Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2020

Η Πολυτεχνική Σχολή ΑΠΘ για το "Πολυτεχνείο" Θεσσαλονίκης

Το έτος 2005, η Πολυτεχνική Σχολή του ΑΠΘ, είχε κυκλοφορήσει ένα ενδιαφέρον φυλλάδιο με αφορμή τη συμπλήρωση τότε 50 χρόνων ζωντανής παρουσίας της σχολής (1955-2005). Κι εκεί, υπήρχε μία λεπτομερής εξιστόρηση, σε κείμενα του Δημήτρη Αραβαντινού, των όσων διαδραματίστηκαν στις 17 Νοέμβρη 1973 με την κατάληψη του Πολυτεχνείου Θεσσαλονίκης από τους φοιτητές για να εκδηλώσουν την αντίθεσή τους στο απάνθρωπο καθεστώς της χούντας.

Παραθέτουμε στη συνέχεια τα όσα αναφέρονταν στο σημαντικό και άκρως κατατοπιστικό εκείνο φυλλάδιο:

Το "Πολυτεχνείο" της Θεσσαλονίκης

Οι σποραδικές συγκρούσεις με την αστυνομία, ανάμεικτες με μικρά διαλείμματα ηρεμίας που για λίγες μέρες επικρατούσαν, φάνηκε πως δεν ήταν παρά προανάκρουσμα για την μπόρα που θα ακολουθούσε από τη διαρκώς διογκούμενη λαϊκή δυσαρέσκεια. Το μνημόσυνο για την πέμπτη επέτειο του θανάτου του Γεωργίου Παπανδρέου, στις 4 Νοεμβρίου 1973 στην Αθήνα, στάθηκε η αφορμή. Η μεγάλη λαϊκή συμμετοχή και η έκδηλη αντίθεση στο καθεστώς πυροδότησαν συγκρούσεις με την αστυνομία, που συνοδεύτηκαν από τραυματισμούς και συλλήψεις πολιτών. Το φορτισμένο κλίμα κράτησε μια ολόκληρη εβδομάδα και κατέληξε στα γνωστά γεγονότα του Πολυτεχνείου. Η σπίθα όμως αστραπιαία μεταδόθηκε σε όλες τις πόλεις της χώρας που διέθεταν τότε πανεπιστημιακά ιδρύματα, στη Θεσσαλονίκη, στην Πάτρα, στα Ιωάννινα.

Στο πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ένταση επικρατούσε από το πρωί της 16ης Νοεμβρίου σε όλες τις σχολές. Οι εξελίξεις στην Αθήνα ήταν γνωστές, αν και επικρατούσε σύγχυση για την πραγματική ροή των γεγονότων. Οι ειδήσεις στις εφημερίδες ήταν λογοκριμένες και η επίσημη ενημέρωση από το ραδιόφωνο και την τηλεόραση (τότε μόνον το κρατικό ΕΙΡΤ και η στρατιωτική ΥΕΝΕΔ υπήρχαν) απέδιδε προφανώς μόνο την κυβερνητική εκδοχή, αποσιωπώντας ή διαστρεβλώνοντας ότι δεν συνέφερε στο καθεστώς.

Χιλιάδες φοιτητές συγκεντρώθηκαν έξω από την Πολυτεχνική Σχολή ΑΠΘ για συμπαράσταση 

Το κυλικείο της Πολυτεχνικής από το πρωί εκείνης της ημέρας είχε ασυνήθιστη κίνηση. Είχαν καταφθάσει φοιτητές και από άλλες σχολές με εντονότερη την παρουσία της Φιλοσοφικής και της Νομικής. Υπήρχε διάχυτη η αίσθηση ότι κάτι έπρεπε να γίνει και στη Θεσσαλονίκη. Οι πολιτικές συζητήσεις είχαν ανάψει και το κλίμα “ζεσταινόταν” όλο και περισσότερο, καθώς η μέρα προχωρούσε και η συγκέντρωση του κόσμου μεγάλωνε. Οι πιο συντηρητικές εκδοχές υπολόγιζαν τους συγκεντρωμένους στα χίλια πεντακόσια άτομα, ενώ οι αισιόδοξες εκτιμήσεις τα ανέβαζαν στα δυόμισι με τρεις χιλιάδες.

Δεν χρειάστηκε να περάσει πολύς χρόνος. Το μεσημέρι της 16ης Νοεμβρίου η Πολυτεχνική Σχολή τελούσε υπό κατάληψη. Δεν άργησε να στηθεί και ο ραδιοφωνικός πομπός και η φωνή της Κλεοπάτρας Παπαγεωργίου, της φοιτήτρια της Αρχιτεκτονικής, της εκφωνήτριας του “Ελεύθερου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης”, ήχησε στα αυτιά όλων όσων μπόρεσαν να συλλάβουν το ασθενές σήμα που εξέπεμπε ο σταθμός.

