57 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΌ ΤΗΝ ΕΠΙΒΟΛΗ ΤΗΣ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑΣ
του Σπύρου Κουζινόπουλου
Συμπληρώθηκαν 57 χρόνια από το βράδυ που ο ταξίαρχος Στυλιανός Παττακός, μαζί με τους συνταγματάρχες Γεώργιο Παπαδόπουλο και Νικόλαο Μακαρέζο, έβγαλαν τα τανκς στους δρόμους. Το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, που κατέλυσε τη δημοκρατία για επτά χρόνια, έχει προ πολλού περάσει στην ιστορία και πολλοί, από εκείνους που βίωσαν τις συνέπειες της δικτατορίας με βασανιστήρια, φυλακές και εξορία, δεν είναι πια στη ζωή.
Είναι γεγονός ότι η μελέτη
της «εθνοσωτηρίου επαναστάσεως» έχει περάσει από τις μαρτυρίες και τα
αυτοβιογραφικά βιβλία στον χώρο της τεκμηριωμένης ιστορικής μελέτης.
Σταθμό για τις νεότερες γενιές ερευνητών, και όχι μόνον, αποτέλεσε η πρωτοποριακή, ψυχολογική και κοινωνική μελέτη της αείμνηστης καθηγήτριας Ψυχολογίας, Μίκας Χαρίτου-Φατούρου, για τους βασανιστές. Πρόκειται για σπάνια μελέτη, που διερεύνησε όχι τα θύματα, αλλά τους θύτες.
του Σπύρου Κουζινόπουλου
Συμπληρώθηκαν 57 χρόνια από το βράδυ που ο ταξίαρχος Στυλιανός Παττακός, μαζί με τους συνταγματάρχες Γεώργιο Παπαδόπουλο και Νικόλαο Μακαρέζο, έβγαλαν τα τανκς στους δρόμους. Το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, που κατέλυσε τη δημοκρατία για επτά χρόνια, έχει προ πολλού περάσει στην ιστορία και πολλοί, από εκείνους που βίωσαν τις συνέπειες της δικτατορίας με βασανιστήρια, φυλακές και εξορία, δεν είναι πια στη ζωή.
Μίκα Χαρίτου-Φατούρου (1931-2014) |
Σταθμό για τις νεότερες γενιές ερευνητών, και όχι μόνον, αποτέλεσε η πρωτοποριακή, ψυχολογική και κοινωνική μελέτη της αείμνηστης καθηγήτριας Ψυχολογίας, Μίκας Χαρίτου-Φατούρου, για τους βασανιστές. Πρόκειται για σπάνια μελέτη, που διερεύνησε όχι τα θύματα, αλλά τους θύτες.
Οι βασανιστές
γεννιούνται ή γίνονται;
Στο ερώτημα το οποίο έχει απασχολήσει για χρόνια τους
επιστήμονες διεθνώς, λόγω των καθημερινών αποκαλύψεων, που επιβεβαιώνουν τη
διαχρονικότητα του φαινομένου σε διάφορες χώρες του πλανήτη, η αείμνηστη διακεκριμένη ψυχολόγος Μίκα
Χαρίτου-Φατούρου, σε συνέντευξη που μας είχε παραχωρήσει λίγο μετά την πτώση της χούντας, μας έλεγε: «Αν σας υποχρέωναν να ζήσετε στην κατάλληλη
κοινωνικοπολιτική κατάσταση και να ακολουθήσετε την κατάλληλη εκπαίδευση, κατά
πάσα πιθανότητα θα γινόσασταν κι εσείς ικανοί να
βασανίσετε».
Το σοκαριστικό συμπέρασμα της πολύχρονης έρευνάς της, ότι «ο βασανιστής δεν γεννιέται, αλλά γίνεται» στηρίχθηκε στη μελέτη του ελληνικού μοντέλου βασανιστών του Ειδικού Ανακριτικού Τμήματος της Ελληνικής Στρατιωτικής Αστυνομίας, το διαβόητο ΕΑΤ-ΕΣΑ, στην Αθήνα, την περίοδο της χούντας.
Το 1975, έναν χρόνο μετά την πτώση του στρατιωτικού καθεστώτος, η ερευνήτρια είχε παρακολουθήσει, με ειδική άδεια, την πρώτη δίκη των βασανιστών στην Αθήνα. Νεαρή τότε επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης ήθελε να «διερευνήσει» όπως τότε νόμιζε «το φαινόμενο του σαδισμού».
Για την ίδια, «αυτοί οι άνθρωποι αντιπροσώπευαν όλους εκείνους που μας είχαν βασανίσει την περίοδο του βάναυσου καθεστώτος, που είχαν βασανίσει τους συγγενείς, τους φοιτητές, τους συναδέλφους και τους φίλους μας».
