκε. Ίσως γιατί θεωρήθηκε ότι οι λόγοι της άρνησης του να στρατευτεί δεν είχαν την ίδια αφετηρία με αυτούς των υπολοίπων (την πίστη τους στις επιταγές του βασιλιά, τις οικογενειακές ανάγκες κ.λπ.). Οι απόψεις του στηρίζονταν στην ιδεολογία και την βαθιά του καλλιέργεια και εκφράζανε το φιλειρηνικό κίνημα της Ευρώπης και τις θέσεις των πρώτων μαρξιστικών οργανώσεων της χώρας, στις οποίες και ανήκε. Ένωνε τη φωνή του με άλλους Ευρωπαίους, ζητώντας κι αυτός να σταματήσει ο πολύνεκρος πόλεμος, που όμοιό του δεν είχε γνωρίσει η ιστορία.

Το τρίτο χαρακτηριστικό γεγονός της ζωής του ανήκει στην περίοδο κατά την οποία Α, όπως αυτό προέκυψε λίγα χρόνια μετά την απελευθέρωση της Μακεδονίας το 1912, έχουν την δική τους διαχρονική αξία:


Το αγροτικό κίνημα της Χαλκιδικής

Το πρώτο συνδέεται με το αγροτικό κίνημα της Χαλκιδικής και τις διεκδικήσεις από τους αγρότες εκτάσεων, που φέρονταν ως ιδιοκτησίες μονών του Αγίου Όρους. Αναφέρεται στο ζήτημα των απαλλοτριώσεων των τούρκικων τσιφλικιών, αλλά και των αγιορείτικων μετοχίων της Χαλκιδικής, που απασχόλησε τους αγρότες της επαρχίας μας αμέσως μετά την ένταξη της στο νεοελληνικό κράτος των «νέων χωρών» (Μακεδονία, Ήπειρος κ.λπ.).

Ως γνωστό η κατοχή τίτλων ιδιοκτησίας (ταπιών) γεωργοκτηνοτροφικών εκτάσεων, κατά την οθωμανική περίοδο, επέσυρε δυσβάσταχτη φορολόγηση στους ελληνικής καταγωγής υπηκόους, όπως φυσικά και σε όλους τους αλλοεθνείς μικροϊδιοκτήτες γης. Αυτός ήταν και ένας από τους λόγους της παρατηρούμενης έλλειψης -σε μεγάλο βαθμό- τέτοιων τίτλων από τους Χαλκιδικιώτες, ασχέτως αν καλλιεργούσαν ή νέμονταν επί πολλές γενιές συγκεκριμένες εκτάσεις.

Στην κατηγορία των βαριά φορολογουμένων δεν ανήκαν, βέβαια, ούτε οι Έλληνες τσιφλικάδες – αντίστοιχοι των τούρκων μπέηδων – ούτε οι εξισλαμισθέντες έλληνες των «ελεύθερων» χωριών, που μπορούσαν να διατηρούν καλλιεργήσιμες εκτάσεις, χωρίς τη βαριά φορολόγηση.

Είναι γνωστό ακόμη ότι μέσα στο πλαίσιο αναγνώρισης δικαιωμάτων και υποχρεώσεων όλων των θρησκευτικών δογμάτων -ανάμεσά τους και της Ορθόδοξης Εκκλησίας- ως θεσμικών παραγόντων της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, τα μοναστήρια είχαν εξασφαλίσει από τον κατακτητή την φοροαπαλλαγή τους. Συχνά μάλιστα τους εκχωρούνταν, με Χρυσόβουλα βυζαντινών αυτοκρατόρων, εκτάσεις γης. Το καθεστώς αυτό συνεχίστηκε και με αλλοεθνείς ηγέτες, όπως ο Σέρβος Δουσάν ή Οθωμανοί ηγέτες.[9]

Η εξασφάλιση φορολογικών προνομίων της Ορθόδοξης Εκκλησίας οδηγούσε συχνά έλληνες αγρότες σε αποφάσεις δωρεάς των αγρών τους σε μοναστήρια, ενώ οι ίδιοι κρατούσαν ένα άτυπο δικαίωμα νομής τους.


