Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2021

Ο ιστορικός περίπατος για την 30η Οκτωβρίου 1944

Με μεγάλη συμμετοχή κόσμου και με την τήρηση φυσικά όλων των υγειονομικών μέτρων, πραγματοποιήθηκε το Σάββατο 30 Οκτωβρίου 2021 ο ιστορικός περίπατος που οργάνωσε η Εταιρεία Διάσωσης Ιστορικών Αρχείων (ΕΔΙΑ) Μακεδονίας με την ευκαιρία της 77ης επετείου απελευθέρωσης της Θεσσασλονίκης από τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής, ύστερα από την είσοδο στην πόλη των ανταρτικών δυνάμεων της Ομάδας Μεραρχιών Μακεδονίας του ΕΛΑΣ στις 30-10-1944.


Ξεναγός στον ιστορικό περίπατο ήταν ο δημοσιογράφος, συγγραφέας και ιστορικός ερευνητής Σπύρος Κουζινόπουλος, ενώ η ε
κκίνηση έγινε από την αναθηματική στήλη που τοποθέτησε το 2016 ο Δήμος Θεσσαλονίκης μεταξύ Λευκού Πύργου και Βασιλικού Θεάτρου για να θυμίζει εκείνη την ιστορική και συνάμα σημαδιακή ημέρα.

Πριν αρχίσει ο περίπατος, παρασχέθηκαν από το σημείο της εκκίνησης πληροφορίες: για το εργοστάσιο της Ηλεκτρικής Εταιρείας και πως αποφεύχθηκε η ανατίναξή του από τους Γερμανούς, για το κτίριο της ΧΑΝΘ και τους έγκλειστους εκεί ταγματασφαλίτες και χωροφύλακες και πως αποτράπηκε η αιματοχυσία καθώς επίσης για τον Λευκό Πύργο, το κατέβασμα της χιτλερικής σημαίας στις 30 Οκτωβρίου 1944 και την έπαρση της ελληνικής γαλανόλευκης.

1. Εργοστάσιο Ηλεκτροφωτισμού

Σύμφωνα με την περιγραφή ενός από τους παλιούς καλούς δημοσιογράφους της Θεσσαλονίκης, του Περικλή Αγγελόπουλου, που δημοσιεύθηκε λίγους μήνες μετά την απελευθέρωση στην απογευματινή εφημερίδα «Δημοκρατία», ο τελευταίος Γερμανός στρατιωτικός διοικητής της Θεσσαλονίκης, Συνταγματάρχης Μίλερ Όστεν ήταν αποφασισμένος να τινάξει την πόλη στον αέρα την ώρα της αποχώρησης των Γερμανών.

Όταν τις προηγούμενες ημέρες πριν την απελευθέρωση τον είχαν επισκεφθεί δύο φορές στο γραφείο του, ο εντεταλμένος του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, Βέγγερ και ο γιατρός Γεώργιος Ζουράρις ζητώντας την αναίμακτη αποχώρηση των κατακτητών από τη Θεσσαλονίκη, βρήκαν τον Όστεν σε έξαλλη κατάσταση να ωρύεται: «Θα κάψω τη Θεσσαλονίκη», «θα βάλω φωτιά στην πόλη», «δεν θα αφήσω τίποτα όρθιο» και άλλα τέτοια.

