Ο Έλληνας αρχιτέκτονας και ο Γάλλος συνεργάτης του
που "ταξίδεψαν" τη Νέα Παραλία της Θεσσαλονίκης σε όλο τον κόσμο. Οι
διεθνείς διακρίσεις, τα δημοσιεύματα ακόμη και σε περιοδικά του Βιετνάμ, αλλά
και η πορεία μέχρι την κορυφή. Ποια τα "μυστικά" του αρχιτεκτονικού
έργου που γράφτηκε στην Ιστορία;
Από το Ηράκλειο της Κρήτης, στα πανεπιστημιακά έδρανα της Τουλούζης. Και
από την Αρχιτεκτονική και την Ιστορία Τέχνης, στην Πολεοδομία - Γεωγραφία της
Σορβόννης και μετέπειτα, στα παντελώς άγνωστα «κιτάπια» της Αρχιτεκτονικής
Τοπίου. Αποτελούν άραγε οι σπουδές τη μόνη προϋπόθεση για διεθνείς
αρχιτεκτονικές διακρίσεις και την ανάληψη σπουδαίων κατασκευαστικών μελετών;
Αν συνομιλήσει κανείς με τον άνθρωπο που κρύβεται
πίσω από την ανάπλαση του παραλιακού μετώπου της Θεσσαλονίκης, η απάντηση που
θα λάβει, είναι σίγουρα αρνητική. «Δεν ήμουν καλός μαθητής. Έχασα και
μία χρονιά στο εξατάξιο τότε Γυμνάσιο. Όταν δε αναλάβαμε την μελέτη για τη Νέα
Παραλία, εγώ και ο Γάλλος συνεργάτης μου Μπερνάρ Κουόμο, ήμασταν άπειροι και
παντελώς άγνωστοι στο ελληνικό κοινό. Στην αρχή απόρησα. Μετά από λίγο καιρό,
αντιλήφθηκα τελικά ότι η αιτία που κάναμε τη διαφορά, ήταν η φρέσκια ματιά στο
αστικό τοπίο των 270.000 τ.μ., αλλά και η απομάκρυνση από το μέχρι τότε,
λανθασμένο μοτίβο αντιγραφής της φύσης».
Αναμφίβολα και πάλι, τα πρόσωπα των ημερών. Μετά
τις βραβεύσεις – «βροχή» για την εξαιρετική τους δουλειά σε διεθνές επίπεδο,
ήρθε η ώρα μιας ακόμα σπουδαίας διάκρισης.
Το αρχιτεκτονικό γραφείο των Πρόδρομου Νικηφορίδη
και Μπερνάρ Κουόμο συμπεριλήφθηκε ανάμεσα στα κορυφαία ανεξάρτητα αρχιτεκτονικά
γραφεία μικρής κλίμακας στην Ευρώπη.
Συγκεκριμένα, στο πλαίσιο της δράσης IN practice:
The state of committed architecture in Europe, ένα πρότζεκτ που ερευνά,
συλλέγει και παρουσιάζει το έργο ανεξάρτητων αρχιτεκτονικών γραφείων που δεν
ανήκουν σε εταιρίες κολοσσούς, το μικρό γραφείο των δύο συνεργατών στην Άνω
Πόλη που φέρουν την υπογραφή τους στη ριζική μετατροπή της παραλίας της
Θεσσαλονίκης σε κυριολεκτικό «έργο υψηλής αισθητικής», επιλέχθηκε ως ένα από τα
37 καλύτερα αρχιτεκτονικά γραφεία της Γηραιάς Ηπείρου.
Ποια όμως η πορεία του Πρόδρομου Νικηφορίδη μέχρι
την τελική σφραγίδα στη Νέα Παραλία; Υπάρχουν ή όχι κακώς κείμενα, στο
βαρυσήμαντο έργο που αύξησε τον τουρισμό της πολιτιστικής πρωτεύουσας
κατακόρυφα; Ποιο το μέλλον του κατασκευαστικού κλάδου; Υπάρχει ή όχι αξιοκρατία
στα δημόσια έργα; Και τελικά, γιατί ο ίδιος μένει (ακόμη) Ελλάδα; Χωρίς να
τσιγκουνεύεται σε αυτοκριτική και με περίσσεια ειλικρίνεια, ο
Πρόδρομος Νικηφορίδης ξεδιπλώνει τα χαρτιά του σε μία εφ’ όλης της ύλης
συνέντευξη στο NEWS 247.
«Φρεσκάδα και σεμνότητα στο μεγαλείο της Φύσης. Αυτό
είναι το μότο που συνοδεύει τις δουλειές μας. Για τη Νέα Παραλία, δώσαμε τον
καλύτερό μας εαυτό. Είχαμε απρόβλεπτα καλή συνεργασία με τους δημόσιους φορείς.
