Δευτέρα 30 Σεπτεμβρίου 2024

Η ομαδική εκτέλεση στο Λευκώνα Σερρών από τους Βούλγαρους φασίστες

του Σπύρου Κουζινόπουλου
Ένα από τα φριχτά εγκλήματα των συμμάχων του Χίτλερ, Βουλγάρων φασιστών, στη διάρκεια της τριπλής κατοχής της πατρίδας μας, ήταν η ομαδική εκτέλεση 20 νέων σε ηλικία πατριωτών, την 1η Οκτωβρίου 1941, στο χωριό Λευκώνας Σερρών, στον απόηχο της εξέγερσης της Δράμας και της εξόντωσης χιλιάδων Ελλήνων στους τρεις νομούς της Ανατολικής Μακεδονίας.


Ο Λευκώνας, που το παλιό του όνομα ήταν Καβακλί, βρίσκεται σε απόσταση 2χλμ. από την πόλη των Σερρών και εγκαταστάθηκαν σ' αυτόν τον οικισμό μετά τη μικρασιατική καταστροφή, πρόσφυγες από τον Πόντο και την Ανατολική Θράκη, καθώς και Σαρακατσάνοι που ζούσαν πριν ποιμενική νομαδική ζωή. Κατά την περίοδο της κατοχής (1941-1944), οι κάτοικοι του Λευκώνα υπέστησαν διώξεις από τις βουλγαρικές αρχές κατοχής, οι οποίες, στα πλαίσια της προσπάθειάς τους για εκβουλγαρισμό της ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και ενσωματώσεώς της στη Βουλγαρία, μετέφεραν εποίκους από τη Βουλγαρία. Κάτοικοι του Λευκώνα μεταφέρθηκαν ως όμηροι στη Βουλγαρία, ορισμένοι εκτελέσθηκαν, ενώ πολλοί αναγκάσθηκαν να μετοικήσουν κρυφά με τις οικογένειές τους και τα υπάρχοντά τους δυτικά του ποταμού Στρυμώνα, όπου η περιοχή ήταν υπό γερμανική και όχι υπό βουλγαρική) κατοχή.
Την 1η Οκτωβρίου 1941 και ενώ το αίμα έρρεε ακόμη στους δρόμους των πόλεων και των χωριών της Δράμας, της Καβάλας και των Σερρών, καθώς είχε εκδηλωθεί η εγκληματική εκδικητική μανία των Βουλγάρων κατακτητών για την εξέγερση της Δράμας (28-29 Σεπτεμβρίου 1941), οι Βούλγαροι φασίστες συνέλαβαν και έκλεισαν στο σχολείο του χωριού γύρω στους 25 νέους του Λευκώνα, στη συντρική τους πλειοψηφία ηλικίας μεταξύ 22-28 χρόνων, που θεωρούνταν όλοι ως αριστεροί.

Μετά την εξέγερση της Δράμας βουλγαρικό τμήμα με τα κομμένα κεφάλια Ελλήνων πατριωτών
Γλύτωσε το θάνατο και αφηγήθηκε
Ένας από τους συλληφθέντες, που κατάφερε να γλυτώσει την εκτέλεση, ήταν και ο Κώστας Ταχμαζίδης, που είδε μπροστά του να εκτελούνται ο αδελφός του Γιώργος και ο γαμπρός του Κυπριανός Κυριακίδης. Ο Ταχμαζίδης περιέγραψε αργότερα τις εφιαλτικές στιγμές που έζησαν οι Καβακλιώτες νέοι στα χέρια των φασιστών αλλά και την ομαδική εκτέλεση που ακολούθησε:
"Τα μεσάνυχτα, μας δέσανε τα χέρια πίσω και από το σχολείο μας οδήγησαν έξω από το χωριό, 1.500 μέτρα μακριά, στο στόμιο μιας γαλαρίας για εκτέλεση. Εκεί ο αξιωματικός του αποσπάσματος μας μίλησε μέσω ενός ντόπιου Βούλγαρου από το διπλανό χωριό Χριστός, ο οποίος έκανε τον διερμηνέα. Μας είπε: "Εμείς ήρθαμε εδώ να ζήσουμε μαζί σας, εσείς όμως δεν θέλετε".
Ενώ αυτός μιλούσε, εμείς βρήκαμε την ευκαιρία και ληθήκαμε. Πέσαμε στα γόνατα αλλά ο αξιωματικός μας διέταξε να σηκωθούμε όρθιοι για να μπορούν να μας σκοτώσουν πιο εύκολα. Τότε ένας από μας, ο Μιχάλης Γραικόπουλος φώναξε: "Αφού θα μας σκοτώσουν, ας σηκωθούμε όρθιοι για να σκοτωθούμε πέντε λεπτά γρηγορότερα".
Μόλις άρχισαν οι πυροβολισμοί, πρώτος εγώ και από πίσω μου τέσσερις άλλοι, χωθήκαμε στη γαλαρία. Οι υπόλοιποι σκοτώθηκαν επιτόπου.
Μαζί με το απόσπασμα, ήταν και ντόπιοι Βούλγαροι από το χωριό Χριστός με κασμάδες και φτυάρια. Αμέσως τους σκεπάσανε και φύγανε. Το ευτύχημα ήταν ότι από τη βιασύνη τους δεν κατάλαβαν εμάς που είχαμε χωθεί στη γαλαρία. Βρήκαμε την ευκαιρία και φύγαμε. Οι δύο από εμάς ήταν τραυματίες, ο ένας στο πόδι και ο άλλος στο χέρι. Ο πληγωμένος στο πόδι, ο Στέφανος Πολυζωίδης, μόλις βγήκε από τη γαλαρία έπεσε κάτω και φώναξε: "Ρε παιδιά, πάρτε και μένα". Εγώ γύρισα πίσω και τον πήρα στην πλάτη  και φύγαμε μακριά από εκείνον τον τόπο".

