Με απόφαση-Σοκ το Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης ακύρωσε την προ τετραετίας απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου Θεσσαλονίκης για τη μετονομασία της οδού Αθανασίου Χρυσοχόου σε οδό Αλμπέρτου Ναρ, αναφέροντας τον ισχυρισμό ότι ο επί γερμανικής Κατοχής και με τη σύμφωνη γνώμη τους Γενικός Επιθεωρητής Νομαρχιών Μακεδονίας, στη συνέχεια Φρούραρχος Θεσσαλονίκης και κατόπιν Γενικός Διοικητής Μακεδονίας την τελευταία περίοδο πριν την αποχώρηση των χιτλερικών στρατευμάτων από τη Θεσσαλονίκη,"αξιολογούνταν ως πατριώτης".
Σύμφωνα με δημοσίευμα της Εφημερίδας των Συντακτών: "Η απόφαση έχει προκαλέσει ήδη οδυνηρή έκπληξη, που γίνεται μεγαλύτερη δεδομένου ότι το δικαστήριο εκφέρει κρίσεις που μόνον η διοίκηση μπορεί να διατυπώσει και αγνοεί όλα όσα διαπίστωσαν έγκριτοι ιστορικοί, «σχετικοποιώντας» τα ιστορικά δεδομένα, αφού καταλήγει ότι «οι ιστορικές αναφορές και πληροφορίες για το πρόσωπο και τη δράση του Στρατηγού Αθανασίου Χρυσοχόου είναι αντικρουόµενες και αντιφατικές»!
Το όνομα του Χρυσοχόου που έγινε συνώνυμο με τη δυσφήμιση του αντιστασιακού κινήματος στη Βόρεια Ελλάδα, δόθηκε σε ανώνυμο δρόμο της Ε΄ Δηµοτικής Κοινότητας της Θεσσαλονίκης επί δικτατορίας το 1971, από τη διορισμένη από τη χούντα των συνταγματαρχών δημοτική αρχή της Θεσσαλονίκης, η οποία όχι μόνο τιμούσε τους συνεργάτες των κατακτητών αλλά τους συνταξιοδοτούσε κιόλας ως ... αντιστασιακούς.
Η διαδικασία µετονοµασίας της οδού «Στρατηγού Αθανασίου Χρυσοχόου» σε οδό «Αλµπέρτου Ναρ», είχε ξεκινήσει το 2016, με απόφαση της Επιτροπής του Δηµοτικού Συµβουλίου του Δήµου Θεσσαλονίκης για την Ανάδειξη της Ιστορικής Μνήµης της πόλης. Κατόπιν αυτού, το Συμβούλιο της Ε΄ Δημοτικής Ενότητας Δήμου Θεσσαλονίκης, αιτήθηκε από την αρμόδια επιτροπή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας – Θράκης να γνωμοδοτήσει υπέρ της μετονομασίας. Αυτή αρχικά τάχθηκε κατά πλειοψηφία υπέρ της επαναφοράς του ζητήματος προς συζήτηση, αφού προσκομιστούν περισσότερα στοιχεία υπέρ της αναγκαιότητας μετονομασίας της οδού. Και όταν στη συνέχεια το Συµβούλιο της Ε' Δηµοτικής Κοινότητας αποφάσισε εκ νέου τη μετονομασία και διαβίβασε τα στοιχεία που της ζητήθηκαν, τότε η Αποκεντρωμένη Διοίκηση άναψε το πράσινο φως. Η διαδικασία της μετονομασίας ολοκληρώθηκε νόμιμα με τις αποφάσεις: α) την με αριθμό 383/2018 πράξη του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Θεσσαλονίκης, β) η με αριθμό πρωτοκόλλου 31197/1.6.2018 πράξη του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοικήσεως Μακεδονίας – Θράκης και γ) την πράξη από 19.7.2018 της 1ης Επιτροπής του άρ. 152 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων.
Κατά όλων αυτών των αποφάσεων άσκησαν προσφυγή οι απόγονοι Χρυσοχόου, θεωρώντας ότι με τη μετονομασία υπάρχει "προσβολή της µνήµης του εκλιπόντος" και ότι αποσκοπούν "στη διαφύλαξη του κύρους και της υστεροφημίας του".
Στην αίτηση ακυρότητας που είχαν καταθέσει οι απόγονοι του Χρυσοχόου ανέφεραν ότι οι αποφάσεις της Ε΄ Δημοτικής Κοινότητας, του Δημοτικού Συμβουλίου Θεσσαλονίκης και του Συντονιστή της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Μακεδονίας-Θράκης “στερούνται της πλήρους και ειδικής αιτιολογίας και για το λόγο αυτό είναι ακυρωτέες, διότι τα ιστορικά στοιχεία που επικαλείται η προσβαλλόµενη απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου, δεν συνιστούν το στοιχείο του εξαιρετικού και της αναγκαιότητας για την µετονοµασία, αφού οι ιστορικές αναφορές και πληροφορίες για το πρόσωπο και τη δράση του Στρατηγού Αθανασίου Χρυσοχόου είναι αντικρουόµενες και αντιφατικές”.
