Δευτέρα 13 Μαρτίου 2017

Η ιστορία 122 χρόνων του στρατοπέδου Παύλου Μελά

του Φώτη Κουτσαμπάρη*
Είκοσι χρόνια μετά το πρωτόκολλο συνεργασίας μεταξύ των υπουργών Εθνικής Άμυνας και ΥΠΕΧΩΔΕ για σταδιακή απελευθέρωση του στρατοπέδου “Παύλου Μελά” και την απόδοση του στην κοινωνία, για υπερτοπικό πράσινο, χρήση πολιτισμού και αναψυχής, 34 χρόνια μετά το νόμο για απομάκρυνση του στρατού από τον αστικό ιστό και μετά από χρόνιες ατελέσφορες διαδικασίες και ανεκπλήρωτες υποσχέσεις, το στρατόπεδο αποδίδεται εξ’ ολοκλήρου στην τοπική κοινωνία.

Σε ένα από τα εγκαταλελειμμένα κτίρια του στρατοπέδου παίχτηκε την περασμένη Τετάρτη 8 Μαρτίου, η τελευταία πράξη του εικοσαετούς κύκλου, με τον πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα να ανακοινώνει την παραχώρηση της έκτασης των 336 στρμ. στον δήμο Παύλου Μελά, για 99 χρόνια. Στόχος είναι, όπως είπε ο πρωθυπουργός, η δημιουργία ενός τεράστιου μητροπολιτικού πάρκου που θα αναβαθμίσει την περιοχή και την ποιότητα ζωής των κατοίκων της υποβαθμισμένης δυτικής Θεσσαλονίκης.
Η παραχώρηση γίνεται με τους όρους που έθεσε η τοπική κοινωνία και όχι με αυτούς που συμφωνούνταν, ανά περιόδους, τα προηγούμενα χρόνια. Το υπουργείο Εθνικής Άμυνας υποχώρησε στην αξίωση του να διατηρήσει 52 στρμ. για να κτίσει κατοικίες για στρατιωτικούς. Σε αντάλλαγμα, ο δήμος Παύλου Μελά θα παραχωρήσει στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας 83 διαμερίσματα, από αυτά που διαθέτει μέσω αντιπαροχής οικοπέδων, για την στέγαση στρατιωτικών. Εντός του στρατοπέδου και στα υπάρχοντα κτίρια θα δημιουργηθεί ένα Μουσείο Εθνικής Αντίστασης, καθώς το “Παύλου Μελά” υπήρξε τόπος μαρτυρίου και εκτελέσεων αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης και ένα Μουσείο Ποντιακού και Μικρασιατικού Ελληνισμού, αφού φιλοξένησε πρόσφυγες στις πρώτες ημέρες του ξεριζωμού. Όπως είπε άλλωστε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Πάνος Καμμένος, το στρατόπεδο “αποτελεί χώρο μνήμης, χώρο δόξας, χώρο μαρτυρίου”.
Η τελετή παραχώρησης δεν ολοκληρώνει τον αγώνα της τοπικής αυτοδιοίκησης, αντιθέτως ανοίγει έναν νέο κύκλο για την αξιοποίηση του στρατοπέδου. “Εκκρεμεί απόφαση του δημοτικού συμβουλίου για να γίνει αποδεκτή η παραχώρηση”, εξηγεί στη “ΜτΚ” ο δήμαρχος Παύλου Μελά Δημήτρης Δεμουρτζίδης. “Έχουμε κάνει επιχειρησιακό σχέδιο για την αξιοποίηση του, το 2015, το οποίο προβλέπει ότι όποια έκταση κι αν μας δοθεί θα γίνει πράσινο και δεν θα χτίσουμε ούτε μια σπιθαμή. Προφανώς θα κάνουμε μια οικονομοτεχνική μελέτη βιωσιμότητας, έναν αρχιτεκτονικό διαγωνισμό, διαβούλευση με την πόλη, για να αποφασίσουμε τι θα κάνουμε με τα υφιστάμενα κτίρια. Κάποια ετοιμόρροπα θα γκρεμιστούν. Θα μείνουν περί τα 23 κτίρια, εκ των οποίων τα 8 είναι ιστορικά, τα 15 σε καλή κατάσταση, για να αξιοποιήσουμε προς όφελος του δήμου. Είναι υποχρέωση μας να κάνουμε τα μουσεία και φυσικά θα γίνει μελέτη”.