Οι Γερμανοί είχαν υπονομεύσει με εκρηκτικά τα δύο εργοστάσια της Ηλεκτρικής Εταιρείας (το κεντρικό στο Πεδίον του Άρεως, απέναντι από τη σημερινό Δημαρχείο και το δεύτερο στην αρχή της οδού Αγίου Δημητρίου) το κεντρικό Υδραγωγείο της Θεσσαλονίκης, στην Παναγίας Φανερωμένης, τους μύλους αλλατίνι και την παραλία από το Λευκό Πϋργο μέχρι το λιμάνι. Τελικά με την αποφασιστική παρέμβαση των δυνάμεων του ΕΛΑΣ αποτράπηκαν τα σχέδια των κατακτητών οι οποίοι πρόλαβαν να ανατινάξουν μόνο ένα μέρος του λιμανιού και του σιδηροδρομικού σταθμού. Όπως έγραψε ο Νίκος Μπακόλας οι εργαζόμενοι στο κεντρικό εργοστάσιο ηλεκτροφωτισμού, μεταξύ των οποίων και ο πατέρας του, κάνοντας έρανο μεταξύ τους, συγκέντρωσαν μερικές λίρες με τις οποίες δωροδόκησαν τους Γερμανούς στρατιώτες που είχαν επιφορτιστεί με την ανατίναξη, συμβάλοντας κστη διάσωσή του.


2. ΧΑΝΘ

Αναίμακτη εντελώς, ήταν η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης από τους ναζί, στις 30 Οκτωβρίου 1944, με την είσοδο των δυνάμεων του ΕΛΑΣ στην πόλη. Η μόνη στιγμή που απειλήθηκε να χυθεί αίμα, ήταν τις πρώτες ώρες της απελευθέρωσης στο κτήριο της ΧΑΝΘ.

Μέσα στο μέγαρο είχαν οχυρωθεί με βαρύ οπλισμό αξιωματικοί της χωροφυλακής που θεωρούσαν ότι θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν την οργή του λαού της πόλης για τη συνεργασία τους με τους κατακτητές, καθώς και αρκετοί δωσίλογοι των ταγματασφαλίτικων τμημάτων του Πούλου, του Δάγκουλα, του Κισά Μπατζάκ κ.α.. Επικεφαλής των κλεισμένων στη ΧΑΝΘ δυνάμεων της χωροφυλακής, ήταν ο περιβόητος τότε Συνταγματάρχης της χωροφυλακής Μαντούβαλος, το όνομα του οποίου φιγουράριζε σε εκατοντάδες περιπτώσεις συλλήψεων και εκτελέσεων πατριωτών.

Το κτήριο και τους γύρω χώρους, τους είχαν περικυκλώσει μεγάλες δυνάμεις των ανταρτών του ΕΛΑΣ και των εφεδρικών τμημάτων του, κυρίως του 31ου Συντάγματος Χαλκιδικής, με το δάκτυλο στη σκανδάλη.

Η ένταση ήταν μεγάλη, καθώς οι έγκλειστοι στο μέγαρο της ΧΑΝΘ αρνούνταν να παραδοθούν, ενώ τα τμήματα του ΕΛΑΣ ήταν ανυποχώρητα, απειλώντας με γενική επίθεση για την κατάληψη του κτηρίου, γεγονός που προοιώνιζε σκληρή ένοπλη αναμέτρηση.

οι επικεφαλής των ανταρτικών τμημάτων, με εντολή των ηγετών της ΟΜΜ, Μάρκου Βαφειάδη και Ευριπίδη Μπακιρτζή, δείχνοντας ανωτερότητα ψυχής, αντί να διατάξουν επίθεση, ακόμη και για λόγους εκδίκησης για τα δεινά που είχε υποστεί ο λαός στα 3,5 χρόνια της ναζιστικής σκλαβιάς, προχώρησαν σε διαπραγματεύσεις με τους έγκλειστους, προκειμένου να μην χυθεί αίμα. "Δεν ήθελαν να συνδεθεί η άγια ημέρα της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης με μία αιματοχυσία", μας είχε πει ο αξιωματικός του 30ου συντάγματος του ΕΛΑΣ, Θανάσης Παπαθανασίου.

Έτσι λοιπόν, με βάση αυτό το σκεπτικό, η ηγεσία των ανταρτών πρότεινε στους έγκλειστους ότι αν εγκατέλειπαν τη ΧΑΝΘ, χωρίς τον οπλισμό και τις στολές τους, θα τους άφηναν να περάσουν χωρίς να τους πειράξουν. Κι εκείνοι, μη μπορώντας να κάνουν διαφορετικά, στο τέλος δέχτηκαν.