Τα αγιορείτικα μετόχια και ο μοναχισμός

Οι απόψεις του Γιάννη Δήμου Αικατερινάρη για τα αγιορείτικα μετόχια και το μοναχισμό, αλλά και οι γνώσεις του για τις φιλοσοφικές θέσεις άγνωστων για το ευρύ κοινό διανοητών, παρουσιάζουν αναμφίβολα ενδιαφέρον. Γίνονται μάλιστα ακόμη σημαντικότερες, αν λάβει κανείς υπόψη του τόσο την χρονική περίοδο κατά την οποία διατυπώθηκαν, όσο και το γεγονός ότι «μιλούσε» ως θεσμικός εκπρόσωπος του αγροτικού κόσμου του Πολυγύρου. Δείγμα αυτών των απόψεων αποκαλύπτεται στο κείμενο-επιστολή του, που δημοσίευσε το 1920 η γνωστή στο πρώτο μισό του 20ου αιώνα «ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΩΝ», που εκδιδόταν στη Θεσσαλονίκη από το γνωστό πρωτοπόρο της ελληνικής δημοσιογραφίας Νίκο Καστρινό.

Αντιγράφω ολόκληρο το τολμηρό για την εποχή εκείνη κείμενο, όπως το καταχώρησε η «ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΩΝ» στην πρώτη σελίδα του υπ’ αριθ. 502 φύλλου της, την Κυριακή 5η Ιανουαρίου 1920[10]. Επιβεβαιώνονται άλλωστε και στην εποχή μας οι διαχρονικές αλήθειες του:

«ΤΑ ΜΕΤΟΧΙΑ ΤΗΣ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ

Κύριε διευθυντά

Αργά περιήλθεν εις γνώσιν μου αρθρογραφία υπό τον τίτλον «Μία δικαία διαμαρτυρία εξ Αγίου Όρους, η ηθική και το συμφέρον» με την υπογραφήν Ευδόκιμος ο Ξηροποταμινός, όστις ζητεί να μάθη ποίοι ήσαν εκείνοι που εις το Παγχαλκιδικόν Συνέδριον ετόλμησαν να προτείνουν όπως εκδιωχθούν οι καλόγηροι από τα μετόχια εις τα οποία διαμφισβητεί ότι διαπράττονται ανήθικοι πράξεις εις βάρος των οικογενειών εκείνων, που έχουν το ατύχημα να δουλεύουν ως κολίγοι εις αυτά. Νομίζω ότι επιβάλλεται να απαντήσω δια δύο λόγους:

1) διότι το ζήτημα της απαλλοτριώσεως των καλογερικών κτημάτων είνε ζήτημα κοινωνικόν και

2) διότι ο θεσμός του μοναχισμού δεν εκπληροί, ούτε εξεπλήρωσε ποτέ κανένα προορισμόν.

Εις το Συνέδριον τούτο παρεκάθησα ως αντιπρόσωπος εν τη ιδιότητί μου, ως πρόεδρος της Αδελφότητος των γεωργών Πολυγύρου «η Δήμητρα». Μεταξύ των ζητημάτων άτινα επρόκειτο να συζητηθούν εις το άνω Συνέδριον ήτο και το αγροτικόν.

Ο εισηγητής αυτού κ. Λέτσας ανέπτυξεν την κυβερνητικήν άποψιν υποστηρίξας ότι διά του νόμου 1072 η Κυβέρνησις απεσκόπει αφ’ ενός μεν να διευκολύνει την θέσιν των ακτημόνων καλλιεργητών, ενοικιάζουσα εις αυτούς ωρισμένον αριθμόν στρεμμάτων γης, αφ’ ετέρου δε να αφήση εις τον τσιφλικά το ήμισυ των γαιών του, αίτινες καλλιεργούμεναι παρ’ αυτού δια τελειοτέρων μέσων θα εχρησίμευον εις τους πρώην κολίγους του ως υπόδειγμα. Ο νόμος δυστυχώς ουδεμίαν μνείαν έκαμνε δια τα μετόχια, τα οποία εις την Χαλκιδικήν αποτελούν χωρίς υπερβολήν τα 9/10 των καλλιεργησίμων γαιών.