Μάλιστα, μάς έλεγαν σε κάθε βήμα: ‘Σταματήστε να αυτολογοκρίνεστε. Μην κάνετε
αυτό που αρέσει στους άλλους’. Και δουλέψαμε πολύ. Αφοσιωθήκαμε 100%.
Αγχωθήκαμε εξίσου αρκετά. Τα μεγάλα αυτά έργα δεν τυχαίνουν πάντα θερμής
υποδοχής από τον κόσμο. Νομίζαμε ότι θα μας λιθοβολήσουν. Μάλιστα, έγινε και προσφυγή
στο ΣτΕ για αμφισβήτηση της κατασκευής. Αλλά μετά την ολοκλήρωση του έργου, όλα
ξεχάστηκαν. Η προβολή του πλέον είναι τεράστια. Ο κόσμος χαίρεται και περνάει
καλά εδώ. Χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι είμαστε τέλειοι ή ότι δεν έγιναν
στην πορεία, αρχιτεκτονικές ατασθαλίες. Αλλά είναι εμφανές, ότι πρόκειται για
ένα υψηλής ποιότητας δημόσιο έργο που σίγουρα, αύξησε την τουριστική απήχηση».
Ο δήμος Θεσσαλονίκης –
υποστηρικτής και αρωγός της μελέτης που κόστισε 35 εκατ. ευρώ (κοινοτική
στήριξη και ελληνική συμμετοχή). Για περίπου 13 χρόνια. Από το 2000 όπου και έγινε ο διαγωνισμός, μέχρι και το 2013 όπου και
μπήκε το τελευταίο «κατασκευαστικό λιθαράκι». «Σχεδόν μας επέτρεψε να κάνουμε
όσα είχαμε αρχικά σκεφτεί. Εκτός από πειραματικούς κήπους για σχολεία (σήμερα ο
Κήπος των Ρόδων), εμβαδού 30 τ.μ. και τις δημόσιες πισίνες. Την ίδια στιγμή,
θελήσαμε το πλακόστρωτο να είναι υδατοπερατό. Αλλά το υλικό είχε τριπλάσιο
κόστος. Και δεδομένου του προϋπολογισμού, δεν μπορούσαμε να το προμηθευτούμε
από τη Γαλλία. Το υλικό είναι κάτι σαν χοντρή άμμος, μετά από συμπύκνωση και
αρκετά σκληρό. Θέλαμε να απορροφάται το βρόχινο νερό. Οι πόλεις μας έχουν
ανάγκη από αυτά τα υλικά, καθώς έχουν πλέον στεγανοποιηθεί. Αλλά δεν μπορούμε
να τα έχουμε όλα δικά μας!».
Ο Πρόδρομος Νικηφορίδης και ο Μπερνάρ Κουόμο ξεκίνησαν να συνεργάζονται
αμέσως μετά το Πανεπιστήμιο. Η πρώτη τους κοινή συμμετοχή σε διαγωνισμό, ήταν
για τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας στην Αίγυπτο, που όμως δεν ανέλαβαν.
Γιατί όμως το μικρό αλλά θαυματουργό γραφείο στην
Άνω Πόλη παρουσιάζει εμμονή σε μεγάλα έργα και δεν στράφηκε ποτέ στην απλή
δόμηση πχ. πολυκατοικιών;
Ο κ. Νικηφορίδης απαντά: «Δεν ήμασταν ποτέ
εξωστρεφείς. Και άρα δεν τα πηγαίναμε ποτέ καλά με τις δημόσιες σχέσεις. Οπότε
προτιμούσαμε να αναδείξουμε τη δουλειά μας μέσα από διαγωνισμούς που είναι
συνήθως ανώνυμοι και υπάρχει αντικειμενική αξιολόγηση. Από την άλλη, αυτό που
ανέκαθεν μας ενδιέφερε περισσότερο, ήταν ο δημόσιος χώρος. Να κάνουμε κάτι που
να αποτελεί κοινό καλό, να αντανακλά το συμφέρον και το όφελος του συνόλου μιας
κοινωνίας. Να μην αφορά μόνο σε ένα πρόσωπο, οικογένεια ή επιχειρηματία. Άρα
και το γεγονός ότι ποτέ δεν συνεργαστήκαμε με κατασκευαστές - εργολάβους
πολυκατοικιών, ίσως τελικά να μην είναι τυχαίο, δεδομένου ότι σπάνια συμφωνούμε
και με τα σχέδια πόλεων».
Στους ακόμη πιο σημαντικούς διαγωνισμούς, ο
ανασχεδιασμός του μνημειακού άξονα της οδού Αριστοτέλους από το Γάλλο
αρχιτέκτονα Ερνέστ Εμπράρ (1920). Έργο που όμως δεν προχώρησε! Και το 2015, η
ανάπλαση της παραλίας στο δήμο Μονεμβασιάς.
