Οι
κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν οι λειτουργοί της ενημέρωσης (δημοσιογράφοι,
φωτορεπόρτερ και κάμεραμαν) κατά την εκπλήρωσή των καθηκόντων τους, αλλά και η
ανάγκη περιφρούρησης της ελευθερίας του Τύπου, υπογραμμίστηκαν κατά την
παρουσίαση του βιβλίου Camera Belli του τιμημένου με το
βραβείο «Emmy», ελληνοαμερικανού εικονολήπτη Πωλ
Βιττωρούλη που έγινε στο θέατρο «Αμαλία».
Οι
δημοσιογράφοι Παντελής Σαββίδης και Σταύρος Τζίμας και ο
δημοσιογράφος-συγγραφέας Σπύρος Κουζινόπουλος παρουσιάζοντας το βιβλίο στο
κοινό αναφέρθηκαν στις 23 δύσκολες αποστολές τις οποίες είχε αναλάβει ο
Βιττωρούλης σε περιοχές του πλανήτη που βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση. Ενώ ο
ίδιος ο συγγραφέας του βιβλίου, που κατά τη διάρκεια της μεγάλης και
πολυδιάστατης επαγγελματικής του πορείας βρέθηκε πολλές φορές αντιμέτωπος με
τον κίνδυνο, το φόβο και την αδικία, δήλωσε χωρίς ίχνος αυταρέσκειας: «κάθε φορά
που ξεκινούσα μια αποστολή, δεν γνώριζα αν θα γυρίσω πίσω». Για να προσθέσει
λίγο αργότερα: «Κατέγραψα την ιστορία για τις γενεές που θα έρθουν».
Η παρουσίαση από τον Σπ. Κουζινόπουλο
Την πορεία
του Βιττωρούλη σε συνδυασμό με την ανάγκη προάσπισης της ελευθεροτυπίας και της
ειρήνης, σκιαγράφησε στην ομιλία του ο Σπύρος Κουζινόπουλος, λέγοντας:
«Αποτελεί
ευτυχή συγκυρία το γεγονός ότι η παρουσίαση αυτού του τόσο σημαντικού βιβλίου
του Πωλ Βιττωρούλη «Camera Belli» γίνεται τρεις μόλις μέρες μετά την 3η Μαίου που έχει
καθιερωθεί από τον ΟΗΕ και την UNESCO ως Παγκόσμια Ημέρα Ελευθερίας του Τύπου. Και όπως είπε και ο
πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Αντόνιο Ταγιάνι, πραγματική
δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την ελευθερία του τύπου. Διότι χωρίς
αυτή την ελευθερία, καθίσταται αδύνατος ο πολιτικός έλεγχος, η διαφάνεια, η
καταπολέμηση της διαφθοράς, η χρηστή διακυβέρνηση, η ελευθερία στη λήψη
αποφάσεων.
Δυστυχώς, η ελευθερία των μέσων ενημέρωσης
απειλείται στην εποχή μας όσο ποτέ άλλοτε!
Σε πολλά σημεία του πλανήτη, δημοσιογράφοι και εικονολήπτες βλέπουν να
παρεμβάλλονται εμπόδια στη δουλειά τους, γίνεται προσπάθεια εκφοβισμού τους,
συλλαμβάνονται, φυλακίζονται και σε κάποιες περιπτώσεις, δολοφονούνται.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Τουρκία που κατάντησε να είναι η μεγαλύτερη
φυλακή του κόσμου για το δημοσιογραφικό επάγγελμα. Τα στοιχεία του Κέντρου για
την Ελευθερία, που εδρεύει στη Στοκχόλμη, σοκάρουν: περίπου 200 δημοσιογράφοι φυλακίστηκαν και 150
μέσα μαζικής ενημέρωσης έκλεισαν μετά το περσινό πραξικόπημα στη γειτονική μας χώρα.