Υιοθετώντας την άποψη αυτή το Διοικητικό Εφετείο Θεσσαλονίκης με πρόεδρο τον Απόστολο Ζήση και μέλη τις Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων Ειρήνη Χαϊνοπούλου και Μαρία Κοκοβίδου, αποφάσισε ότι η απόφαση του Δημοτικού συμβουλίου Θεσσαλονίκης του 2018 περί μετονομασίας της οδού Χρυσοχόου “δεν αιτιολογείται προσηκόντως, ήτοι νομίμως, σαφώς και επαρκώς και ως εκ τούτου πρέπει να ακυρωθεί”.
'Ενα από τα στοιχεία που αναγράφονταν στην απόφαση της Ε΄ Δημοτικής Κοινότητας και του Δημοτικού Συμβουλίου Θεσσαλονίκης, ήταν και το γεγονός ότι ο Αθ. Χρυσοχόου υπήρξε µάρτυρας υπεράσπισης του Μαξ Μέρτεν, συντονιστή της δίωξης και του Ολοκαυτώµατος 50.000 Εβραίων της Θεσσαλονίκης. Όπως αναφέρονταν συγκεκριμένα: "Ο Χρυσοχόου, τον Φεβρουάριο του 1959 κατέθεσε ως µάρτυρας στη δίκη του Μαξ Μέρτεν, που ήταν κατηγορούµενος και τελικά καταδικάστηκε για εγκλήµατα πολέµου, στο Ειδικό Στρατοδικείο Εγκληµάτων Πολέµου. Συγκεκριµένα, ο Μέρτεν κατηγορήθηκε ως ο κύριος υπεύθυνος για την εξόντωση της εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης, τη διαρπαγή των περιουσιών τους και την τυµβωρυχία του νεκροταφείου τους. Με τη µαρτυρική του κατάθεση ο Χρυσοχόου απάλλασσε ή απέδιδε ελαφρυντικά στον Μέρτεν για τα εγκλήµατα που του αποδίδονταν, ενώ αποτιµούσε, σύµφωνα µε τον Τύπο της εποχής, ουδέτερα ή και θετικά τον ρόλο που είχε διαδραµατίσει κατά την παρουσία του στη Θεσσαλονίκη, την περίοδο της Κατοχής".
Πρέπει επίσης να αναφερθεί ότι, όπως προκύπτει από τα αρχεία του κατασκοπευτικού δικτύου "Ζευς" που φυλάσσονται στο Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης, ο πρωθυπιουργός της κυβέρνησης του Καίρου Γεώργιος Παπανδρέου, μόλις πληροφορήθηκε ότι ο Χρυσοχόου ορίστηκε την τελευταία περίοδο της Κατοχής Γενικός Επιθεωρητής (υπουργός) Μακεδονίας, ζήτησε να αρνηθεί τη θέση αυτή. Και όταν αυτός αρνήθηκε, τότε έδωσε εντολή στον επικεφαλής του δικτύου "Ζεύς", Γεώργιο Μαργέτη, να διακόψει κάθε επαφή μαζί του.
Σημειώνεται ότι ο επί ναζιστικής Κατοχής Γενικός Επιθεωρητής Νομαρχιών Μακεδονίας, είχε θεωρηθεί ένας από τους υπαίτιους για το "Μαύρο Σάββατο" της Θεσσαλονίκης και τη συγκέντρωση χιλιάδων αρρένων Ισραηλιτών της Θεσσαλονίκης στην πλατεία Ελευθερίας, στις 11 Ιουλίου 1942. Καθώς, σύμφωνα με τον καθηγητή Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Χάγκεν Φλάισερ, ο Χρυσοχόου προέβη σε διαβήματα στη γερμανική στρατιωτική διοίκηση, διαμαρτυρόμενος ότι οι Ισραηλίτες δεν υποχρεώθηκαν να συμμετέχουν σε αναγκαστικές εργασίες ή να καταβάλλουν εισφορές σε είδος, σε αντίθεση με το μεγαλύτερο τμήμα του ελληνικού (χριστιανικού) πληθυσμού. Έτσι, μετά από αυτά τα διαβήματα, δρομολογήθηκε η επίσημη απογραφή των ικανών για καταναγκαστική εργασία Εβραίων της Θεσσαλονίκης.1
1. Χάγκεν Φλάισερ, Στέμμα και Σβάστικα. Η Ελλάδα της Κατοχής και της Αντίστασης 1941-1944, Παπαζήσης, τόμος Β’, Αθήνα1995. Και επίσης, Hagen Fleischer, “Griechenland. Das bestrittene Phänomen.“, στο: Hermann Graml, Angelika Königseder και Juliane Wetzel (επιμ.), Vorurteil und Rassenhass. Antisemitismus in den faschistischen Bewegungen Europas, Metropol, Berlin 2001, σ. 207-226.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.