Πώς φτάσαμε όμως στην ανάληψη του έργου; «Εμείς έως το 2001, ήμασταν άπειροι και άγνωστοι. Ο συγκεκριμένος
διαγωνισμός ήταν παρόμοιος με του μουσείου της Ακρόπολης. Ανοιχτός και με
πρόσκληση. Η Επιτροπή δηλαδή, ήξερε ποιους κρίνει. Δεν σας κρύβω ότι στην αρχή
απόρησα όταν πήραμε τη δουλειά. Αργότερα απλά, αντιλήφθηκα ότι αιτία ήταν η
καθαρά φρέσκια ματιά στο δημόσιο χώρο. Μέχρι τότε στην Ελλάδα, ο δημόσιος χώρος
ήταν υπόθεση των υπηρεσιών του δήμου. Σπάνια σχεδιάζονταν, απλά
διεκπεραιώνονταν. Και όπου υπήρχε σχεδιασμός, συνήθως ήταν εμφανής η κακή
αντιγραφή της φύσης. Δεν γίνεται όμως να αναπαράγεις τη φύση στο δημόσιο χώρο.
Εμείς εμπνευστήκαμε μεν από τη φύση, αλλά σχεδιάσαμε σαν να είμαστε σε αστικό
χώρο. Ξεπεράσαμε την παιδική έως τότε αντιμετώπιση του πρασίνου, αξιολογήσαμε
ορθότερα τις δυνατότητες της περιοχής και σταθήκαμε σεμνοί απέναντι στο
μεγαλείο του φυσικού περιβάλλοντος. Δεν γεμίσαμε τον τόπο με κατασκευές που θα
έφεραν απλά την σφραγίδα μας!».
Ποια τα «τρωτά» σημεία όμως ενός έργου που γράφτηκε
ήδη στην ελληνική αρχιτεκτονική Ιστορία; «Αρχικά, δεν μας επετράπη η επίβλεψη της κατασκευής του έργου, χωρίς
αυτό να σημαίνει ότι μας εμπόδισαν κιόλας. Στη δεύτερη φάση κατασκευής
(2011-2013), μας ανατέθηκε η τεχνική υποστήριξη, παρά την άρνηση πολλών από
τους εμπλεκόμενους. Για παράδειγμα, είχαμε την ευθύνη για όλα τα υλικά. Τελικά
όμως μόλις μία φορά, ζητήθηκε η έγκρισή μας και από την άλλη, όταν εντοπίζαμε
λάθος υλικά, στέλναμε εγγράφως την ένστασή μας, αλλά απάντηση δεν λάβαμε
ποτέ!».
Το αποτέλεσμα είναι
αισθητικά άψογο, όμως το «άριστο» κρίνεται στις λεπτομέρειες. Και ως προς αυτό,
ο κ. Νικηφορίδης δίνει ένα ακόμη παράδειγμα:
«Όταν βιδώναμε ξύλινα στηρίγματα του δαπέδου, εμείς
προδιαγράφαμε ότι εφόσον βρισκόμαστε στα όρια με τη θάλασσα, πρέπει να
τοποθετηθεί η καλύτερη ανοξείδωτη βίδα που κυκλοφορεί στον κόσμο, προκειμένου
να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του έργου. Αλλά τελικά, ο εργολάβος επέλεξε
μαύρες και όχι ανοξείδωτες και ίσως, τις χειρότερες της αγοράς. Θα μπορούσαμε
να μην πούμε τίποτα, όμως, ασκήσαμε τρομερές πιέσεις και καταφέραμε την αντικατάστασή
τους σε ένα μεγάλο τμήμα. Αυτό συνεπάγεται βέβαια ότι σε 1-5 χρόνια, κάποιες
από αυτές θα έχουν σπάσει ή άλλες θα έχουν σκουριάσει, με όποια
αποτελέσματα».
Στα
ανολοκλήρωτα έργα των θαυματουργών αρχιτεκτόνων η ανάπλαση του θαλάσσιου
μετώπου της Ταγγέρης στο Μαρόκο. Λίγο πριν το τελικό στάδιο, η κυβέρνηση
πούλησε την περιοχή σε Σαουδάραβες
Κράτος και δημόσια έργα. Υπάρχει τελικά αξιοκρατία;«Υπάρχουν διάφορα είδη διαγωνισμών. Κάποιοι από αυτούς είναι διαβλητοί,
καθώς σίγουρα δεν κρίνεται ο υποψήφιος σε σχέση με την πρότασή του, αλλά
σύμφωνα με το ποιος είναι. Και συνήθως γίνονται με τη δικαιολογία του κατ’
επείγοντος, προκειμένου το δημόσιο να ελέγξει καλύτερα με ποιον θα συνεργαστεί.