Από τη Σαφιγιέ στον δήμο Παύλου Μελά
Η ιστορία του στρατοπέδου Παύλου Μελά ξεκινάει το 1895 όταν ο Οθωμανικός στρατός, στο πλαίσιο ενός εκτεταμένου εκσυγχρονιστικού προγράμματος, αγόρασε ένα αρχικό τμήμα γης στην περιοχή, περίπου 250 στρεμμάτων. Η γη ανήκε στη Σαφιγιέ Χανούν, ιδιοκτήτρια και άλλων μεγάλων εκτάσεων στη δυτική πλευρά της Θεσσαλονίκης και η επιλογή της θέσης για την εγκατάσταση του στρατοπέδου έγινε λόγω ύπαρξης πόσιμου νερού από έναν παραχείμαρρο του Δενδροπόταμου. Το κτιριολογικό πρόγραμμα του στρατοπέδου τότε περιλάμβανε δύο παρόμοια κτίρια στρατωνισμού, ένα τζαμί, τέσσερις στάβλους και ένα μικρό κτίριο διοίκησης. Η κατασκευή τους ολοκληρώθηκε ως το 1905. Ο νέος στρατώνας έδωσε το όνοµά του και στην αµαξιτή οδό επί της οποίας είχε κτισθεί και η οποία συνέδεε τη Θεσσαλονίκη µε τον Λαγκαδά και την Καβάλα. Η οδός ονοµάζεται Λεωφόρος Topcu Kislasi (δηλαδή του στρατοπέδου Πυροβολικού).
Το 1912, με την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, εγκαταστάθηκε στο στρατόπεδο ο ελληνικός στρατός και του δίδει το όνοµα του Μακεδονοµάχου Παύλου Μελά. Από φωτογραφίες των αρχείων του γαλλικού στρατού, φαίνεται ότι τον χώρο χρησιμοποιούσε και η γαλλική συμμαχική στρατιά στη διάρκεια των ετών 1915 – 17. Ο χώρος του στρατοπέδου συνδέεται στη συνέχεια με τρόπο τραγικό με τη μοίρα των ανθρώπων της πόλης, φιλοξενεί καταυλισμούς πυροπαθών που έμειναν άστεγοι με την πυρκαγιά του 1917. Μετά από 5 χρόνια, κατασκηνώνουν εκεί πρόσφυγες από την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922.
Το 1931 το στρατόπεδο επεκτείνεται και καταλαμβάνει και εκτάσεις που βρίσκονταν βόρεια και δυτικά του αρχικού οθωμανικού στρατοπέδου, προκειμένου να καλύψει την ανάγκη εκπαίδευσης της δύναμης πυροβολικού και δημιουργείται ένα πεδίο βολών. Το 1940 το στρατόπεδο κατελήφθη από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής και ο χώρος του μετατράπηκε σε τόπο μαρτυρίου. Λειτούργησε σαν φυλακή και προθάλαµος εκτελέσεων για τους φυλακισμένους της Εθνικής Αντίστασης. Οι Γερμανοί φυλάκιζαν χωρίς διακρίσεις νέους, γέρους, παιδιά, έγκυες, αρρώστους και ανάπηρους. Κάθε φορά που πραγματοποιόταν κάποια εξέγερση ή κάποιο χτύπημα από αντιστασιακές οργανώσεις, οι Γερμανοί για αντίποινα, διάλεγαν κρατούμενους και τους εκτελούσαν στην “τούμπα”, ένα φυσικό ύψωμα που υπήρχε στην απέναντι πλευρά του στρατοπέδου. Μετά την απελευθέρωση, το 1945, επανήλθε ο ελληνικός στρατός και κατασκεύασε στη βορειοδυτική πλευρά, ένα νέο σύνολο κτιρίων που χρησιμοποιήθηκαν ως θάλαμοι οπλιτών και άλλα διάσπαρτα κτίρια και εγκαταστάσεις.