    3. Λευκός Πύργος

Το μεσημέρι της 30ης Οκτωβρίου 1944, την ώρα που η τελευταία γερμανική φάλαγγα βρισκόταν στο Βαρδάρη, μια ομάδα πέντε ανταρτών του ΕΛΑΣ με επικεφαλής τον Καπετάνιο του 2ου Εφεδρικού Συντάγματος του ΕΛΑΣ Θεσσαλονίκης, Στρατή Αναστασιάδη, κατέβηκαν από τα κάστρα όπου στάθμευαν και επιβαίνοντες σε ένα τζίπ, κατευθύνθηκαν ταχύτατα προς το Λευκό Πϋργο, ανεμίζοντας μια τεράσται ελληνική σημαία. Όπως εξιστόρησε ο Αναστασιάδης: “Σκοπός μας ήταν να κατεβάσουμε τη μισητή  χιτλερική σημαία που τη βλέπαμε να κυματίζει ακόμη στην κορυφή του συμβόλου της Θεσσαλονίκης. Σε όλη τη διαδρομή κορνάραμε συνεχώς και ο κόσμος έβγαινε στα μπαλκόνια των σπιτιών και στους δρόμους και μας χειροκροτούσε με ενθουσιασμό. Μερικοί έκλαιγαν από συγκίνηση”.

Μπροστά στο Λευκό Πύργο είχε μαζευτεί αρκετός κόσμος. Οι αντάρτες σταμάτησαν το τζιπ μπροστά στην είσοδο, παραμέρισαν έναν χωροφύλακα που φύλαγε ακόμη σαν φρουρός και λόπως περιέγραψε ο καπετάνιος του Εφεδρικού Συντάγματος του ΕΛΑΣ: “Αμέσως ανεβήκαμε στο Λευκό Πύργο, κατεβάσαμε τη σημαία με τον αγκυλωτό σταυρό και αναρτήσαμε τη γαλανόλευκη της πατρίδας μας. Ο κόσμος από κάτω χειροκροτούσε και ζητωκραύγαζε”.

4. Προτομή ναυάρχου Βότση

Στις 25 Μαρτίου 1943 χιλιάδες φοιτητές και μαθητές με πρωτοβουλία της ΕΠΟΝ του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, μετά τη δοξολογία στην Αχειροποίητο, παρά το γεγονός ότι τους σημάδευαν οι μπούκες των γερμανικών πολυβόλων, συντεταγμένοι σε τετράδες, με την ελληνική σημαία μπροστά, διέσχισαν την οδό Αγίας Σοφίας, την παραλιακή Λεωφόρο Νίκης και έφτασαν μέχρι το Λευκό Πύργο, στεφανώνοντας την προτομή του Ναυάρχου Βότση και τραγουδώντας "τα ρόδα, τα τριαντάφυλλα της άνοιξης καμάρι, χάνουν την ομορφάδα τους στη σκλαβωμένη γη". Το στεφάνι κατέθεσε ο γραμματεας της ΕΠΟΝ Πανεπιστημίου, Άνθιμος Χατζηανθίμου. Στη συνέχεια, ανηφόρισαν για το Πανεπιστήμιο και στην οδό Πολωνίας (την κατοπινή Πρίγκηπος Νικολάου και σήμερα Αλεξ.Σβώλου), ο καθηγητής της φιλοσοφίας Χαράλαμπος Θεοδωρίδης, κλαίγοντας τους πέταξε από το μπαλκόνι του σπιτιού του την ελληνική σημαία, με την οποία οι φοιτητές τύλιξαν το άγγαλμα του ήρωα του '21 Καρατάσου, απέναντι από το Πανεπιστήμιο.