Έκανα αυτή την εισαγωγή για να πω ότι το βιβλίο που
παρουσιάζουμε σήμερα, αποτελεί, εκτός από τις πολύτιμες μαρτυρίες που καταθέτει
ο συγγραφέας για τις αποστολές του με την κάμερα υπό μάλης, και έναν ύμνο για
την ελευθεροτυπία. Αλλά παράλληλα, αποκαλύπτει στον αναγνώστη τις φοβερές
δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι λειτουργοί της ενημέρωσης, δημοσιογράφοι,
φωτορεπόρτερ και εικονολήπτες κατά την εκτέλεση της αποστολής τους. Η οποία δεν
είναι άλλη και δεν μπορεί να είναι άλλη από την αντικειμενική κάλυψη των
γεγονότων και τη σωστή ενημέρωση των πολιτών.
Κάποιος έπρεπε επιτέλους να
μιλήσει γι΄ αυτούς. Ποιους; Τους λειτουργούς της ενημέρωσης, που καλύπτουν
λεπτό προς λεπτό κάθε πολεμική σύρραξη στο πλανήτη. Και συχνά πληρώνουν την
προσήλωση στη δουλειά τους με την ίδια τους τη ζωή.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της
οργάνωσης «Δημοσιογράφοι χωρίς Σύνορα», το 2016 πάνω από 79 δημοσιογράφοι και
τεχνικοί έπεσαν υπηρετώντας την ενημέρωση, αριθμός ευτυχώς μικρότερος από το
2015 οπότε ήταν 115 οι δολοφονημένοι και σκοτωμένοι άνθρωποι των Media.
Δεν είναι τυχαίο που οι περισσότεροι από αυτούς ήταν
πολεμικοί ανταποκριτές. Οι οποίοι για να επιτελέσουν το καθήκον τους, να
περιγράψουν ένα γεγονός, αψηφούν δυσκολίες και κινδύνους.
Είναι πολλές φορές ένα εκατοστό του
δευτερoλέπτου, όπου πρέπει κάποιος να διαλέξει σε κάποια φάση της ζωής του, αν
θα ενεργήσει με τη ψυχή ή με το μυαλό του και τη λογική. Είναι οπωσδήποτε
μεγάλο το δίλημμα: Αν ενεργήσει κατά πως ορίζει η ψυχή του και όπως επιβάλει το
καθήκον, μπορεί να διατρέξει τους όποιους κινδύνους εκείνης της στιγμής. Ενώ αν
πάλι διαλέξει το μυαλό, η ψυχή του εκδικείται με τις τύψεις.
Τα δυνατά πλάνα που τραβούσε με την κάμερά του ο Βιτωρούλης και έστελνε από τα σημεία των αποστολών του, από την Τσεχοσλοβακία, το Πακιστάν, την Ινδονησία, τους πολέμους στη Μέση Ανατολή και την Αφρική, την κάλυψη των αεροπειρατιών αλλά και των ηρωϊκών γεγονότων του δικού μας Πολυτεχνείου και την κυπριακή τραγωδία, επιβεβαιώνουν για μία ακόμη φορά την ακαταμάχητη δύναμη της εικόνας, είτε αυτή είναι φωτογραφία, είτε είναι βίντεο.
Χιλιοειπωμένη είναι η φράση
ότι μια εικόνα αξίζει όσο χίλιες, ίσως ακόμα και περισσότερες λέξεις! Υπάρχουν
εικόνες που ο θεατής μπορεί να τις κοιτάξει αδιάφορα, να τις προσπεράσει χωρίς
κανένα ενδιαφέρον, είναι όμως και κάποιες που μέσα τους κρύβουν μεγάλη
δυναμική, κρατούν φυλακισμένα αισθήματα δυνατά. Είναι ακριβώς οι εικόνες που
περνούν μέσα από τη ματιά του θεατή στο μυαλό του κι από εκεί στο χαρτί ή στο
βίντεο, για να γίνουν ιστορία, να γίνουν χίλιες λέξεις.