Ευθυμία Πολατίδου
Κατασπάραξαν σκυλιά τα πτώματα
Όμως υπήρξε και μία μακάβρια συνέχεια με τα άψυχα κουφάρια των εκτελεσμένων κατοίκων του Λευκώνα. Όπως αφηγήθηκε η Ευθυμία Πολατίδου, με βάση τα όσα της είχαν εξιστορίσει ο πατέρας της Ηλίας Λαυρεντίδης και ο αδελφός της Γιώργος:
"Δεν ξέρανε οι κάτοικοι, όταν είδαν τους Βουλγάρους να παίρνουν τους συγχωριανούς μας από το σχολείο και να τους μεταφέρουν έξω από το χωριό ότι τους σκοτώσανε.
Πήγαιναν τα σκυλιά στη γαλαρία και καθώς δεν ήταν σκεπασμένα με πολύ χώμα, βγάζανε τα πτώματα και τα τρώγανε. Και πήγαιναν κάποια παιδιά προς τα εκεί, μεταξύ αυτών και ο αδελφός μου Γιώργος Λαυρεντίδης, για να δουν τα ζώα μας που είχαμε εκεί και βλέπανε τα σκυλιά να κουβαλάνε σάρκες. Έτσι κατάλαβαν όρτι έγινε το έγκλημα.
Όταν έφυγαν οι Βούλγαροι, ο πατέρας μου, ο Ηλίας Λαυρεντίδης θεώρησε άσχημο να μείνουν εκεί τα κόκαλα των εκτελεσμένων παιδιών. Και πήγε εκεί με ένα μπαούλο, μαζέψανε τα κόκαλα και τα θάψανε σε ένα κενοτάφιο στο χωριό". 