Η ίδια διαδήλωση επαναλήφθηκε τον επόμενο χρόνο, 25η Μαρτίου 194 και το στεφάνι τη φορά αυτή στην προτομή του Βότση κατέθεσε η ατρόμητη Επονίτισα και στέλεχος του ΚΚΕ, Κούλα Ελευθεριάδου, η οποία εκτελέστηκε αργότερα στην περίοδο του Εμφυλίου και το μνήμα της σώζεται ακόμη στο δάσος του Σέϊχ Σου.

5. Παραλία

Όπως προαναφέραμε, οι Γερμανοί ελίχαν υπονομεύσει για να τα ανατινάξουν κατά την αποχώρηση τους από τη Θεσσαλονίκη μεταξύ των άλλων και ολόκληρη την παλιά παραλία της πόλης, από το Λευκό Πύργο μέχρι το λιμάνι. Ο μεγάλος των γραμμάτων Γιώργος Βαφόπουλος μας άφησε με τη γλαφυρή του πένα μια συγκλονιστική περιγραφή για το πώς η Θεσσαλονίκη κινδύνευσε να τιναχτεί στον αέρα κατά την αποχώρηση των ναζί κατακτητών. Όπως έγραψε: «…Οι Γερμανοί υπονόμευαν την παραλιακή λεωφόρο, σκάβανε λαγούμια και τα γεμίζανε με εκρηκτικές ύλες, βάζανε στις προβλήτες του λιμανιού δυναμίτιδα, ετοιμαζόντανε να τινάξουν στον αέρα τις σιδηροδρομικές εγκαταστάσεις, τις γέφυρες του Γαλλικού και του Αξιού, τα μεγάλα αεροδρόμια του Σέδες και της Μίκρας.

Η απόγνωση και η προσδοκία της λευτεριάς, είχαν ταυτισθεί στο πρόσωπο του κόσμου, που περίμενε από στιγμή σε στιγμή τις φοβερές ανατινάξεις. Ενώ παρακολουθούσε με τρόμο πίσω από τις γρίλιες των παραθύρων την αποχώρηση του Γερμανικού στρατού και κρατούσε βαθιά την αναπνοή του, μήπως δώσει κάποιαν αφορμή κι’ αδειάσουν τα πολυβόλα του πάνω στο πληγωμένο κορμί τούτης της ταλαίπωρης πόλης.

Η αγωνία είχε κορυφωθεί, όταν άρχισαν να ακούγονται οι μακρινές εκρήξεις, όταν τινάζονταν οι αποβάθρες του λιμανιού. Ευτυχώς τα λαγούμια των δρόμων δεν είχαν εκραγεί. Η παραλιακή λεωφόρος είχε σωθεί», κατέληγε ο Βαφόπουλος.

6. Οικία Γιάννη Πασαλίδη

    Στη γωνία της οδού Χρυσοστόμου Σμύρνης και Τσιμισκή, ήταν η τελευταία κατοικία του μεγάλου Έλληνα πολιτικού και κοινωνικού παράγοντα Γιάννη Πασαλίδη. Ο Πασαλίδης, που είχε υπάρξει υπουργός Εξωτερικών της Γεωργίας, όταν ήρθε το 1921 στην Ελλάδα, δημιούργησε το μικρό Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδος και στις 15 Μαίου 1941, ήταν μαζί με τον γραμματέα του Μακεδονικού Γραφείου τιου ΚΚΕ Απόστολο Τζανή και εκπροσώπους του Αγροτικού Κόμματος και της Δημοκρατικής Ένωσηςων κομμάτων Αγροτικό οι ιδρυτές της αντιστασιακής οργάνωσης “Ελευθερία” που υπήρξε μία από τις πρώτες αντιστασιακές οργανώσεις σε ολόκληρη την κατεχόμενη από τους Ναζί Ευρώπη. Αργότερα ο Πασαλίδης πρωτοστάτησε στη δημιουργία του κόμματος της ΕΔΑ, που το ανέδειξε σε αξιωματική αντιπολίτευση το 1958. Μετά το πραξικόπημα, η χούντα τον συνέλαβε και του επέβαλε κατ' οίκον περιορισμό και όταν πέθανε στις 15 Μαρτίου 1968 η κηδεία του έγινε κάρτω από φοβερή αστυνομοκρατία.