Συζητουμένου λοιπόν του γεωργικού ζητήματος έπρεπε η γεωργική αντιπροσωπεία ήτις παρευρίσκετο εκεί να εκφράση την γνώμην της, ποία στάσιν οφείλει να τηρήση ο γεωργικός κόσμος της Χαλκιδικής, απέναντι των λαμβανομένων υπό της Κυβερνήσεως μέτρων δια την αποκατάστασιν των ακτημόνων και ιδού πως ευρέθην αντιμέτωπος των καλογήρων.

Ώστε βλέπετε δεν πρόκειται να εξετασθή εάν οι καλόγηροι είνε ηθικοί και χρήσιμοι άνθρωποι, διότι περί τούτου δεν χωρεί δευτέρα γνώμη, όπως το επιβεβαίωσαν τα παταγώδη χειροκροτήματα, άτινα εκάλυψαν τους λόγους μου, αλλ’ εάν τα κτήματα των αγιορειτικών μονών τα ευρισκόμενα εις Χαλκιδική πρέπει να εξαιρεθούν από τον άνω νόμον ή να απαλλοτριωθούν και αυτά το ταχύτερον και ει δυνατόν αμέσως και να ζήσουν και οι εν αυτοίς εργαζόμενοι κολίγοι ως άνθρωποι, τουλάχιστον υπό τας ιδίας κοινωνικάς συνθήκας, ως και οι λοιποί γεωργοί και καλλιεργηταί της Χαλκιδικής.

To να ισχυρίζεται ο πατήρ Ξηροποταμινός ότι τα μετόχια εδώρισαν οι αείμνηστοι κτήτορες, όπως οι εξ αυτών συντηρούμενοι μοναχοί αναπέμπουν ευχές και δεήσεις εις τον πανάγαθον θεόν, νομίζω είνε γελοίον, διότι ζώμεν εις αιώνα όπου αι θετικαί επιστήμαι κατέρριψαν όλας τας καλογερικάς προλήψεις.

Εάν λοιπόν ο πανάγαθος δεν επεκύρωσεν, ως φαίνεται, τα Χρυσόβουλα, ή Δωρητήρια, ή Αφιερώματα, ή Φιρμάνια, ή Πωλητήρια, εις τους αγίους μοναχούς είνε επιτετραμμένον και εις ημάς να ζητώμεν να μοιράσωμεν εις τους ακτήμονας χωρίς να ασεβήσωμεν προς αυτόν.

Όσον αφορά το ζήτημα της ηθικής παραπέμπω τον Ξηροποταμινόν εις τα συγγράμματα του Γκίβων[11], Σλουμπέργερ[12] κ.λ.π. όπου θα πληροφορηθή τα περί της ηθικής του καλογηρισμού».


Το άρθρο στην Εφημερίδα των Βαλκανίων

β. Το άλλο ενδιαφέρον κείμενο αφορά σε άρθρο του Γιάννη Δ. Αικατερινάρη, που δημοσιεύθηκε σε πρωτοσέλιδο της προαναφερόμενης εφημερίδας, δυο χρόνια μετά τη δημοσίευση του προηγουμένου. Επισημαίνεται σ’ αυτό η ανάγκη οργάνωσης των αγροτών, ενώ παράλληλα ασκεί κριτική στον «παλαιοκομματισμό» και στην εξάρτησή του από τους τσιφλικάδες:

«ΤΟ ΑΓΡΟΤΙΚΟΝ ΣΥΝΕΔΡΙΟΝ

Το συνελθόν εν Αθήναις Πανελλήνιον Αγροτικόν συνέδριον φαίνεται ότι θα αποτελέση σταθμόν σημαντικόν εν τη οικονομική και κοινωνική εξελίξει της χώρας μας. Εάν η πρόοδος πάσης χώρας εξαρτάται πρωτίστως από την οικονομικήν και παραγωγικήν ανάπτυξιν αυτής, εις ταύτην δεν δύναται να συντελέση παρά μόνον η οργάνωσις των παραγωγικών τάξεων. Τοιούτον δε σκοπόν επιδιώκει ως φαίνεται εκ των μέχρι τούδε συζητήσεων και το Πανελλήνιον Αγροτικόν συνέδριον. Η οργάνωσις της πολυπλυθεστάτης αγροτικής τάξεως της χώρας μας επαγγελματικώς και πολιτικώς θα αποβή ενεργετικοτάτη όχι μόνον δια τα συμφέροντα των ιδίων των αγροτών, αλλά και δια την πολιτείαν εν γένει και δια την ελληνικήν παραγωγήν.