Είναι αυτή η μοναδική στιγμή
που ο φακός κλείνει μέσα του τόσα συναισθήματα, τόσες αλήθειες, τόση συγκίνηση,
τόση χαρά ή τόση απογοήτευση. Αυτή είναι άλλωστε η μαγεία της εικόνας. Τα λόγια
είναι περιττά και οι επεξηγήσεις ασήμαντες μπροστά στη σημαντικότητα των
ματιών. Γιατί ο καθένας μπορεί από μόνος του να καταλάβει όσα λέει μια μόνο
εικόνα. Με το δικό του τρόπο…
Αλήθεια, ποιος άνθρωπος στον
πλανήτη μας και ειδικότερα ανάμεσα σε εμάς τους παλαιότερους, δεν είχε συνδέσει
τον πόλεμο των ΗΠΑ στο Βιετνάμ με το συγκλονιστικό πλάνο της εν ψυχρώ εκτέλεσης
με μία σφαίρα στο κεφάλι, ενός νεαρού Βιετναμέζου; Η πάλι, ποιος δεν
συγκλονίστηκε από τη φωτογραφία με το άψυχο κορμάκι του τρίχρονου Αϊλάν σε μια
παραλία της Αλικαρνασσού της Τουρκίας, που έγινε σύμβολο της τραγωδίας των εκατομμυρίων
Σύρων που προσπαθούσαν να διαφύγουν από την σπαρασσόμενη από τις πολεμικές
συρράξεις χώρας τους; Ήταν μια
φωτογραφία που αφύπνισε συνειδήσεις στην Ευρώπη για το δράμα των προσφύγων και
έκανε επιτέλους τους ισχυρούς της γης να ασχοληθούν σοβαρά με το πρόβλημα.
Για να αντιμετωπίσει τα εμπόδια που βάζουν στο έργο των
λειτουργών της ενημέρωσης οι εκάστοτε εξουσίες, ο πολεμικός ανταποκριτής
αναγκάζεται να εφευρίσκει κάθε φορά διαφορετικούς τρόπους, όπως ο πολυμήχανος
μυθικός Οδυσσέας, για να ξεπεράσει τις δυσκολίες. Όπως για παράδειγμα η
αποφασιστικότητα του Βιττωρούλη και του συνεργάτη του, να ριψοκινδυνεύσουν για
να μπουν στην κλονιζόμενη το 1971 Τσεχοσλοβακία, χωρίς άδεια των αρχών,
ρισκάροντας τον κίνδυνο ενδεχόμενης σύλληψης και φυλάκισής τους. Ή πάλι την
τόλμη να αψηφήσουν το ενδεχόμενο τραυματισμού ή και θανάτου ακόμη, το Νοέμβρη
του 1973, για να καλύψουν κρυμμένοι στο μπαλκόνι του ξενοδοχείου «Ατλάντικ» της
Αθήνας, απέναντι από το Πολυτεχνείο, την ηρωϊκή εξέγερση των φοιτητών και του
λαού, την κορυφαία εκδήλωση κατά της λαομίσητης δικτατορίας της χούντας.
Δεν αντέχω στον πειρασμό να μην σας διαβάσω ένα μικρό
απόσπασμα:
«Από
τις 10 το βράδυ, άρχισαν να ακούγονται πυροβολισμοί, οι αστυνομικοί σκλήρυναν
τη στάση τους και χτυπούσαν ανεξέλεγκτα. Δεν κατάφεραν όμως να κάμψουν την
αντίσταση. Τότε ο διευθυντής της Αστυνομίας ζήτησε τη συνδρομή του στρατού
«προς καταστολή των ταραχών». Όταν βράδιασε, φορτώσαμε τις μηχανές μας με
ευαίσθητο φιλμ, ειδικό για νυχτερινά γυρίσματα..
Η
ώρα ήταν περίπου 11 μ.μ. όταν ακούσαμε τον υπόκωφο θόρυβο των ερπυστριών στην
άσφαλτο. Γύρισα την κάμερα στην Πατησίων, αλλά προς τα Χαυτεία. Στον τηλεφακό
εμφανίστηκαν τα άρματα μάχης, που ξεκινώντας από τα στρατόπεδα στο Γουδή και
στον Διόνυσο και διασχίζοντας την κεντρική αρτηρία της Αθήνας, προχωρούσαν προς
τον τελικό προορισμό τους, την κεντρική πύλη του Πολυτεχνείου. Σήκωσα την
κάμερα ψηλά για να μπορέσω να τραβήξω όλο το πλάνο σωστά και μέσα μου έλεγα:
«Θεέ μου, τι είναι αυτό που αντικρίζω». Τέτοιες σκηνές είχα αποθανατίσει μόνο
σε εμπόλεμες ζώνες.
