του Σπύρου Κουζινόπουλου
«Εγώ αθλητής γεννήθηκα, αθλητής και θα πεθάνω» είχε δηλώσει
κατά την απολογία του στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης ο πρώην
δήμαρχος Βασίλης Παπαγεωργόπουλος. Προσθέτοντας πως «οι αθλητές δεν
αγωνίζονται για το χρήμα αλλά για τη δόξα και το καλό όνομα». Άλλοι
γνώμη όμως είχαν οι δικαστές που τον έστειλαν ισόβια στη φυλακή.
Ο Βασίλης Παπαγεωργόπουλος μεσουρανούσε όταν έτρεχε στους
στίβους. Όταν ήταν σημαιοφόρος στους Ολυμπιακούς. Όμως είχε χάσει τη μεγάλη
ευκαιρία της ζωής του για μία διάκριση στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου, το
1972. Τότε όλη η Ελλάδα που στέναζε κάτω από το ζυγό της δικτατορίας, περίμενε «κάτι»
από τον μόνο αθλητή που είχε ελπίδες για ένα μετάλλιο. Αλλά εκείνη η ευκαιρία
είχε χαθεί χωρίς να είναι ευκρινείς μέχρι σήμερα οι λόγοι.
Εκείνη
την εποχή, ο Βασίλης Παπαγεωργόπουλος ήταν ένας σημαντικός δρομέας ταχύτητας. Είχε
αναδειχθεί αρκετές φορές πρωταθλητής Ελλάδος και Βαλκανιονίκης στα 100μ. και
κατέκτησε ευρωπαϊκά μετάλλια: Το πρώτο στο Ελσίνκι το 1971 και το δεύτερο το
1972 στη Γκρενόμπλ. Πλέον των
άλλων διακρίσεων, είχε κατακτήσει και τρία μετάλλια Πανευρωπαϊκών Αγώνων. Πρωταγωνίστησε
επί πολλά χρόνια στους διεθνείς στίβους, ισοφάρισε το πανευρωπαϊκό ρεκόρ στα
100 μέτρα, κάτοχος του πανελληνίου ρεκόρ στα 100 μέτρα επί 21 συνεχή χρόνια.
Ενώ στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Μονάχου, το 1972, ήταν σημαιοφόρος της
ελληνικής αποστολής.
Αδιευκρίνιστο σημείο το Μόναχο
Αδιευκρίνιστο
σημείο στην αθλητική του σταδιοδρομία, παραμένει το γεγονός ότι αν και
προκρίθηκε στους προκριματικούς αγώνες για την Ολυμπιάδα του Μονάχου, τέλη
Αυγούστου του 1972, δεν θέλησε να συνεχίσει την προσπάθεια και να τρέξει στους ημιτελικούς
και στον τελικό του δρόμου των 100 μέτρων.
Στη
10η σειρά των προκριματικών εκείνης της Ολυμπιάδας που είχε τρέξει ο
Παπαγεωργόπουλος, είχε κόψει πρώτος το νήμα με το θαυμάσιο για την εποχή χρόνο
10΄΄2. Όμως την ίδια μέρα, ανακοίνωσε την απόφασή του να μην συνεχίσει τις υπόλοιπες
προσπάθειες στο αγώνισμα, μετέχοντας στους ημιτελικούς και στον μεγάλο τελικό,
απέναντι στο μεγάλο φαβορί που ήταν η μεγάλη δόξα του αθλήματος, ο Ρώσος,
Βαλερί Μπορζόφ. Τι είχε συμβεί;
Η
επίσημη δικαιολογία που προβλήθηκε τότε και συνεχίζει να παραμένει μέχρι
σήμερα, είναι ότι ο «φτερωτός γιατρός» δεν συνέχισε γιατί αισθάνθηκε πόνους στο
ένα του πόδι. Ο ίδιος, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εφημερίδας «Θεσσαλονίκη»
που κάλυπτε με απεσταλμένο της τις προσπάθειες της ελληνικής αποστολής,
επικαλέσθηκε πόνους στην κοιλιά. Όμως από τότε αιωρούνταν η υποψία μήπως υπήρχε
κάτι με τα αναβολικά που από τότε είχαν αρχίσει έντονα να κάνουν την εμφάνισή τους
στο στίβο, με πρώτους διδάξαντες τους Ανατολικογερμανούς.
Να
τι είχε πει ο Παπαγεωργόπουλος στην εφημερίδα Θεσσαλονίκη εκείνο το πρωϊ της Παρασκευής 1ης
Σεπτεμβρίου 1972:
«Μου
συνέβη κάτι απρόσμενο. Ένοιωσα ένα φοβερό πόνο στην κοιλιακή χώρα αμέσως μετά
τον πρωϊνό προκριματικό. Ήταν τόσο σφοδρός αυτός ο πόνος που με καθήλωσε στο
κρεβάτι. Έφεραν γιατρό, με εξέτασε και δι΄λεγνωσε ενόχληση σε ένα κεντρικό μυ της
κοιλιάς. Μου έδωσε ένα παυσίπονο και προς στιγμή συνήλθα. Δεν ήθελα όμως να
τρέξω το απόγευμα. Αισθάνθηκα τέτοιο πόνο το πρωϊ, που η σκέψη ότι ίσως κάτι
μου συμβεί στον προημιτελικό, μου έκοβε κάθε διάθεση για τον αγώνα».
Με
βάση τη δήλωση αυτή του Παπαγεωργόπουλου, η Θεσσαλονίκη
τιτλοφορούσε την τρίστηλη ανταπόκρισή της από το Μόναχο: «Ο
Β.Παπαγεωργόπουλος υπέστη ψυχολογικό σοκ». Και στον υπότιτλο παρατηρούσε: «Αισθάνεται
πόνους στο υπογάστριο που φαίνεται, σύμφωνα με τους γιατρούς, ότι οφείλονται σε
ψυχολογικούς λόγους».
Κι
έτσι ο Παπαγεωργόπουλος δεν έτρεξε. Και έμειναν μόνο οι πιέσεις του τότε
Γενικού Γραμματέα Αθλητισμού της χούντας, του περιβόητου Ασλανίδη, να προσπαθεί
επί ώρες να μεταπείσει τον αθλητή.
Τα ίδια και ο Μπορζόφ
Φαίνεται
πάντως πως ήταν του συρμού για τους πρωταθλητές των δρόμων εκείνης της εποχής
να τα παρατούν κάθε φορά που δεν ένοιωθαν σίγουροι για την επικράτησή τους. Είναι
χαρακτηριστικό το περιστατικό που είχε αφηγηθεί ο φίλος
και συναθλητής του Παπαγεωργόπουλου, ο Γιώργος Ραμπότας, για μια ενδιαφέρουσα
κόντρα του με τον μεγάλο Ρώσο Βαλερί Μπορζόφ.
«Ο
Μπορζόφ και ο Βασίλης ήταν οι δύο πιο γρήγοροι Ευρωπαίοι. Ο Μπορζόφ ήταν το
νούμερο 1 και ο Βασίλης ήταν αυτός που τον κυνηγούσε. Στις σημερινές συνθήκες,
οι δύο αυτοί αθλητές θα ήταν πιο γρήγοροι από τους μαύρους που βλέπουμε στους
αγώνες. Εκείνη την εποχή είχαν ξεπεράσει και τους Αμερικάνους. Σε ένα meeting
που ο Βασίλης φαινόταν ότι ήταν σε πολύ καλή κατάσταση, ο Μπορζόφ φοβήθηκε,
προφασίστηκε μια δικαιολογία και δεν έτρεξε μαζί του».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.