(…) Ο παλαιοκομματισμός αποτελούμενος από χρεώσεις απέναντι των τσιφλικάδων, δεν δύναται να συντελέση εις τη ευρείαν καλιέργειαν και την αποκατάστασιντων καλλιεργητών. Τούτο θα γίνη μόνον δια της οργανώσεως αυτών και δια τούτο το Αγροτικόν συνέδριον χαιρετίζεται υ’ όλων των υγιών στοιχείων της χώρας μας». [13]

Τρεισήμισι χρόνια μετά την δημοσίευση του παραπάνω άρθρου του ο Γ. Δ. Αικ. διορίζεται και υπηρετεί από διοικητική πλέον θέση[14] τους συνεταιρισμένους αγρότες. Η Ομοσπονδία Γεωργικών Συνεταιρισμών Μακεδονίας αναγνωρίζει την επάρκεια των υπηρεσιών του κατά το μικρό διάστημα που εργάστηκε: «Θεσσαλονίκη 30 Ιουνίου 1926, Πιστοποιητικόν … ο Ιωάννης Αικατερινάρης του Δήμου, κατά το χρονικόν διάστημα της υπηρεσίας του ως λογιστού προϊσταμένου εις την καθ’ ημάς Ο. Γ. Σ. Μακεδονίας, ήτοι από του Σεπτεμβρίου 1925 μέχρι τέλους Ιουνίου 1826, επεδείξατο ζήλον, αφοσίωσιν και απαράμιλλον εντιμότητα, εξετέλεσε δε ευσυνειδήτως τα εκάστοτε ανατιθέμενα αυτώ καθήκοντα».

Για την ιστορία θα πρέπει να πω ότι ο Ελευθέριος Βενιζέλος το 1932 -δώδεκα χρόνια δηλαδή μετά την δημοσιοποίηση των απόψεων του Γιάννη Αικατερινάρη για τα μετόχια- απαλλοτρίωσε την πλειονότητα όσων απ’ αυτά βρίσκονταν εκτός της επικράτειας του Αγίου Όρους. Ο λόγος που επικαλέσθηκε είχε ως βάση την ανάγκη ανάπτυξης του αγροτικού εποικισμού των προσφύγων της Μικράς Ασίας. Αυτό όμως δεν έγινε χωρίς ανταλλάγματα. Το ελληνικό Δημόσιο υποχρεώθηκε στην ετήσια καταβολή προς τους αγιορείτες χρηματικών ποσών, των αποκαλουμένων «μετοχιακών μισθωμάτων».


Η απαλλοτρίωση των τσιφλικιών

Στη Χαλκιδική όμως τα μετόχια δεν διατέθηκαν στο σύνολό τους για τον σκοπό για τον οποίο απαλλοτριώθηκαν, για την αποκατάσταση δηλαδή των προσφύγων. Ελώδεις παραλιακές εκτάσεις, δάση και τσιφλίκια της χερσονήσου κάλυψαν ένα μεγάλο μέρος αυτών των αναγκών. Όση γη περίσσεψε από την απαλλοτρίωση των αγιορείτικων μετοχίων και την εν συνεχεία διάθεσή της στους πρόσφυγες, παρέμεινε στο ελληνικό Δημόσιο και καλλιεργείται μέχρι σήμερα από τους αγρότες της Χαλκιδικής, έστω κι αν κατά διαστήματα οι αγιορείτες εξακολουθούν να τη διεκδικούν…

Ο Γιάννης Δ. Αικατερινάρης για να μπορέσει να ζήσει με αξιοπρέπεια τα ύστερα χρόνια της ζωής του, εργάστηκε ως λογιστής σε εμπορικό κατάστημα του Πολυγύρου. Τον κρατάω ακόμη στη μνήμη μου σαν ένα στωικό, νηφάλιο και σοφό γέροντα. Μέσα στο ζοφερό μετεμφυλιοπολεμικό κλίμα των μέσων του περασμένου αιώνα, κατάφερνε να παραμένει ένας πολίτης της γης με αλώβητες τις ιδέες του και πλούσιες τις εμπειρίες ζωής. Οραματιζόταν μέχρι τέλους ένα δικαιότερο κόσμο.