7. Το κολαστήριο της οδού Τσιμική 72

Αξιόλογο εκλεκτικιστικό κτίριο με στοιχεία Art Deco, αποτελούμενο από ισόγειο και 6 ορόφους (5 αρχικά και ένας σύγχρονη προσθήκη). Μορφολογικά τοποθετείται στην δεκαετία 1925-1935 και είναι ένα από τα ιστορικότερα κτίρια της πόλης μας. Κατά την διάρκεια της Κατοχής, επιτάχθηκε και εδώ στεγάστηκε η Γερμανική Μυστική Στρατιωτική Αστυνομία (GFP). Διοικητής της υπηρεσίας ήταν ο Σικόφσκι και ανακριτής ο Μαξ Κέρμπες. Μέσα σε αυτό το κτίριο ανακρίθηκαν, βασανίστηκαν αλλά και πέθαναν δεκάδες Θεσσαλονικιοί. Στον 4ο όροφο βρισκόταν η “αίθουσα ανακρίσεων” και στο υπόγειο τα κρατητήρια. Μετά την απελευθέρωση, αποκαλύφθηκαν δεκάδες ιστορίες ανθρώπων που πέρασαν από το κτίριο και στάθηκαν τυχεροί.

Βασανιστήρια από τους Ναζί γίνονταν επίσης στην Κλινική Βαγιανού στην Ανάληψη, στην 510 μονάδα Στρατονομίας, στην οδό Ιταλίας 1, καθώς και το διώροφο κτίριο της οδού Βελισαρίου 42, στην Αγία Τριάδα, όπου στεγαζόταν η Γερμανική Ειδική Ασφάλεια γνωστή ως "SD" καθώς και στα στρατηγεία που είχαν οι ληστοσυμμορίες των Πούλου, Δάγκουλα, Κισά Μπατζάκ, Βήχου και των άλλων ταγματασφαλιτών. Εκτελέσεις γίνονταν στο Κόκκινο Σπίτι, τη Μίκρα, το Επταπύργιο, στη τούμπα του στρατοπέδου Παύλου Μελά, τα Σφαγεία, το Ντουντουλάρ και το Αραπλί, τη σημερινή δηλαδή Νέα Ιωνία, το Γαλλικό ποταμό, το δρόμο προς το Κιλκίς κ.α.


8. Αγία Σοφία: Ο επίσημος εορτασμός της απελευθέρωσης

Δυο μέρες μετά την φυγή των Γερμανών και την είσοδο του ΕΛΑΣ στη Θεσσαλονίκη, στις 2 Νοεμβρίου 1944, πραγματοποιήθηκε ο επίσημος εορτασμός της απελευθέρωσης της πόλης στην πλατεία της Αγίας Σοφίας, σε κλίμα παλλαϊκού ενθουσιασμού. Τιμήθηκε η μνήμη των θυμάτων της κατοχής και των ηρώων του αντιναζιστικού αγώνα, παρουσία του αντάρτη μητροπολίτη Κοζάνης Ιωακείμ, ηγετών της αντίστασης και της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, και αντιπροσωπειών από τα χωριά όπου οι ναζί είχαν προκαλέσει τα φοβερά ολοκαυτώματα. Ήταν πρωτόφαντη η προσέλευση του κόσμου που είχε καλύψει ολόκληρη την πλατεία της Αγίας Σοφίας, τους γύρω δρόμους μέχρι σχεδόν το ύψος της Αγίου Δημητρίου καθώς και τα μπαλκόνια και τις ταράτσες της πλατείας.