Στην πορεία της δίκης, όπως η ίδια έλεγε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, σάστισε με όσα παρακολουθούσε. Διαπίστωσε ότι «αυτά τα πρώην μέλη της Στρατιωτικής Αστυνομίας, κατηγορούσαν άμεσα ή έμμεσα τους ανωτέρους τους, ότι τους είχαν μετατρέψει σε βασανιστές. Σιγά σιγά αυτοί οι άνθρωποι» συνεχίζει η ίδια «αποκάλυψαν μια συνταρακτική ιστορία, το πέρασμά τους από τον στρατό στα κέντρα εκπαίδευσης της Στρατιωτικής Αστυνομίας και την κατάληξή τους στους θαλάμους βασανιστηρίων».
Το προσεκτικά σχεδιασμένο σύστημα εκπαίδευσης, που επέλεγε και εκπαίδευε τους υποψήφιους βασανιστές, νέους, πάνω-κάτω 22 ετών, κυρίως από φτωχές αγροτικές οικογένειες, με «καθαρό» οικογενειακό πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων, ήταν το επίκεντρο της έρευνάς της, στην οποία συμμετέχουν με προσωπικές συνεντεύξεις τους δεκαέξι πρώην «Εσατζήδες» διαφόρων βαθμών.
Το σοκαριστικό συμπέρασμα της πολύχρονης έρευνάς της, ότι «ο βασανιστής δεν γεννιέται, αλλά γίνεται» στηρίχθηκε στη μελέτη του ελληνικού μοντέλου βασανιστών του Ειδικού Ανακριτικού Τμήματος της Ελληνικής Στρατιωτικής Αστυνομίας, το διαβόητο ΕΑΤ-ΕΣΑ, στην Αθήνα, την περίοδο της χούντας.
Το 1975, έναν χρόνο μετά την πτώση του στρατιωτικού καθεστώτος, η ερευνήτρια είχε παρακολουθήσει, με ειδική άδεια, την πρώτη δίκη των βασανιστών στην Αθήνα. Νεαρή τότε επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης ήθελε να «διερευνήσει» όπως τότε νόμιζε «το φαινόμενο του σαδισμού».
Για την ίδια, «αυτοί οι άνθρωποι αντιπροσώπευαν όλους εκείνους που μας είχαν βασανίσει την περίοδο του βάναυσου καθεστώτος, που είχαν βασανίσει τους συγγενείς, τους φοιτητές, τους συναδέλφους και τους φίλους μας».
Στην πορεία της δίκης, όπως η ίδια έλεγε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, σάστισε με όσα παρακολουθούσε. Διαπίστωσε ότι «αυτά τα πρώην μέλη της Στρατιωτικής Αστυνομίας, κατηγορούσαν άμεσα ή έμμεσα τους ανωτέρους τους, ότι τους είχαν μετατρέψει σε βασανιστές. Σιγά σιγά αυτοί οι άνθρωποι» συνεχίζει η ίδια «αποκάλυψαν μια συνταρακτική ιστορία, το πέρασμά τους από τον στρατό στα κέντρα εκπαίδευσης της Στρατιωτικής Αστυνομίας και την κατάληξή τους στους θαλάμους βασανιστηρίων».
Το προσεκτικά σχεδιασμένο σύστημα εκπαίδευσης, που επέλεγε και εκπαίδευε τους υποψήφιους βασανιστές, νέους, πάνω-κάτω 22 ετών, κυρίως από φτωχές αγροτικές οικογένειες, με «καθαρό» οικογενειακό πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων, ήταν το επίκεντρο της έρευνάς της, στην οποία συμμετέχουν με προσωπικές συνεντεύξεις τους δεκαέξι πρώην «Εσατζήδες» διαφόρων βαθμών.
Εφιαλτική εικόνα
Οι μαρτυρίες τους δημιουργούν εφιαλτική εικόνα. Στο ερώτημα αν κάποιοι από τους βασανιστές έβγαζαν τη δική τους σαδιστική προδιάθεση στα βασανιστήρια, η απάντηση της μελέτης είναι ότι οι συνθήκες εκπαίδευσης ευνόησαν αυτές τις συμπεριφορές. Μιλούν για ξυλοδαρμούς, ηθική εκμηδένιση, «καψόνια», βρισιές, βουρδουλιές, ουρλιαχτά, με τα οποία υποδέχονταν οι παλαιότεροι οπλίτες και εκπαιδευτές τους υποψήφιους της ΕΣΑ.
Αυτό το περιβάλλον του απόλυτου παραλογισμού και της τρομοκρατίας γινόταν μέρος του τελετουργικού μύησης των «Εσατζήδων», στο σώμα των «διαλεχτών» του συστήματος. Έδιναν όρκο υπακοής και πίστης στην «επανάσταση της 21ης Απριλίου», στον Παπαδόπουλο και τον Ιωαννίδη.