Σημειώσεις

[1] Για την πραγματική ονομασία της οικογένειας Παπαγιαννάκη-Αικατερινάρη, αντί της αυθαίρετης -ή έστω χωρίς γραπτές μαρτυρίες- ονομασίας «Παπαγεωργάκη» έχω γράψει πολλές φορές. Αποτέλεσε, ωστόσο, ευχάριστη έκπληξη για μένα η διαπίστωση ότι και ο έγκυρος ιστορικός Απόστολος Βακαλόπουλος στο σύγγραμμά του «1354-1833 Ιστορία της Μακεδονίας» Θεσσαλονίκη 1992 (σ.554) αναφέρει «ως μυημένους στη Φιλική Εταιρεία τις οικογένειες Παπαγιαννάκη και Κωτσάρα του Πολυγύρου». Το δεύτερο επίθετο αφορά προφανώς στη γνωστή οικογένεια Κωστάρα, γόνος της οποίας ήταν η Αικατερινάρα, σύζυγος του Κύρκου Παπαγιαννάκη και αδελφή της γυναίκας του Φιλικού και μάρτυρα του 1821 Χρήστου Μενεξέ. Στο πόνημα του Κωστάκη Τάττη «το 1821 εν Θεσσαλονίκη, ποιοι οι πρώτοι ήρωες και μάρτυρες» που αναδημοσιεύει η Αγγελική Β. Μεταλλινού στο βιβλίο της «Παλαιά Θεσσαλονίκη» -στις αρχές του 20ου αιώνα- μνημονεύεται η γυναίκα του Κύρκου Παπαγιαννάκη-Αικατερινάρη (σ.26) ότι «έδρασε μεγάλως εις Πολύγυρον κατά την επανάστασιν της Χαλκιδικής, ονομασθείσα δια την γενναιότητά της Κατερνάρα, εξ ης κατάγεται η οικογένεια των Κατερνάρηδων εν Πολυγύρω».

[2] Διετέλεσε κατά διαστήματα «εφημεριδογράφος» (εκδότης) των γνωστών επίσημων εφημερίδων της εποχής «Γενική» (1825-1832) και «Εθνική» (1832-1833). Για τον σημαντικό αυτό Πολυγυρινό ελπίζω να γράψω σύντομα, καθώς εμπλούτισα το αρχείο μου με πρόσθετα στοιχεία, που βρήκα κατά την πρόσφατη επίσκεψή μου στην Αμερική. Με εντυπωσίασαν, ιδιαίτερα, οι σχέσεις του με τους φιλέλληνες, που στήριξαν την ελληνική επανάσταση.

[3] Γι’ αυτό το λόγο κατά την επιστροφή του στην Ελλάδα απέκτησε το προσωνύμιο «ο Αμερικάνος».

[4] Την εφημερίδα «ΑΤΛΑΝΤΙΣ» και την γενικότερη εκδοτική επιχείρηση έστησαν στη Ν. Υόρκη οι αδελφοί Σόλων και Δημήτριος Βλαστός το 1894.

[5] Η εφημερίδα αυτή εξακολουθεί να εκδίδεται μέχρι σήμερα.

[6] Τεύχος Ιανουαρίου 1920, σ.6.

[7] Βλ. Γ. Κ. Αικατερινάρη, «Η Χαλκιδική στον Εθνικό Διχασμό (1916-1917)», περιοδικό «ΠΟΛΥΓΥΡΟΣ»: τ.10, Μάιος-Ιούνιος 2002, σελ. 10, τ.11, Ιούλιος - Αύγουστος 2002, σελ.17, τ.12, Σεπτέμβριος – Οκτώβριος 2002, σελ. 25, τ.13, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 2002, σελ.24, τ.14, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2003, τ.15, Μάρτιος-Απρίλιος 2003, σελ.19, τ.16, Μάιος-Ιούνιος 2003, σελ.21.