Προηγήθηκε δοξολογία στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας, χοροστατούντος του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Γενναδίου, ο οποίος όμως απουσίασε από την τελετή που έγινε στο κενοτάφιο της πλατείας. Στην επιμνημόσυνη τελετή της πλατείας, μπροστά στο κενοτάφιο για τα θύματα της τριπλής κατοχής, μίλησε με πύρινα λόγια ο μητροπολίτης Κοζάνης Ιωακείμ και ο δημαρχεύων καθηγητής Πανεπιστημίου Δημ. Καββάδας. Στις πρώτες σειρές των επισήμων του παλλαϊκού συλλαλητηρίου παρέστησαν όρθιοι οι εκπρόσωποι της Κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας Γιώργος Μόδης, γενικός διοικητής Μακεδονίας και ο στρατιωτικός διοικητής Θεσσαλονίκης υποστράτηγος Χρήστος Αβραμίδης, οι ηγέτες της Ομάδας Μεραρχιών Μακεδονίας του ΕΛΑΣ που μπήκε στη Θεσσαλονίκη, Ευριπίδης Μπακιρτζής και Μάρκος Βαφειάδης, ο Άγγλος στρατηγός Richard Cappel κ.ά. Όταν η χορωδία του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης έψαλλε το «Επέσατε θύματα εσείς…» όλοι οι παριστάμενοι γονάτισαν συγκλονισμένοι και συγκινημένοι τιμώντας σε μια ανεπανάληπτη εθνική μυσταγωγία τους νεκρούς της κατοχής.

Επίκεντρο της τελετής ήταν ένα λευκό ξύλινο πυραμοειδές κενοτόφιο, ύψους τριών περίπου μέτρων κατασκευασμένο από ξύλο και γύψο από τεχνίτες του ΕΑΜ, ενώ στις τέσσερις πλευρές του ήταν φιλοτεχνημένες από άγνωστο καλλιτέχνη ανάγλυφες παραστάσεις με συμβολικές εικόνες του αγώνα, όπως μια γυναικεία μορφή, η Ελευθερία, που ορμά ακάθεκτη με υψωμένο στο χέρι της το ξίφος. Το μνημείο κατέστρεψαν ταγματασφαλίτες μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας, τον Φεβρουάριο του 1945.


9.
Ερμού 19: Η οργάνωση και εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Στο γραφείο που είχαν οι φοιτητές της Νομικής Γιάννης Κανάκης με το συνεταίρο του Παπαδόπουλο, στην οδό Ερμού 19, πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνάντηση που οδήγησε στη δημιιουργία της οργάνωσης και την έκδοση της εφημερίδας ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, η οποία υπήρξε η πρώτη αντιστασιακή οργάνωση και εφημερίδα σε ολόκληρη την κατεχόμενη από τους Ναζί Ευρώπη. Στον πολύγραφο των δύο φοιτητών στον οποίο τύπωναν συγράμματα για το πανεπιστήμιο εκτυπώθηκαν τα δύο πρώτα φύλλα της εφημερίδας η οποία στη συνέχεια άρχισε να τυπώνεται κάτω από εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες στο τυπογραφείο των κάστρων στην Ανω Πόλη, στο υπόγειο του σπιτιού του Ιωακείμ Μπελίδη και, από το καλοκαίρι του 1942, στο τυπογραφείο της Ξηροκρήνης, το οποίο βρισκόταν σ' ένα υπόγειο που είχε σκαφτεί στον κήπο του ανθοκόμου Παντελή Μορφόπουλου. Βασικός συντάκτης της εφημερίδας ήταν ο Γιάννης Κανάκης, ο οποίος μαζί με τους τυπογράφους Μιχάλη Αλεξανδρόπουλο και Κώστα Κατσούλη επί τριάμισι χρόνια ήταν «θαμμένοι» στο υπόγειο του ανθόκηπου της Ξηροκρήνης. Αρθρογράφος της ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ήταν ο Νίκος Δηλαβέρης, γραμματέας του ΕΑΜ Μακεδονίας, ο οποίος συγκέντρωνε και τη δημοσιογραφική ύλη και κυρίως τις ανταποκρίσεις που έστελναν οι Οργανώσεις για την αντίσταση του λαού στον κατακτητή, για τη δράση των Οργανώσεων του ΕΑΜ και των τμημάτων του ΕΛΑΣ. Σημειώνεται ότι ο Νίκος Δηλαβέρης, επικεφαλής κομμουνιστών, κυκλοφόρησε την πρώτη προκήρυξη λίγες μέρες μετά την εισβολή των Γερμανών, ενώ υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη της πρώτης αντιστασιακής οργάνωσης «Ελευθερία». Για τη δράση του είχε επικηρυχτεί από τους κατακτητές. Σκοτώθηκε το Δεκέμβρη του 1948 αγωνιζόμενος με το ΔΣΕ.