Μόλις έπαιρναν το πηλήκιο, όφειλαν να εφαρμόσουν τα βιώματα της εκπαίδευσής τους. Να συμμετέχουν στα ομαδικά ή ατομικά βασανιστήρια των θυμάτων τους, επιτηρούμενοι από τους αξιωματικούς. Όταν στη διάρκεια των βασανιστηρίων αποσπούσαν πληροφορίες από τα θύματά τους, εξαργύρωναν περήφανοι την «επιτυχία» τους, ανάμεσα σε άλλα και με άδεια από τη «δουλειά», για να επιστρέψουν λίγες ημέρες στη «φυσιολογική» ζωή, στον έξω κόσμο, στις οικογένειές τους.
Αυτοί οι «συνηθισμένοι» νέοι άνθρωποι, που «συνάντησε» η έρευνα της Μίκας Χαρίτου-Φατούρου, οι σωματικά υγιείς, υψηλοί για τα ελληνικά δεδομένα, με μέση φυσιολογική νοημοσύνη, που μετατράπηκαν σε τέρατα υπακούοντας στην «εξουσία της βίας», θα μπορούσαν να είναι οι οποιοιδήποτε οπουδήποτε στην πραγματική ζωή, ανεξάρτητα από πιθανή σαδιστική προδιάθεση. «Θα μπορούσε να είναι ο "γιος του γείτονά σου"», υπογράμμιζε η Μίκα Χαρίτου-Φατούρου.
Μ' αυτόν τον τίτλο και βασισμένο σε αυτή την έρευνα ολοκληρώθηκε το 1982 το δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ, δανέζικης παραγωγής, διάρκειας 50΄, που προβλήθηκε σε πολλές χώρες του κόσμου. Στην ταινία εκτός από τους ηθοποιούς, συμμετέχουν και πρώην «Εσατζήδες», μεταξύ των οποίων και ο γνωστός Πέτρου, όπως και θύματα βασανιστηρίων.
Οι μαρτυρίες τους δημιουργούν εφιαλτική εικόνα. Στο ερώτημα αν κάποιοι από τους βασανιστές έβγαζαν τη δική τους σαδιστική προδιάθεση στα βασανιστήρια, η απάντηση της μελέτης είναι ότι οι συνθήκες εκπαίδευσης ευνόησαν αυτές τις συμπεριφορές. Μιλούν για ξυλοδαρμούς, ηθική εκμηδένιση, «καψόνια», βρισιές, βουρδουλιές, ουρλιαχτά, με τα οποία υποδέχονταν οι παλαιότεροι οπλίτες και εκπαιδευτές τους υποψήφιους της ΕΣΑ.
Αυτό το περιβάλλον του απόλυτου παραλογισμού και της τρομοκρατίας γινόταν μέρος του τελετουργικού μύησης των «Εσατζήδων», στο σώμα των «διαλεχτών» του συστήματος. Έδιναν όρκο υπακοής και πίστης στην «επανάσταση της 21ης Απριλίου», στον Παπαδόπουλο και τον Ιωαννίδη.
Μόλις έπαιρναν το πηλήκιο, όφειλαν να εφαρμόσουν τα βιώματα της εκπαίδευσής τους. Να συμμετέχουν στα ομαδικά ή ατομικά βασανιστήρια των θυμάτων τους, επιτηρούμενοι από τους αξιωματικούς. Όταν στη διάρκεια των βασανιστηρίων αποσπούσαν πληροφορίες από τα θύματά τους, εξαργύρωναν περήφανοι την «επιτυχία» τους, ανάμεσα σε άλλα και με άδεια από τη «δουλειά», για να επιστρέψουν λίγες ημέρες στη «φυσιολογική» ζωή, στον έξω κόσμο, στις οικογένειές τους.
Αυτοί οι «συνηθισμένοι» νέοι άνθρωποι, που «συνάντησε» η έρευνα της Μίκας Χαρίτου-Φατούρου, οι σωματικά υγιείς, υψηλοί για τα ελληνικά δεδομένα, με μέση φυσιολογική νοημοσύνη, που μετατράπηκαν σε τέρατα υπακούοντας στην «εξουσία της βίας», θα μπορούσαν να είναι οι οποιοιδήποτε οπουδήποτε στην πραγματική ζωή, ανεξάρτητα από πιθανή σαδιστική προδιάθεση. «Θα μπορούσε να είναι ο "γιος του γείτονά σου"», υπογράμμιζε η Μίκα Χαρίτου-Φατούρου.
Μ' αυτόν τον τίτλο και βασισμένο σε αυτή την έρευνα ολοκληρώθηκε το 1982 το δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ, δανέζικης παραγωγής, διάρκειας 50΄, που προβλήθηκε σε πολλές χώρες του κόσμου. Στην ταινία εκτός από τους ηθοποιούς, συμμετέχουν και πρώην «Εσατζήδες», μεταξύ των οποίων και ο γνωστός Πέτρου, όπως και θύματα βασανιστηρίων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.