[8]Το τραγικό είναι ότι μόλις πριν τέσσαρα χρόνια από την καταδίκη τους, ο μικρότερος αδελφός τους Αλέξανδρος Δήμου Αικατερινάρης, που κατατάχθηκε ως εθελοντής στα απελευθερωτικά στρατεύματα, σκοτώθηκε στη μάχη του Μπιζανίου, στις 18 Φεβρουαρίου 1913. Ήταν ένας ακόμη νεκρός στο μακρύ κατάλογο θυσιών της οικογένειας Αικατερινάρη. Στα μεταγενέστερα χρόνια ακολούθησαν κι άλλοι…

[9] Βλ. κείμενο Ανδρέα Ανδριανόπουλου, όπως αναρτήθηκε στις 15 Σεπτεμβρίου στο internet (από το PRESS-GR, 14/8/2008): «…Δεν είναι εύκολο για τον απλό πολίτη να κατανοήσει πώς, μια μαχόμενη εκκλησία που υποτίθεται πως εδιώχθη για την πίστη της και στελέχη της θεωρείται πως θυσιάστηκαν στο βωμό της σύγκρουσης με τους «άπιστους» Οθωμανούς, απολάμβανε τέτοιων προνομίων στη διάρκεια της λεγόμενης Τουρκοκρατίας. Μάλιστα, τα ντοκουμέντα που προσκόμισε η Ιερά Μονή Βατοπεδίου σημειώνουν με ξεκάθαρο τρόπο πως οι Μονές του Αγίου Όρους δεν υπήρξαν «δορυάλωτες». Δηλαδή, δεν κατελήφθησαν υπό των Τούρκων με το δόρυ, μετά από κάποια σύγκρουση, αλλά «συνθηκολόγησαν πριν από την κατάκτηση». Φροντίζοντας δηλ. να εξασφαλίσουν τα προνόμιά τους, δίχως να θιγούν στο παραμικρό τα περιουσιακά τους στοιχεία»

[10] Το εντόπισε στην προαναφερομένη εφημερίδα ο Δ. Κύρου, φιλόλογος και θεολόγος από την Αρναία. Χαλκιδικής.

[11] Πρόκειται για τον Άγγλο ιστορικό και πολιτικό Edward Gibbon (1737-1794). Το εξάτομο έργο του «Η ιστορία της παρακμής και η πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας» που δημοσιεύθηκε από το 1776 έως το 1789, τον καθιέρωσε ως έναν από τους μεγαλύτερους ερευνητές της αρχαίας Ρώμης. Αμφισβητώντας τις ιστορικές ερμηνείες της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, υποστήριξε ότι από τότε που ο Χριστιανισμός πήρε το πάνω χέρι, οι απώλειες χριστιανών από ενέργειες ομοϊδεατών τους (δηλαδή χριστιανών) ήταν μεγαλύτερες από εκείνες που υπέστησαν οι χριστιανοί από τους Ρωμαίους.

[12] Πρόκειται για τον Leon-Gustave Schlumberger (1844-1929) διαπρεπή Γάλλο βυζαντινολόγο, συλλέκτη και μελετητή νομισμάτων. Προφανώς ο Γ. Δ. Αικ. είχε μελετήσει τα βιβλία του: Σιγγιλιογραφία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Η βυζαντινή εποποιία κατά τα τέλη του 10ου αιώνα (3 τόμοι) (ελ. τίτλος: Ο αυτοκράτωρ Ιωάννης Τσιμισκής και η βυζαντινή εποποιία), Η πολιορκία, η άλωση και η λεηλασία της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους το 1453 (ελ. τίτλος: Κων/ντίνος Παλαιολόγος και η πολιορκία και η άλωσις της Κωνσταντινουπόλεως υπό των Τούρκων) κ.ά.

[13] «ΕΦΗΜΕΡΙΣ ΤΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΩΝ», φύλλο της 14ης Ιανουαρίου 1922.

[14] Στο σχετικό έγγραφο της Ο. Γ. Συνεταιρισμών Μακεδονίας προς τον Γ. Δ. Αικ. και με ημερομηνία 10 Σεπτεμβρίου 1925 γράφει: «Διορίζομεν υμάς ως γραμματέα της Ομοσπονδίας με μισθόν δραχμών δύο χιλιάδων (2000) μηνιαίως. Παρακαλούμεν όθεν όπως προσέλθετε το ταχύτερον εις τα γραφεία μας και αναλάβητε τα καθήκοντά σας».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.