Εκτός από την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ εκδίδονταν επίσης μυστικά στη Θεσσαλονίκη η εφημερίδα ΛΑΪΚΗ ΦΩΝΗ, δημοσιογραφικό όργανο του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ. Τυπωνόταν σε ειδικά σκαμμένο υπόγειο στο αγροτόσπιτο του Θεοδόση Θεοδοσιάδη, κοντά στο Φίλυρο. Μόνιμος τυπογράφος ήταν ο Θόδωρος Τσακιράκης, ένας πιστός αγωνιστής και μεγάλος καλλιτέχνης. Αρχισυντάκτης της εφημερίδας ήταν ο κομμουνιστής δημοσιογράφος από την Καλαμαριά Παρίσης Αγγελίδης.

Μνημείο Ολοκαυτώματος

    10. Πλατεία Ελευθερίας. Το “Μαύρο Σάββατο”

    Στενά συνδεδεμένη με την περίοδο της Κατοχής είναι η πλατεία Ελευθερίας όπου είναι τοποθετημένο και το μνημείο του Ολοκαυτώματος των 50.000 Εβραίων της Θεσσαλονίκης.

    Στις 7 Ιουλίου 1942 ο στρατιωτικός διοικητής της Θεσσαλονίκης, ο διαβόητος Μαξ Μέρτεν, έδωσε διαταγή να συγκεντρωθούν όλοι οι άρρενες Εβραίοι ἡλικίας 18-45 χρόνων στην πλατεία Ελευθερίας, στις 8 το πρωί του Σαββάτου 11 Ιουλίου, για να καταγραφούν και στη συνέχεια να σταλούν σε καταναγκαστικά έργα, μακριά από την πόλη. Αμέσως μετά επιστρατεύθηκαν 3.500 άτομα για καταναγκαστικές εργασίες, 3.000 στην οδοποιία, 500 στην κατασκευή του αεροδρομίου του Σέδες και 34 στα μεταλλεία. Σε διάστημα δυόμιση μηνών, ένα ποσοστό τουλάχιστο 12% των ανδρών πέθανε από την ταλαιπωρία. Η Κοινότητα προσπαθούσε να φέρει πίσω τους ανθρώπους της και, ύστερα από μία σειρά συνομιλιών με τον αξιωματικό των γερμανικών κατοχικών δυνάμεων Μαξ Μέρτεν ,κατέληξε σε συμφωνία πληρωμής 2 δισ. εκατ. δραχμών στη γερμανική διοίκηση, η οποία τα ζήτησε με τη δικαιολογία να αυξηθούν οι μισθοί ώστε να πάρουν Έλληνες χριστιανούς εργάτες και έτσι να αφήσουν τους Εβραίους, και τα οποία έπρεπε να καταβληθούν μέχρι τις 15 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.

Το «Μαύρο Σάββατο» όπως ονομάστηκε αυτή η μέρα παραμένει ένα ορόσημο για την ιστορία της Θεσσαλονίκης και για την ιστορία της εβραϊκής της κοινότητας της πόλης, για τον φυλετικό αντισημιτισμό και την επίθεση ενάντια την ανθρώπινη προσωπικότητα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.