Θυμάμαι
ότι, πάνω στο πρώτο τανκ που είχε σταματήσει μπροστά στην είσοδο, βρισκόταν
ένας στρατιώτης, ο οποίος με ένα τηλεβόα φώναζε συνεχώς: «Κατεβείτε από τα
κάγκελα της πόρτας». Οι φοιτητές βέβαια δεν υπάκουαν και συνέχιζαν να φωνάζουν
δυνατότερα τα συνθήματά τους, ενώ από το σταθμό οι εκφωνητές έκαναν έκκληση για
βοήθεια με φωνή βραχνή από την κόπωση και την αγωνία. Αυτή η νύχτα θα μείνει
ζωντανή στη μνήμη μου έως ότου φύγω από αυτή τη ζωή», περιγράφει ο Πωλ Βιττωρούλης.
Όποιος διαβάσει όχι μόνο αυτό το μικρό απόσπασμα αλλά όλη την
περιγραφή των γεγονότων εκείνης της νύχτας, που καταλαμβάνει σχεδόν δέκα από
τις σελίδες του βιβλίου, αναρωτιέται πως είναι δυνατό στη σημερινή εποχή, να
υπάρχουν ακόμη νοσταλγοί της επτάχρονης τυραννίας, άνθρωποι που έχουν ως
ίνδαλμά τους τον Χίτλερ και ορκίζονται στο μισητό σύμβολό του, τη σβάστικα.
Πρόκειται για την ίδια εκείνη χούντα των συνταγματαρχών, που
παρά τις μεγαλόστομες διακηρύξεις της, άφησε ανοχύρωτη την Κύπρο και
απροστάτευτο τον Κυπριακό λαό κατά την τουρκική εισβολή, καθώς το μόνο που την
ενδιέφερε ήταν η ανατροπή του Μακαρίου και η εγκαθίδρυση ενός φιλικού προς τους
δικτάτορες καθεστώτος και στην Κύπρο. Η μαρτυρία του Πωλ είναι και στο θέμα
αυτό πολύτιμη:
Από την ταράτσα του ξενοδοχείου «Λήδρα Παλλάς», εκείνη τη
ζεστή νύχτα του Ιουλίου 1974, κατέγραψε με την κάμερά του, μαζί με τον ηχολήπτη
Μάρκο Δαλέζιο και τον δημοσιογράφο Dean Brelis, τα τουρκικά μεταγωγικά C-130 να πετάνε ανενόχλητα πάνω από τη Λευκωσία και να ξερνούν
από τα έγκατά τους αλεξιπτωτιστές, οι οποίοι στη συνέχεια οργανώνονταν
ανενόχλητοι. Και όπως μαρτυρεί ο ίδιος:
«Με
προβλημάτιζε γιατί, όση ώρα, οι Τούρκοι αλεξιπτωτιστές αιωρούνταν πάνω από την
πόλη, δεν ακούστηκε ούτε ένας πυροβολισμός εναντίον τους, αν και ήταν εύκολοι
στόχοι. Εκείνη τη στιγμή κατά τη γνώμη μου, η εισβολή των Τούρκων στην πόλη
ήταν αντιμετωπίσιμη. Όμως δεν βρέθηκε κανείς να τους σταματήσει».
Η διεισδυτική ματιά του ρεπόρτερ και του εικονολήπτη, όχι
μόνο καλύπτει γεγονότα και καταστάσεις, αλλά και αποκαλύπτει το μέγεθος της
σαπίλας και της διαφθοράς που επικρατούν σε πολλά σημεία της γης, ακόμα και
σήμερα, την εποχή της τεχνολογικής επανάστασης. Το περιστατικό που κατέγραψε ο Βιττωρούλης
με την κάμερά του για τον λιμό στην Αιθιοπία και το αφηγείται στη σελίδα 239
του βιβλίου του, είναι εξόχως αποκαλυπτικό.