Οι πανελλήνιοι αρχιτεκτονικοί διαγωνισμοί ωστόσο, είναι συνήθως μυστικοί. Οπότε
και περισσότερο αξιοκρατικοί. Κρίνεσαι για την πρόταση και όχι για τα ‘χαρακτηριστικά’
του γραφείου σου. Την ίδια στιγμή, θα πρέπει να πω ότι ακόμη και αν κάποιος
επιλεγεί για δημόσιο έργο, θα πρέπει να έχει κατά νου ότι η συνεργασία δεν
είναι πάντα αρμονική. Στην Ελλάδα βέβαια, έχουμε κι ένα ακόμη μειονέκτημα. Ότι
ο μελετητής αποκλείεται κατά τη διάρκεια της κατασκευής. Σε άλλες χώρες, αυτό
αποτελεί προϋπόθεση».
Ποιο το μέλλον όμως του κατασκευαστικού κλάδου; «Αβέβαιο. Όπως όλων μας. Εμείς θα είχαμε τη δυνατότητα να
αναζητήσουμε συνεργασίες και μελέτες κατασκευών στη Γαλλία. Αλλά προς το παρόν,
δεν το κάνουμε. Δεν θέλουμε να φύγουμε από τη Θεσσαλονίκη. Θέλουμε να
δουλέψουμε εδώ. Πολλοί συνάδελφοί μας έφυγαν στο εξωτερικό. Εμείς όμως θα
προσπαθήσουμε να επιβιώσουμε όσο μπορούμε στην Ελλάδα. Άλλωστε έχουμε και τη
Νέα Παραλία. Δεν αρκεί η κατασκευή. Θα μείνουμε εδώ για την εξέλιξη, επιτήρηση
και έλεγχο του έργου. Αφιερώσαμε 15 κοντά χρόνια από τη ζωή μας. Δεν είναι και
λίγα για να τα τινάξεις στον αέρα!».
Ο Πρ. Νικηφορίδης και ο Μπερνάρ Κουόμο συνοπτικά
Ο Πρόδρομος Νικηφορίδης γεννήθηκε στο Ηράκλειο
Κρήτης. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στην Τουλούζη της νότιας Γαλλίας, βιομηχανικό
σχεδιασμό στο Παρίσι και έκανε μεταπτυχιακά στην Ιστορία της Τέχνης στο
Toulouse le Mirail και Πολεοδομία - Γεωγραφία στη Σορβόννη. To 1991 κέρδισε το
Α΄ Βραβείο του Europan και ακολούθησαν πολλά άλλα βραβεία σε πανευρωπαϊκούς και
διεθνείς διαγωνισμούς, Α΄ Βραβείο στο Διεθνή Διαγωνισμό για τον Ανασχεδιασμό
του Μνημειακού Άξονα της Αριστοτέλους 1997, Α΄ Βραβείο στο διαγωνισμό για την Ανάπλαση
της Νέας Παραλίας Θεσσαλονίκης και Α΄ Βραβείο στον διαγωνισμό για την Ακαδημία
Γραμμάτων και Πολιτισμού της Καλαμαριάς.
Το 1996 ξεκίνησε η συνεργασία με τον Μπερνάρ Κουόμο
με έδρα τη Θεσσαλονίκη.
Σημαντικότερα έργα: Κτίριο κατοικιών στο Παρίσι
1992-1994, Θέατρο και Πολιτιστικό Κέντρο Μενεμένης, Βιομηχανικό κτίριο στη
Θεσσαλονίκη 2004-2006, Τεχνόπολη Θεσσαλονίκης 2006-2009, Ανάπλαση της Νέας
Παραλίας Θεσσαλονίκης 2000-2008 και Θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας της Ελλάδος
2001-2009.
Στα μικρότερης κλίμακας έργα: Τα βιβλιοπωλεία
Ιανός, οι εγκαταστάσεις του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και ο Κήπος σε
FoodExpo στην Κίνα.
Το 2009 για την ανάπλαση της Νέας Παραλίας
Θεσσαλονίκης τους απενεμήθη ομόφωνα από το Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής
το Βραβείο Αρχιτεκτονικής για την περίοδο 2004-2008.
Το 2011 η Ανάπλαση της Νέας Παραλίας Θεσσαλονίκης
συμπεριελήφθη στα υποψήφια έργα για το βραβείο Mies Van der Rohe.
Ο Tadao Ando και o Peter Zumthor είναι μόνο δύο από
τους αρχιτέκτονες που τους «συγκινούν», ενώ όπως ο κ. Νικηφορίδης επισημαίνει:
«Ο τόπος και ο άνθρωπος είναι τα κυρίαρχα ερεθίσματα για την αρχιτεκτονική
μας».
Πηγή: NEWS 247
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.