Η αιφνιδιαστική απόφαση της
ΕΚΤ να κλείσει μία από τις δύο στρόφιγγες χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών
την περασμένη Τετάρτη -με την απαγόρευση της αποδοχής των ελληνικών ομολόγων ως
ενέχυρο 2,5 εβδομάδες νωρίτερα από το προβλεπόμενο- αποτελεί καραμπινάτη
πολιτική παρέμβαση και έναν από τους πολλούς εκβιασμούς, στους οποίους προέβη
το ίδρυμα αυτό τα τελευταία 4 χρόνια.
Το
«ανεξάρτητο» τραπεζικό ίδρυμα -που δεν λογοδοτεί σε κανένα- υποτίθεται ότι
είναι υπεύθυνο για το ευρώ, τη νομισματική πολιτική και την ομαλή λειτουργία
του τραπεζικού συστήματος. Στην πραγματικότητα, όμως, η ΕΚΤ -έχοντας υπό τον
έλεγχό της τη ρευστότητα του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος- αποτελεί βασικό
μοχλό πίεσης για την επιβολή των πολιτικών της δημοσιονομικής πειθαρχίας και
της ακραίας λιτότητας στις υπερχρεωμένες χώρες της ευρωζώνης. Ο τρόπος με τον
οποίο το έπραξε ήταν ανέκαθεν ο ίδιος, ο ωμός εκβιασμός. Ιδού τα πεπραγμένα
της:
1. Τον περασμένο Νοέμβριο, οι Irish Times
έφεραν στη δημοσιότητα απόρρητη επιστολή που είχε στείλει ο τότε πρόεδρος της
ΕΚΤ, Ζαν-Κλοντ Τρισέ, προς τον πρώην υπουργό Οικονομικών της Ιρλανδίας, Μπράιαν
Λένιχαν, στις 19 Νοεμβρίου του 2010. Στην επιστολή, ο Τρισέ προειδοποιούσε τον
Λένιχαν ότι δεν προτίθεται να ανανεώσει τη χορήγηση έκτακτης ρευστότητας προς
το τραπεζικό σύστημα της χώρας, αν η κυβέρνησή του δεν υποβάλει άμεσα στο
Συμβούλιο Υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης (Εurogroup) αίτημα οικονομικής
στήριξης.
«Η θέση του
διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ είναι ότι μόνο αν λάβουμε γραπτώς μια δέσμευση
από την ιρλανδική κυβέρνηση [...] στα παρακάτω 4 σημεία (δημοσιονομική
εξυγίανση, περικοπές, μεταρρυθμίσεις, αναδιάρθρωση χρηματοπιστωτικού τομέα)
μπορούμε να εγκρίνουμε περαιτέρω προβλέψεις του έκτακτου μηχανισμού ρευστότητας
(ELA) στα ιρλανδικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα», έγραψε ο Τρισέ στον Λένιχαν. Με
απλά λόγια, ο Τρισέ διεμήνυσε ότι «Αν δεν αιτηθείτε επίσημα ένταξη σε μνημόνιο,
κόβω τον δανεισμό στις χρεοκοπημένες τράπεζές σας και η χώρα σας καταρρέει».
Δύο ημέρες μετά την επιστολή Τρισέ, η ιρλανδική κυβέρνηση ενέδωσε, υποβάλλοντας
επίσημα το αίτημα οικονομικής στήριξης.
2. Στις 7 Απριλίου του 2011, περίπου ένα
χρόνο από την ένταξη της Ελλάδας στον μηχανισμό στήριξης, ο Τρισέ
προειδοποιούσε την κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου ότι πιθανή επιδίωξη «αναδιάρθρωσης»,
«κουρέματος» του χρέους ή επιμήκυνσης των δανείων (που εξέταζε τότε η Αθήνα) θα
οδηγούσε σε άρση της στήριξης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος από την ΕΚΤ, έξοδο
της Ελλάδας από το ευρώ και επιστροφή σε εθνικό νόμισμα.
«Γράφω, για να
σας ενημερώσω περί των σοβαρών κινδύνων που θα αναλάμβανε η ελληνική κυβέρνηση,
αν στην τρέχουσα συγκυρία επιδιώκατε την αναπροσαρμογή του χρέους της, ακόμα
και σε εθελοντική βάση [...] Θα έθετε την αναχρηματοδότηση της Ελλάδας σε
μείζονα κίνδυνο», ανέφερε ο Τρισέ. Ο κεντρικός τραπεζίτης διαμήνυε ότι δεν
προτίθεται να κάνει δεκτά ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου, αν δεν υπάρχει πια το
πρόγραμμα στήριξης, όπως και ότι μια εθελοντική αναπροσαρμογή του χρέους θα
οδηγούσε σε υποβαθμίσεις όλων των ελληνικών χρεογράφων που χρησιμοποιούνταν ως
ενέχυρο για τη διασφάλιση ρευστότητας από την ΕΚΤ.