Η μετακίνηση του τεμένους
Όταν ξεκίνησε το ολυμπιακό έργο της διάνοιξης της οδού Λαγκαδά, το 2003, κι ενώ ακόμη παρέμενε ο στρατός στο “Παύλου Μελά”, το υπουργείο Πολιτισμού χαρακτήρισε ως μνημείο το οθωμανικό τέμενος, ως διατηρητέα κελύφη τα δύο επιμήκη κτίρια στρατωνισμού και το μεγαλύτερο μέρος της αρχικής έκτασης του στρατοπέδου ως ιστορικό τόπο. Λόγω του χαρακτηρισµού του ως µνηµείου απαιτήθηκε η μετακίνηση του τεμένους, ώστε να μην καταστραφεί από την διάνοιξη του δρόμου. Η μετακίνησή του έγινε τον Ιούνιο του 2005 προς το εσωτερικό του στρατοπέδου και σε απόσταση 25µ. περίπου από την αρχική του θέση, σύµφωνα µε µελέτη που συντάχθηκε από τον µηχανικό ∆ηµήτριο Κορρέ και με κόστος περί τις 700.000 ευρώ.
Το στρατόπεδο εγκαταλείφθηκε από τον ελληνικό στρατό το 2006 και μέχρι τότε στέγαζε υπηρεσίες και εγκαταστάσεις της 9ης Ταξιαρχίας Υποστηρίξεως, του Στρατιωτικού Ταχυδροµείου, Υπηρεσίες του ΓΕΕΘΑ όπως Στρατιωτικές Φυλακές, Φρουραρχείο, Κέντρο ∆ιερχοµένων, η 154η Μοίρα Βαρέος Πυροβολικού, Κτίριο ∆ιερχοµένων και ΣΤΕΠ (Σταθµός Επειγόντων Περιστατικών), κ.ά. Ιδιοκτησιακά, το νότιο τµήµα του σηµερινού στρατοπέδου που αντιστοιχεί στο παλαιό τουρκικό στρατόπεδο, έκτασης 247.369 τ.µ., είχε περιέλθει το 1929 στο ΤΕΘΑ µε βάση το νόµο 4407/29. Το βόρειο τµήµα έκτασης 165.570 τ.µ. είναι απαλλοτριωθείσα, το 1931, έκταση υπέρ και µε δαπάνη του ελληνικού δηµοσίου για την επέκταση του στρατοπέδου. Το μεγαλύτερο µέρος της έκτασης ανήκε στην οικογένεια Ιακώβ Σαούλ Μοδιάνο και ελάχιστο σε µικροϊδιοκτήτες. Για τις µικροϊδιοκτησίες κατεβλήθη αποζηµίωση το 1939, αλλά η έκταση δεν κατελήφθη από την στρατιωτική υπηρεσία. Το 1966 µεταβιβάστηκε στο ΤΕΘΑ η έκταση που ανήκε στους κληρονόµους Μοδιάνο. Το 1992 οι διεκδικήσεις των κληρονόµων Μοδιάνο διαγράφηκαν µε απόφαση του µονοµελούς Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Το 1996 η ∆ΕΗ αγόρασε 4.080 τ.µ. στα βόρεια του Στρατοπέδου για τη δηµιουργία υποσταθµού.
