Ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς, μαζί με διαπρεπείς
οικονομολόγους στέλνουν επιστολή στους Financial Times, όπου αναλύουν τους
λόγους για τους οποίους θεωρούν ότι «Η Ευρώπη θα ωφεληθεί αν δώσει στην
Ελλάδα μια νέα αρχή».
Οπως καταλήγουν στην επιστολή τους, «όπως
μας υπενθύμισε η κυρία Tett (γράφει οικονομικά άρθρα στους Financial
Times σε εβδομαδιαία βάση) και τη δεκαετία του 1950 η γερμανική
οικονομία κατόρθωσε να αναπτυχθεί – και να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις – μετά
από σημαντική ελάφρυνση του χρέους».
Η επιστολή προς τους Financial Times
Κύριοι,
Οι αρθρογράφοι των F.T. προσφάτως αναγνώρισαν ότι η ελάφρυνση του χρέους
είναι απαραίτητη (αν και όχι ικανή) προϋπόθεση για να ανακάμψει η Ελλάδα
(μεταξύ άλλων, ο Wolfgang Munchau με άρθρο του στις 4 Ιανουαρίου και
ο Peter Spiegel με άρθρο του στις 6 Ιανουαρίου). Μόνο με τέτοια
ελάφρυνση χρέους θα μπορέσει να δημιουργήσει μία αναπτυσσόμενη οικονομία, η
οποία θα εκμεταλλευθεί πλήρως τις ικανότητες του λαού για να συνεισφέρει σε μία
ενοποιημένη και δημοκρατική Ευρώπη.
Στο επίμαχο θέμα της αναδιάρθρωσης του χρέους, οι εν λόγω αρθρογράφοι
αξίζουν συγχαρητήρια επειδή ακολούθησαν μία ηθική και ρεαλιστική στάση. Ηθική
επειδή απέρριψαν τη δογματική επιμονή στην πλήρη αποπληρωμή του χρέους,
ανεξαρτήτως των κοινωνικών και των πολιτικών επιπτώσεων – δόγμα που ήδη διχάζει
την Ευρώπη. Ρεαλιστική επειδή αναγνωρίζει την ανάπαυλα που θα δώσει η ελάφρυνση
χρέους σε μία κυβέρνηση που θέλει να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις -για την πάταξη
της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής και τη στόχευση σε υψηλότερη παραγωγικότητα-
αντί να ακολουθεί per se τη λιτότητα.
Θέλουμε να προχωρήσουμε ένα βήμα παραπέρα υποδεικνύοντας τρεις μορφές
χρηματοοικονομικής αναδιάρθρωσης που έχουν πρακτικά προηγούμενα:
Πρώτον, υπό όρους παράταση της περιόδου χάριτος, έτσι ώστε η Ελλάδα
να μην χρειάζεται να εξυπηρετεί χρέος, για τα επόμενα πέντε χρόνια, για
παράδειγμα και μόνο εάν η Ελλάδα καταγράφει ρυθμό ανάπτυξης τουλάχιστον 3% και
μέχρις ότου ανακτήσει τουλάχιστον το 50% του ΑΕΠ που έχει χάσει από το 2008.
Υπάρχει τέτοιο προηγούμενο στη ρήτρα «bisque» στο βρετανικό δάνειο από
τις ΗΠΑ, που διαπραγματεύθηκε ο J M Keynes μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σύμφωνα
με το οποίο η Βρετανία δεν εξυπηρετούσε το χρέος της μέχρις ότου η οικονομία
της ανταποκριθεί σε συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Δεύτερον, κάποια μείωση του χρέους, ειδικότερα του διμερούς
επίσημου χρέους, ώστε να υπάρχει περισσότερος διαθέσιμος δημοσιονομικός χώρος.
Τρίτον, σημαντικά κεφάλαια για αποτελεσματικά επενδυτικά
έργα, ειδικότερα για τις εξαγωγές. Το σχέδιο Γιούνκερ θα ήταν καλό πλαίσιο
για τη χρηματοδότηση αυτών των επενδύσεων που θα μπορούσε, για παράδειγμα, να
προέλθει από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, τα Διαρθρωτικά Ταμεία της Ε.Ε.
και τη γερμανική KfW. Εκτός από την αύξηση της συνολικής ζήτησης, ένα τέτοιο
μέτρο από την πλευρά της προσφοράς ενισχύει επίσης τη μελλοντική ανάπτυξη.
Η ελάφρυνση του χρέους δεν είναι ικανή συνθήκη για να δημιουργηθεί αυτή
η χρηστή δυναμική. Η Ελλάδα οφείλει να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις. Πιστεύουμε
πως είναι σημαντικό να διαχωριστεί η λιτότητα από τις μεταρρυθμίσεις.
Καταδίκη της λιτότητας δεν συνεπάγεται αντιμεταρρυθμιστική πολιτική. Η
μακροοικονομική σταθεροποίηση μπορεί να επιτευχθεί με την ανάπτυξη και
την ενίσχυση της αποδοτικότητας στην είσπραξη φόρων και όχι μέσω των περικοπών
στις δημόσιες δαπάνες, οι οποίες έχουν μειώσει τη βάση εσόδων και έχουν
οδηγήσει σε αύξηση του λόγου χρέους.
Νομίζουμε ότι το σύνολο της Ευρώπης θα ευνοηθεί εάν δοθεί στην Ελλάδα
μία ευκαιρία για ένα νέο ξεκίνημα.Σε κάθε περίπτωση, όπως μας είχε θυμίσει
και η κ. Tett, και τη δεκαετία του 1950 η γερμανική οικονομία κατόρθωσε να
αναπτυχθεί – και να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις – μετά από σημαντική ελάφρυνση
του χρέους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.