Η Οδύσσεια των διασωθέντων για να μείνουν ζωντανοί
Ας ξαναγυρίσουμε όμως στην περιγραφή του Κώστα Ταχμαζίδη για την Οδύσσεια που πέρασαν τις επόμενες μέρες ο ίδιος και οι συγχωριανοί του που γλύτωσαν το θάνατο από τα βουλγαρικά βόλια, στην προσπάθειά τους να μείνουν ζωντανοί και να αποφύγουν το θάνατο από τα αποσπάσματα που τους αναζητούσαν:
Για πέντε περίπου χιλιόμετρα βαδίζαμε την ίδια νύχτα. Ξημερώνοντας, βρήκαμε ένα μέρος με βατσινιές και χωθήκαμε μέσα. Εκεί καθίσαμε όλη την ημέρα. Όταν νύχτωσε πάλι, πήραμε την απόφαση να στείλουμε έναν από μας στο χωριό μας για να πάρει ψωμί και σχοινί, με τη βοήθεια του οποίου θα περνούσαμε τον Στρυμόνα, επειδή δεν ξέραμε όλοι κολύμπι. Θα ειδοποιούσε και το σπίτι του τραυματία στο πόδι. Τα δύο του αδέλφια θα έρχονταν να τον πάρουνε.
Αυτός που στείλαμε πήγε μα δεν γύρισε πίσω. Ξημέρωσε και δεν φάνηκε. Αναγκαστήκαμε να στείλουμε κάποιον από εμάς για να δει τι έγινε. Έτσι κατέβηκα εγώ. Τον βρήκα στο σπίτι του. Ο λόγος που δεν είχε έρθει, ήταν ότι είχε πανσέληνο και οι Βούλγαροι είχαν στήσει ενέδρα γύρω από το χωριό. Συνεννοηθήκαμε λοιπόν μόλις σκοτεινιάσει να συναντηθούμε σε ένα σημείο και να φύγουμε. Εν τω μεταξύ, με τις γυναίκες ειδοποιήσαμε και το σπίτι του τραυματία. 
Στο γυρισμό από το χωριό πήγα να βρω τον άλλο τραυματία, αλλά δεν τον βρήκα, είχε γυρίσει πίσω στο χωριό κι αυτός. Έτσι μείναμε τρεις και ο τραυματίας στο πόδι. Θέλησα να τον πάω σε κανένα σπίτι ακριανό και από εκεί να τον πάρουν τ' αδέλφια του, αλλά φοβήθηκε και δεν θέλησε. Τον βρήκαν οι Βούλγαροι και τον σκότωσαν.
Εν τω μεταξύ κατεβαίνω πάλι για ψωμί και μαθαίνω από τους χωριανούς ότι πρέπει να φύγουμε, γιατί κατάλαβαν πως μερικοί γλιτώσαμε την εκτέλεση και μας ψάχνανε. Γιαυτό φύγαμε πιο μακριά προς το βουνό.
Ύστερα από δώδεκα μέρες συννέφιασε. Έτσι κατεβήκαμε για να συναντήσουμε στο σημείο που είχαμε ορίσει άλλους τέσσερις από το χωριό, οι οποίοι κινδύνευαν κι αυτοί. Δυστυχώς δεν ήρθαν και αναγκαστήκαμε αντί να φύγουμε, να γυρίσουμε στο χωριό και να κρυφτούμε στα σπίτια μας.
Ύστερα από 28 μέρες, εγώ πήγα να κρυφτώ στις Σέρρες. Από κει βρήκα ένα μέσον και πληρώνοντας 5.000 λέβα, πήγα στον Αχινό Νιγρίτας, όπου έμεινα σε κάτι συγγενείς μου. Εκεί, που ήταν στην γερμανοκρατούμενη περιοχή, μετέφερα και την οικογένειά μου, τους γονείς μου, την αδελφή μου και τη γυναίκα μου με την κόρη μου". 
Εδώ τελειώνει η σημαντική μαρτυρία του Κώστα Ταχμαζίδη για τις εκτελέσεις στο Λευκώνα, όπως καταγράφτηκε στο περιοδικό Εθνική Αντίσταση, συλλογή 45η, Μάης 1985, σελ. 98-99. Για τον Κ.Ταχμαζίδη ενημερωτικά πρέπει να πούμε ότι εκεί στον Αχινό οργανώθηκε στο ΕΑΜ, στις αρχές Ιανουαρίου 1942, στη συνέχεια στον εφεδρικό ΕΛΑΣ και τον Απρίλιο του 1944 ανέβηκε στο βουνό, στον μόνιμο ΕΛΑΣ, δίνοντας αρκετές μάχες με τους Βουλγάρους κατακτητές και τους ταγματασφαλίτες συνεργάτες τους, ενώ τραυματίστηκε στο πόδι όταν ο ΕΛΑΣ μπήκε στη Νιγρίτα, τον Αύγουστο 1944 για να χτυπήσει τους Βουλγάρους και να πάρει οπλισμό. Για την υπέροχη πατριωτική του δράση το μεταπελευθερωτικό ανώμαλο καθεστώς τον εξόρισε το 1947 στον Άϊ-Στράτη.


Τα ονόματα των εκτελεσμένων παλληκαριών του Λευκώνα
Εκτελέστηκαν από τους Βούλγαρους φασίστες κατακτητές την 1η ΟΚτωβρίου 1941 στο Λευκώνα Σερρών οι:
-Αγαθονικιάδης Θεόδωρος
-Αγαθονικιάδης Μιλτιάδης του Χαράλαμπου
-Αναστασιάδης Αλέξιος
-Αρχοντίδης Κωνσταντίνος
-Γραικόπουλος Μιχάλης του Χρήστου, 25 ετών
-Γυμνόπουλος Θεόδωρος του Δημητρίου, 24 ετών
-Κοκκινίδης Νίκος του Παναγιώτη, 23 ετών
-Κουτουνίδης Στέλιος του Θεοδώρου, 22 ετών
-Κότσης ή Γκότσης Δήμος του Ηλία
-Κυριακίδης Κυπριανός του Αλέξη, 28 ετών
-Μιχαηλίδης Γιώργος του Παναγιώτη
-Μιχαηλίδης Βίκτωρ του Παναγιώτη
-Παπάνθιμου Σάββας του Αναστασίου, 38 ετών
-Παπαδόπουλος Αθανάσιος του Χαράλαμπου, 28 ετών
-Πολυζωίδης Στέφανος του Δοξάκη, 26 ετών
-Ραμφόπουλος Αβραάμ του Ηρακλή, 28 ετών
-Ταχμαζίδης Γιώργος του Ιωάννη, 28 ετών
Τέσσερις ημέρες αργότερα, στις 4 Οκτωβρίου 1941, οι Βούλγαροι φασίστες κατακτητές επανήλθαν στο Λευκώνα και εκτέλεσαν άλλους τρεις κατοίκους, τους Θεοδωρίδη Γιάννη, Κυπριανίδη Κυπριανό και Τριανταφυλλίδη Τριαντάφυλλο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.