Ο νόμος 1337/83
Η πορεία για την παραχώρηση των στρατοπέδων που υπάρχουν μέσα στον αστικό ιστό ξεκινάει από το 1983, καθώς είχε προβλεφθεί (νόμος 1337/83) η απομάκρυνσή τους και η απόδοση του χώρου τους σε χρήσεις πρασίνου και κοινωνικών λειτουργιών. Το σχέδιο δεν μπορούσε να υλοποιηθεί λόγω έλλειψης πόρων. Το 1997 υπογράφεται μεταξύ του ΥΠΕΧΩΔΕ και του υπουργείου Εθνικής Άμυνας πρωτόκολλο συνεργασίας, το οποίο, μεταξύ άλλων, προβλέπει την απόδοση του Παύλου Μελά για πράσινο, πολιτισμό και αναψυχή. Τον Οκτώβριο του 1999 δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως το “εθνικό πρόγραμμα στρατηγικής αναδιάταξης των στρατοπέδων” και η απόφαση για σύσταση της Υπηρεσίας Αξιοποίησης και Μετεγκατάστασης Στρατοπέδων (ν. 2745/99).
Τον Μάρτιο του 2000 ο τότε υπουργός Εθνικής Άμυνας, Άκης Τσοχατζόπουλος, ανακοινώνει ότι το υπουργείο παραχώρησε σε πρώτη φάση σε δήμους της Θεσσαλονίκης 39 στρμ. από τα στρατόπεδα που βρίσκονται εντός του πολεοδομικού συγκροτήματος. Ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Θεσσαλονίκης το 2000 αναθέτει στο γραφείο μελετών «Δοξιάδη» την “Ειδική μελέτη για την αξιοποίηση και μετεγκατάσταση των στρατοπέδων της ευρύτερης περιοχής Θεσσαλονίκης”, η οποία προβλέπει την απόδοση σε πρώτη φάση στους δήμους 4 στρατοπέδων, μεταξύ των οποίων το “Παύλου Μελά” (Ζιάκα, Φαρμάκη, Μ. Αλεξάνδρου). Μετά όμως από τα προβλήματα που παρουσιάσθηκαν μεταξύ των εμπλεκόμενων φορέων και κυρίως λόγω του υφιστάμενου ιδιοκτησιακού καθεστώτος των εκτάσεων, που καθιστούσαν τη μελέτη “Δοξιάδη” μη υλοποιήσιμη, το ΥΠ.ΕΘ.Α προέβη, σε επανεξέταση των σχεδίων αξιοποίησης από μηδενική βάση. Ήρθε μάλιστα σε άμεση συνεργασία με την τοπική αυτοδιοίκηση και την Αναπτυξιακή Εταιρεία Βορειοδυτικής Θεσσαλονίκης Α.Ε.
Το 2008 κατόπιν απόφασης του ΥΠ.ΕΘ.Α, ο πρώην δήμος Σταυρούπολης προχωράει σε γενικό πολεοδομικό σχεδιασμό του στρατοπέδου και στον χαρακτηρισμό των χρήσεων γης, σε άμεση συνεργασία με τη Στρατιωτική Υπηρεσία, με στόχο τη δημιουργία Πρότυπου Μητροπολιτικού Κέντρου. Εν τω μεταξύ είναι συνεχείς οι εξαγγελίες των εκάστοτε υπουργών Εθνικής Άμυνας και κυβερνητικών στελεχών για παραχώρηση των στρατοπέδων. Το 2010 ο τότε υπουργός Εθνικής Άμυνας, Ευάγγελος Βενιζέλος, ανακοινώνει ότι θα προβεί στην κατά χρήση παραχώρηση του Παύλου Μελά. Τον Απρίλιο του 2011, το Ταμείο Εθνικής Άμυνας (ΤΕΘΑ) αποφασίζει να παραχωρήσει κατά χρήση στον νέο δήμο Παύλου Μελά το ομώνυμο στρατόπεδο. Ενώ αναμένονται υπογραφές, ο τότε δήμαρχος Διαμαντής Παπαδόπουλος, τον Ιούνιο του 2011 παρουσιάζει το σχέδιο του για τη μεταμόρφωση του στρατοπέδου σε Μητροπολιτικό Πάρκο, με βοτανικό κήπο, ενώ σχεδιάζει να φιλοξενήσει και δημαρχιακές υπηρεσίες. Ο χρόνος περνά, αλλά οι συμβάσεις δεν υπογράφονται..