Ένα από τα συνθήματα που μετέδιδε ο ραδιοσταθμός των φοιτητών
Τα ανακοινωθέντα χωρίς περιστροφές δήλωναν τους στόχους του εγχειρήματος: πτώση του καθεστώτος και επάνοδο της δημοκρατίας, με αποκατάσταση όλων των πολιτικών ελευθεριών. Ταυτόχρονα, έκκληση προς τον κόσμο για συμπαράσταση και βοήθεια. Στο εσωτερικό της σχολής άρχισε η οργάνωση των φοιτητών με την ανάδειξη συντονιστικής επιτροπής από εκπροσώπους όλων των σχολών και το σχηματισμό διαφόρων ομάδων με συγκεκριμένα καθήκοντα: σίτιση, περίθαλψη, περιφρούρηση κλπ.

Άμεση όμως ήταν και η αντίδραση του καθεστώτος, που φυσικά κινήθηκε με το δικό του τρόπο. Μέχρι το βράδυ τη σχολή είχαν ζώσει οι δυνάμεις καταδρομών. Τα τανκς είχαν σταματήσει μπροστά στην είσοδο και ισχυροί προβολείς είχαν μεταμορφώσει τη νύχτα σε μέρα. Γύρω από το πανεπιστήμιο πυκνά μπλόκα της αστυνομίας απέτρεπαν οποιονδήποτε θα ήθελε να πλησιάσει. Το τελεσίγραφο σαφές και λιτό: “Εκκενώστε τη σχολή αμέσως”.


Η απάντηση ήρθε αρνητική. Οι φοιτητές αρνήθηκαν να αποχωρήσουν και δήλωσαν αποφασισμένοι να παραμείνουν μέσα στο κτίριο. Καθώς όμως προχωρούσε η νύχτα κι έρχονταν τα νέα από την Αθήνα, το κλίμα γινόταν όλο και πιο βαρύ. Οι λιγοστές μα και ανεξακρίβωτες πληροφορίες μιλούσαν για συλλήψεις, για ξυλοδαρμούς και για τους πρώτους νεκρούς. Η συντονιστική επιτροπή συνεδρίαζε συνεχώς, προσπαθώντας να εκτιμήσει τα γεγονότα και να διαμορφώσει την τακτική της. Στάθμισε τα δεδομένα και στο νέο τελεσίγραφο, που ουσιαστικά ήταν επανάληψη του πρώτου με τη μόνη προσθήκη “Αν δεν βγείτε εσείς, θα σας βγάλουμε εμείς”, προσπάθησε να διαπραγματευτεί την αποχώρηση: Αυτή να γίνει το πρωί, με το φως της ημέρας και όχι μέσα στη νύχτα. 

Το αίτημα απορρίφθηκε και οι φοιτητές ζήτησαν να έρθουν ο πρύτανης και ο εισαγγελέας για να εγγυηθούν την ασφαλή τους αποχώρηση. Ήταν 4 το πρωί του Σαββάτου 17 Νοεμβρίου. Στην είσοδο της σχολής είχαν έρθει ο νομάρχης Θεσσαλονίκης Ν. Κούρναβος, ο προϊστάμενος της εισαγγελίας πλημμελειοδικών Στ. Παπαδέλλης και ο πρύτανης του πανεπιστημίου και καθηγητής της Θεολογικής Σχολής Ευάγγελος Σδράκας.


Η συζήτηση με τη συντονιστική επιτροπή ήταν σύντομη. Αν βεβαίως μπορεί να θεωρηθεί συζήτηση ο διάλογος που διαμείφθηκε στα σκαλοπάτια της σχολής και κάτω από τον εκκωφαντικό θόρυβο των μηχανών των τανκς και το εφιαλτικό ψυχολογικό κλίμα που προκαλούσαν. Ο πρύτανης δήλωσε ότι δεν ήταν διατεθειμένος να κάνει διαπραγματεύσεις και τους κάλεσε να εγκαταλείψουν αμέσως τη σχολή. Οι φοιτητές επέμειναν ότι δεν θα αποχωρήσουν, αν δεν υπάρξουν εγγυήσεις για την ασφάλεια και τη ζωή τους. Τελικά ο εισαγγελέας τους υποσχέθηκε ότι δεν θα τους ενοχλήσει κανείς, αν εξέλθουν αμέσως από το κτίριο.