«Τρόφιμα
και φαρμακευτικό υλικό από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής πωλούνταν στα
υπαίθρια καταστήματα της Αντίς Αμπέμπα. Η βοήθεια για την οποία είχε πληρώσει ο
αμερικανικός λαός, πιστεύοντας ότι βοηθάει το λαό της Αιθιοπίας να συνέλθει,
δεν προσφέρονταν δωρεάν, αλλά επί χρήμασι στους ελάχιστους που είχαν την
οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν».
«Χρονοκάψουλα» και «κιβωτό»
αποκαλεί ο ίδιος ο συγγραφέας το βιβλίο του. Ένα ντοκιμαντέρ, το θεωρώ εγώ. Και
πώς να μην είναι. Καθώς εκτός από τα βιώματα του συγγραφέα στα μέτωπα των
πολεμικών συγκρούσεων, των πραξικοπημάτων και των αεροπειρατιών, παρακολουθούμε
και το φιλμ της ζωής του. Του βρέφους που από τα γεννοφάσκια του ακόμη έζησε τη
φασιστική επιβουλή κατά της πατρίδας μας από τις ορδές του Μουσολίνι, το 1940.
Του τετράχρονου αγοριού που βίωσε την απώλεια του πατέρα του, εξαιτίας πάντα
του πολέμου. Του πιτσιρικά που για να επιβιώσει αναγκάστηκε να πάει από την
Κάρπαθο στην Αθήνα προκειμένου να δουλέψει στα νταμάρια της Πεντέλης. Του
17χρονου νέου που μαζί με τον 14χρονο αδελφό του πήραν το μεγάλο ρίσκο να
επιβιβαστούν τον Οκτώβριο του 1957 σε ένα καράβι, για να φτάσουν μετά από ένα
φουρτουνιασμένο ταξίδι έντεκα ημερών στον Καναδά, αναζητώντας δουλειά. Ήταν
ακριβώς η εποχή που οι τότε κυβερνώντες αντιμετώπιζαν το τεράστιο πρόβλημα της
ανεργίας με ασπιρίνες, παροτρύνοντας το εργατικό δυναμικό να φεύγει στην
ξενιτιά και αποκαλώντας τη μετανάστευση ως «ευλογία Θεού».
Ας κλείσουμε διαβάζοντας μία
μικρή παράγραφο από τη σελίδα 306 του βιβλίου Camera Belli :
«Σφιχτές αγκαλιές, ατέλειωτα φιλιά και δάκρυα, ήταν το
σκηνικό του αποχωρισμού στο λιμάνι του Πειραιά. Εκατοντάδες νέοι, το απάνθισμα της ελληνικής νεολαίας, αποχαιρετούσαν την
πατρίδα, προσβλέποντας σε ένα καλύτερο μέλλον που η χώρα τους δεν μπορούσε να
τους προσφέρει».
Αλήθεια, τι τραγική
ομοιότητα με την Ελλάδα του σήμερα, αν και πέρασαν εξήντα ολόκληρα χρόνια από
τότε.
Δεν θα μπω σε περισσότερες
λεπτομέρειες για τη συνέχεια της ζωής του. Ελπίζω με τα όσα είπα, και τα όσα θα
αναφέρουν στη συνέχεια οι αγαπημένοι μου συνάδελφοι και φίλοι που βρίσκονται εδώ στο πάνελ, να σας κεντρίσουμε το
ενδιαφέρον ώστε να πάρετε στα χέρια σας το βιβλίο και να το ξεκοκαλίσετε, όπως
το ρούφηξα κι εγώ στην κυριολεξία.
Σ’ ευχαριστούμε Πωλ για το
έργο ζωής που μας πρόσφερες αλλά και για τη δυνατότητα που μας έδωσες να σε
γνωρίσουμε καλά, παρακολουθώντας την ταινία της ζωής σου, να συμμεριστούμε τις
προσπάθειες και τους αγώνες σου για το καλό της ενημέρωσης. Η οποία πρέπει να
έχει ως μοναδικό κριτήριο το δημόσιο συμφέρον και να παραμένει Ελεύθερη,
Ανεξάρτητη και Πλουραλιστική, απαλλαγμένη από τον έλεγχο κυβερνήσεων και
πολιτικών ή οικονομικών παραγόντων».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.