3. Λίγους μήνες αργότερα, και ενώ η
ευρωπαϊκή κρίση χρέους βρισκόταν στο ζενίθ και τα επιτόκια δανεισμού των
υπερχρεωμένων χωρών -Ιταλίας και Ισπανίας συγκεκριμένα- σε δυσβάστακτα επίπεδα,
η ΕΚΤ επανήλθε, υποδεικνύοντας με εμπιστευτικές επιστολές στις 4 και 5
Αυγούστου 2011 προς τους πρωθυπουργούς Σίλβιο Μπερλουσκόνι και Λουίς Θαπατέρο
αυστηρή λιτότητα, ταχύτερη μείωση του δημοσίου ελλείμματος, ιδιωτικοποιήσεις
και επίπονες για τους εργαζόμενους μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας (όπως η
απελευθέρωση των επαγγελμάτων, η διευκόλυνση των απολύσεων, η αλλαγή των
συλλογικών συμβάσεων, η μείωση των μισθών, η κατάργηση της τιμαριθμικής
αναπροσαρμογής), παρεμβάσεις στο συνταξιοδοτικό σύστημα.
Όλα αυτά ως
αντίτιμο για την πολυπόθητη παρέμβαση της ΕΚΤ στη δευτερογενή αγορά με μαζικές
αγορές ιταλικών και ισπανικών ομολόγων, που θα οδηγούσαν σε αποκλιμάκωση των
επιτοκίων δανεισμού των δύο χωρών. Ο εκβιασμός της ΕΚΤ είχε περάσει. Ο
Μπερλουσκόνι ανακοίνωνε λίγο αργότερα μέτρα λιτότητας 60 δισ. ευρώ, ενώ ο
αντικαταστάτης του Θαπατέρο, κεντροδεξιός Μαριάνο Ραχόι, εφάρμοσε εξ ολοκλήρου
τις προτάσεις του Τρισέ. Η ΕΚΤ, που νωρίτερα έκανε το «βαρύ πεπόνι», ώς τα τέλη
του Σεπτεμβρίου 2013 αγόρασε ιταλικά και ισπανικά ομόλογα αξίας μεγαλύτερης των
80 δισ. ευρώ.
4. Τον Μάρτιο του 2013, ανακοινώνοντας
ότι δεν μπορεί να διασφαλίσει την έκτακτη χρηματοδότηση των κυπριακών τραπεζών,
η ΕΚΤ έστειλε στη Λευκωσία τελεσίγραφο με προθεσμία 4 ημερών, με προφανή στόχο
να ανατραπεί απόφαση της πλειοψηφίας της Βουλής να μην αποδεχθεί «σχέδιο
διάσωσης» της ευρωζώνης, που προέβλεπε επιβολή εισφοράς σε όλους τους
τραπεζικούς λογαριασμούς, αρχικά κατά 6,75% για κάτω από τις 100.000 ευρώ και
9,9% για μεγαλύτερα ποσά.
Η κυβέρνηση έπρεπε
να βρει από άλλες πηγές τα 6 δισ. ευρώ που θα συγκέντρωνε από την εισφορά,
προκειμένου να εισπράξει τα υπόλοιπα 10 δισ. που χρειαζόταν από τους εταίρους
της. Η κυβέρνηση του προέδρου Αναστασιάδη έκανε απελπισμένες προσπάθειες
απευθυνόμενη και προς τη Μόσχα, πριν υποκύψει τελικά στο τελεσίγραφο της ΕΚΤ,
με τη γνωστή συνέχεια για την Κύπρο. Πηγές της ΕΚΤ τότε υποστήριζαν ότι η
τράπεζα ποτέ δεν ζήτησε τη φορολόγηση των μικροκαταθετών, υπονοώντας ότι ήταν
πολιτική η απόφαση και ανήκει στην ευρωζώνη. Ωστόσο, ο ρόλος της «μη εκλεγμένης
και ανεξάρτητης» ΕΚΤ -έγραφαν τότε οι Financial Times- μπήκε στο μικροσκόπιο.
Με συγκυριακή πλειοψηφία...
Το 25μελές
Δ.Σ. της ΕΚΤ διχάστηκε την περασμένη Τετάρτη για το αν η απόφαση για την Ελλάδα
έπρεπε να ληφθεί πρόωρα ή να αφεθεί για το τέλος του μήνα. Αρκετά από τα μέλη
του Δ.Σ., που ήθελαν να τηρηθεί στάση αναμονής, δεν είχαν δικαίωμα ψήφου. Το
Δ.Σ. της ΕΚΤ δίνει εκ περιτροπής δικαίωμα ψήφου στα μέλη της. Αυτό τον μήνα
Ελλάδα, Κύπρος, Ιρλανδία και Γαλλία δεν μπορούσαν να ψηφίσουν...
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.