Στις 30 Ιουλίου 2013 γίνεται σύσκεψη μεταξύ εκπροσώπων της Ιεράς Μητρόπολης Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως, του δήμου Παύλου Μελά, της Στρατιωτικής Υπηρεσίας και του ΤΕΘΑ και συντάσσεται πρακτικό παραχώρησης 283,94 στρμ. του Παύλου Μελά, κατά χρήση, για 49 χρόνια. Στα τέλη Αυγούστου του 2013, το δημοτικό συμβούλιο ενέκρινε τους όρους παραχώρησης. Προβλέπεται, στην κυριότητα του υπουργείου Εθνικής Άμυνας θα παραμείνουν 25 πολεοδομημένα στρέμματα, ενώ 8 στρέμματα παραχωρούνται στην Ιερά Μητρόπολη Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως. Το 2014 εκδόθηκε η υπ.αριθμ.6/2014 σχετική απόφαση του Ταμείου Εθνικής Άμυνας. Για την ολοκλήρωση της συμφωνίας προβλεπόταν ένα επόμενο στάδιο, η υπογραφή της σύμβασης παραχώρησης, η οποία δεν έγινε. Τον Σεπτέμβριο εκείνου του έτους επισκέφθηκε το στρατόπεδο και ο τότε πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, αλλά τίποτε δεν προχώρησε.
Η νέα διοίκηση του δήμου Παύλου Μελά, τον Μάρτιο και τον Μάιο του 2015 ζητά την εξ’ ολοκλήρου παραχώρηση του στρατοπέδου, αλλά απαντά αρνητικά ο υπουργός Πάνος Καμμένος. Ο στρατός ζητά να διατηρήσει 52 στρμ. Η περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας στις 10 Μαΐου 2016 δεσμεύτηκε να χρηματοδοτήσει με 10 εκατ. ευρώ, την πρώτη φάση ανάπλασης του πρώην στρατοπέδου από το ΕΣΠΑ 2014 – 2020. Στις 30 Ιουνίου 2016 γίνεται σύσκεψη στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας και αποφασίσθηκε η άμεση παραχώρηση του πρώην στρατοπέδου Παύλου Μελά στον ομώνυμο δήμο με τους έως τότε όρους, διαφορετικά οποιαδήποτε άλλη συζήτηση παραχώρησης θα γίνονταν με τις διατάξεις του νέου νόμου 4407/2016.
Τον Σεπτέμβριο του 2016 ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Πάνος Καμμένος, στο πλαίσιο της επίσκεψής του στην 81η ΔΕΘ, δηλώνει ότι το στρατόπεδο “θα γίνει ένα διαμάντι”. Τον Δεκέμβριο του 2016 από το στρατόπεδο Νταλίπη στη Θεσσαλονίκη ο κ. Καμμένος δήλωνε ότι “προϋπόθεση, προκειμένου να παραχωρηθεί ο χώρος, είναι να γίνουν πολεοδομημένες κατοικίες για τα στελέχη των ενόπλων δυνάμεων. Μόλις αυτό γίνει αποδεκτό από την τοπική κοινωνία και την τοπική αυτοδιοίκηση μπορούμε να ξεκινήσουμε άμεσα”. Τελικά, στις 8 Μαρτίου 2017 ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ανακοινώνει από τη Θεσσαλονίκη την εξ’ ολοκλήρου παραχώρηση του “Παύλου Μελά” στην τοπική κοινωνία, για 99 έτη.
 Δημοσιεύτηκε στη «Μακεδονία της Κυριακής» στις 12 Μαρτίου 2017

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.