Παιδιά και μωρομάνες στην ουρά των προσφύγων για μισό πιάτο φαγητό... |
του Σπύρου Κουζινόπουλου
Παιδιά.
Εκατοντάδες παιδιά. Χιλιάδες ίσως. Που τσαλαβουτούν στο βούρκο της Ειδομένης
και σε κοιτάζουν με ένα μόνιμο «ΓΙΑΤΙ» ζωγραφισμένο στις φατσούλες τους. Γιατί
ο παράλογος πόλεμος που έζησαν στις πατρίδες τους; Γιατί ο αναγκαστικός
ξεριζωμός από τα σπίτια τους; Γιατί αυτή η αφάνταστη ταλαιπωρία και η άγρια
εκμετάλλευση στο δρόμο τους προς την ελπίδα και το όνειρο; Γιατί τα
συρματοπλέγματα από τους «πολιτισμένους» της Ευρώπης;
Γράφουμε
αυτές τις γραμμές και ακόμα βουρκώνουμε, όσο θυμόμαστε τις εικόνες της ντροπής,
τις εικόνες της απόλυτης εξαθλίωσης που αντικρίσαμε την Πέμπτη στην Ειδομένη.
Κυρίως τα προσωπάκια των δυστυχισμένων παιδιών με το απλανές βλέμμα, που τόσο
χαρακτηριστικά τις κατέγραψε με το κινητό της τηλέφωνο ένα από τα μέλη της
αποστολής μας, η Γιούλη Σαπλαούρα.
Βρεθήκαμε
εκεί με ομάδα μελών της «Συμπολιτείας Θερμαϊκού» για να βοηθήσουμε, έστω για
λίγο, για μόλις 6 ώρες, στον τιτάνιο αγώνα που δίνουν εθελοντικές οργανώσεις
προκειμένου να απαλύνουν το μαρτύριο των κατατρεγμένων. Για να δώσουν τροφή σε
13.000 στόματα μικρών και μεγάλων και να τους εξασφαλίσουν έστω κάποιες
απειροελάχιστες συνθήκες υγιεινής.
Δεν το
κρύβουμε, ότι βλέποντας το άθλιο από κάθε άποψη θέαμα, ντραπήκαμε που λεγόμαστε
άνθρωποι. Αυτός ήταν και ο λόγος που το δίωρο της διανομής του φαγητού, είχαμε
σκυμμένο το κεφάλι, ώστε να μην αντικρίζουμε συνεχώς τον πόνο, τη δυστυχία και
την απόγνωση στα μάτια των προσφύγων. Ντραπήκαμε που το βράδυ θα γυρίζαμε στη
θαλπωρή του σπιτιού. Στο ζεστό μπάνιο. Στο περιποιημένο φαγητό. Και την ίδια
ώρα, χιλιάδες κορμάκια παιδιών και βρεφών θα τουρτούριζαν στο κρύο και την
υγρασία της Ειδομένης. Γιατί, μπορεί η βροχή να σταμάτησε από την Τετάρτη, όμως
όλος ο τόπος του πρόχειρου καταυλισμού, εξακολουθεί να παραμένει μέσα στα νερά
και τις λάσπες. Και οι σκηνές, όσο κι αν διαθέτουν πάτο που ακουμπάει στο
έδαφος, δεν παύει να νοτίζει από τη βρεγμένη γη.
Μια και
είπαμε για κορμάκια, δεν θα ξεχάσουμε τον Χασάν, έναν επτάχρονο μπόμπιρα από το
Ιράκ, που μας άνοιγε τις σακούλες για να τοποθετηθούν εκεί οι συσκευασίες με το
μαγειρεμένο φαγητό. Και ο οποίος, μη μπορώντας να συνεννοηθούμε, άρχισε να
κάνει τη γνωστή κίνηση ότι τον «έκοψε λόρδα». Έτσι, για να δικαιολογηθεί που
κάποια στιγμή είχε ανοίξει μία τέτοια συσκευασία, ρίχνοντας βιαστικά στο
στοματάκι του, για να μην τον δουν οι άλλοι πρόσφυγες, τις μαγειρεμένες βίδες
μακαρόνια που περιείχε το πακέτο.
Ευτυχώς
που σταμάτησε η βροχή, η οποία επί μία σχεδόν εβδομάδα είχε μετατρέψει σε
κόλαση τη ζωή τους. Και κυρίως, δεν μπορούσαν να υπομένουν κι άλλο αυτή την
κατάσταση, τα βρέφη και τα παιδιά. Καθώς, ακόμη και σήμερα, οι περισσότερες
σκηνές είναι περιτριγυρισμένες από τα νερά. Ενώ έξω από αυτές, κρέμονται για
στέγνωμα τα βρεγμένα ρούχα τους και τα διαλυμένα από τη λάσπη παπούτσια.
Έχουμε
ευθύνη όλοι γι' αυτό που συμβαίνει μπροστά στα μάτια μας. Όλοι ανεξαιρέτως.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, μέσα σε αυτή τη λασπουριά, μένουν άνθρωποι,
παιδιά, βρέφη, ηλικιωμένοι. Ποιος θα πει μετά ότι δεν το ήξερε; Πότε σκληρύναμε
τόσο πολύ, ώστε να το ανεχόμαστε;
Πρέπει να σταματήσει η αδιαφορία. Έχουμε
καθήκον και υποχρέωση να βοηθήσουμε όσο και όπως μπορεί ο καθένας, στο μέτρο
των δυνατοτήτων του. Ακόμη και ένα χαμόγελο αισιοδοξίας και ελπίδας, θα δώσει
κουράγιο στους απελπισμένους πρόσφυγες. Ας κάνουμε όλοι το καθήκον μας.
Τις φωτογραφίες που ακολουθούν, όπως και τις προηγούμενες, τράβηξε το μέλος της «Συμπολιτείας Θερμαϊκού», Γιούλη Σαπλαούρα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.