Γύρω στις 4,30 άρχισαν να εγκαταλείπουν τη σχολή οι πρώτοι φοιτητές. Έβγαιναν δύο-δύο και κρατούσαν με το χέρι ψηλά τη φοιτητική τους ταυτότητα, σύμφωνα με απαίτηση του επικεφαλής του στρατιωτικού τμήματος. Στην έξοδο 30 περίπου άνδρες του φοιτητικού συνδικαλιστικού της ασφάλειας, παρατεταγμένοι δεξιά και αριστερά, τους διαχώριζαν, επιλέγοντας κάποιους από αυτούς. Αλλά και λόσοι αφήνονταν ελεύθεροι δεν προλάβαιναν να απομακρυνθούν πολύ. Δέχονταν λίγο παρακάτω την επίθεση των ανδρών της εθνικής ασφάλειας με στρατιωτικά και πολιτικά. Κυνηγητό, συλλήψεις, ξυλοδαρμοί με χέρια και με γκλομπς μέσα στο δρόμο και στα σκοτεινά δρομάκια του πανεπιστημίου. Πολλοί τραυματίστηκαν, κάποιοι έπεσαν κάτω και άλλοι έτρεχαν καταδιωκόμενοι, προσπαθώντας να ξεφύγουν προς κάθε κατεύθυνση. Ελάχιστοι, που κατάφεραν να φτάσουν στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, στάθηκαν πιο τυχεροί. Οι γιατροί, με κίνδυνο και οι ίδιοι να συλληφθούν, τους έντυσαν με τις λευκές ιατρικές μπλούζες ή τους έκρυψαν σε κάποια υπόγεια δωμάτια. Οι διώκτες τους, που σχεδόν αμέσως κατέφθασαν ξωπίσω τους, εφόρμησαν στο νοσοκομείο, όμως παραπλανήθηκαν και δεν τους συνέλαβαν.

Οι άνδρες των δυνάμεων ασφαλείας που εισέβαλαν στην Πολυτεχνική Σχολή, μετά την έξοδο των φοιτητών, προκάλεσαν εκτεταμένες φθορές, τις οποίες στη συνέχεια απέδωσαν στους "βανδαλισμούς των αναρχικών φοιτητών, οίτινες υπό ξένων στοιχείων υπεκινήθησαν".

Σε μία με δύο ώρες περίπου, με το πρώτο φως της ημέρας το Πολυτεχνείο είχε εκκενωθεί. Από τους έγκλειστους λίγοι κατάφεραν να διαφύγουν αλώβητοι. Αυτοί που συνελήφθησαν, στοιβάχτηκαν στις κλούβες της αστυνομίας, σε στρατιωτικά οχήματα και σε περιπολικά. Οδηγήθηκαν όλοι στα κελιά της κρατικής ασφάλειας, όπου δέχτηκαν νέες επιθέσεις και ξυλοδαρμούς.

Σε 157 ανέρχονταν οι συλληφθέντες εκείνης της νύχτας. Ο αριθμός τους συμπληρώθηκε και με άλλους τόσους περίπου που αναζητήθηκαν στα σπίτια τους τις επόμενες ημέρες ή κλήθηκαν να παρουσιαστούν στα γραφεία της κρατικής ασφάλειας. Από το σύνολο των συλληφθέντων παρέμειναν τελικά στα κρατητήρια 35 άτομα. Από αυτούς οι 27 οδηγήθηκαν στις τότε στρατιωτικές φυλακές του Επταπυργίου (Γεντί Κουλέ) και οι υπόλοιποι 8, κυρίως γυναίκες, στις φυλακές του Τμήματος Μεταγωγών των Διαβατών. Έχοντας θεωρητικά σε εκκρεμότητα την προσαγωγή τους σε στρατοδικείο, απολύθηκαν και αυτοί τις παραμονές των Χριστουγέννων, με απόφαση του υπουργού παιδείας και καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Παναγιώτη Χρήστου που είχε αναλάβει καθήκοντα στην κυβέρνηση του νέου στρατιωτικού καθεστώτος του Δ. Ιωαννίδη.

Το αποτέλεσμα της αστυνομικής εισβολής
Την επόμενη ημέρα της 17ης Νοεμβρίου η διορισμένη διοίκηση της ΦΕΑΠΘ με ανακοίνωσή της δήλωνε ότι “ουδεμίαν σχέσιν είχεν με τα όσα συνέβησαν εις τον χώρον του Πολυτεχνείου” και καλούσε τους φοιτητές να παραμείνουν προσηλωμένοι στις εκπαιδευτικές τους υποχρεώσεις και να καταδικάσουν τις πράξεις των “ταραχοποιών” διότι εκπορεύονταν από τη δράση “αναρχικών και κομμουνιστικών στοιχείων...”.

ΟΙ εφημερίδες -λογοκριμένες- έγραφαν ότι αποκαταστάθηκε η τάξη με την εκκένωση του κτιρίου της Πολυτεχνικής Σχολής και χωρίς να δημιουργηθούν επεισόδια. Ανέφεραν δε ότι δεν ήταν γνωστό εάν έγιναν συλλήψεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.