Παρασκευή 27 Οκτωβρίου 2023

Το "γελαστό παιδί" Στέφανος Βελδεμίρης

Εξήντα δύο χρόνια από τη στυγερή δολοφονία στη Θεσσαλονίκη του θαρραλέου αγωνιστή του αριστερού δημοκρατικού κινήματος 

του Σπύρου Κουζινόπουλου
Εξήντα δύο χρόνια, συμπληρώνονται φέτος από τη στυγερή δολοφονία στη Θεσσαλονίκη του νεολαίου αγωνιστή του αριστερού κινήματος, Στέφανου Βελδεμίρη. Ενός παλληκαριού που είχε αφήσει εποχή στη Θεσσαλονίκη και την υπόλοιπη Βόρεια Ελλάδα για την αγωνιστικότητα, την απλότητα, τη λεβεντιά και την ανθρωπιά του. Κλείνοντας ευλαβικά το γόνυ στη μνήμη του, δημοσιεύουμε το εκτεταμένο αφιέρωμα που ακολουθεί.

Συγκέντρωση της ΕΔΑ στη Θεσσαλονίκη την Πρωτοχρονιά του 1958. Στο κέντρο με το λευκό πουκάμισο ο Στέφανος Βελδεμίρης και δίπλα του με τη γραβάτα ο Μόρφης Στεφούδης. Διακρίνονται ακόμη Καίτη Τσαρουχά, Γιώργος Φαρσακίδης, Αριάδνη Φράγκου, Μ. Πολίτης, Ν.Παπαδόπουλος, Ελένη Πελτέκη, Μάγδα Ζορμπά  κ.α.
Ο Στέφανος Βελδεμίρης, ήταν ένας μειλίχιος αγωνιστής με απαράμιλλο θάρρος. Ένας χαμογελαστός  πάντα οραματιστής για τον οποίο ο μεγάλος μας ποιητής Γιάννης Ρίτσος, στο ποίημα «Ωδή» που έγραψε συγκλονισμένος από τη δολοφονία του Βελδεμίρη θρηνούσε:
«Και δε φοβόμαστε πια, Στέφανε
μη και κοπεί το φως
μη κι΄ απομείνουμε στη μέση
καθώς διαβάζουμε τον ύμνο της Ελευθερίας
που υπέγραψες με το αίμα σου»
Ήταν ανήμερα της γιορτής του Αγίου Δημητρίου, στις 26 Οκτωβρίου 1961, τρεις μόλις ημέρες πριν τις βουλευτικές εκλογές της 29/10/1961, που έμειναν στην ιστορία ως «οι εκλογές της βίας και της νοθείας», όταν ο αστυνομικός του 13ου τμήματος Θεσσαλονίκης, Σπύρος Φιλίππου, πυροβολώντας εν ψυχρώ, στην Επτάλοφο Θεσσαλονίκης, εκτέλεσε στην κυριολεξία τον 24χρονο Στέφανο Βελδεμίρη, επειδή σκορπούσε μαζί με τον σύντροφό του Μόρφη Στεφούδη, με αυτοκίνητο, προκηρύξεις της Αριστεράς.
Η είδηση της δολοφονίας του Στέφανου Βελδεμίρη
είχε προκαλέσει αίσθηση στην κοινή γνώμη
Ποιο είναι το ευτράπελο; Ότι οι προκηρύξεις της ΕΔΑ, που ανέλαβαν να σκορπίσουν ο Στέφανος Βελδεμίρης με τον Μόρφη Στεφούδη, αναφέρονταν στο Προ-πο, που είχε αρχίσει να λειτουργεί δύο χρόνια πριν, την 1η Μαρτίου 1959, καταγγέλοντας ότι θα οδηγήσει σε στημένους αγώνες στο ελληνικό ποδόσφαιρο, εισάγοντας τον τζόγο στα ελληνικά σπίτια!! Πόσο προφητικές ήταν εκείνες οι καταγγελίες, έστω και αν χρειάστηκε να τις υπογράψει με τη ζωή του ο νεολαίος αγωνιστής της δημοκρατίας.
Προτομή Διονύση Κερπινιώτη που
φιλοτέχνησε ο Μ. Καλογεράτος
Η δολοφονία του Στέφανου Βελδεμίρη, συνέβη την εποχή που, κράτος και παρακράτος, σε αγαστή συνεργασία, προσπαθώντας να ανακόψουν την άνοδο της αριστεράς, η οποία στις προηγούμενες εκλογές του 1958 είχε αναδειχθεί δεύτερη δύναμη, είχαν εξαπολύσει ένα φοβερό κύμα βίας και τρομοκρατίας, με εκατοντάδες τραυματισμούς στελεχών της ΕΔΑ αλλά και απλών πολιτών. Ένα σκηνικό που κορυφώθηκε την ημέρα των εκλογών με τη νοθεία που διαπράχθηκε, καθώς αποδεδειγμένα εμφανίζονταν να έχουν ψηφίσει ακόμη και … νεκροί !!
Εκτός του Βελδεμίρη, υπήρξε και ένα ακόμη θύμα, καθώς την Κυριακή των εκλογών, ο επίσης 24χρονος στρατιώτης Διονύσιος Κερπινιώτης, στέλεχος της ΕΔΑ, έπεφτε νεκρός με τραύμα στο κεφάλι, στο εκλογικό κέντρο του χωριού Δεμίρι της Αρκαδίας.
Ήταν τόσο χυδαία η νόθευση του λαϊκού φρονήματος σε εκείνες τις εκλογές, ώστε ακόμη και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, το 1969, όταν ήταν στο Παρίσι αυτοεξόριστος την περίοδο της δικτατορίας, αναφερόμενος στα όσα διαδραματίστηκαν τότε να πει: «Μετά τις εκλογές του 1958, που έφεραν την ΕΔΑ δεύτερο κόμμα, είχε δημιουργηθεί μια εύλογη ανησυχία στα Ανάκτορα και σε ορισμένους στρατιωτικούς κύκλους. Και είχε γίνει η σκέψις, ενόψει των νέων εκλογών, να ασκηθεί ψυχολογική πίεσις επί των κομμουνιστών για να συμπτυχθεί η δύναμίς των. Τα ανόητα αυτά σχέδια κατήρτιζαν μυστικές υπηρεσίες εν αγνοία της κυβερνήσεώς μου...».

Οι εκλογές της βίας και νοθείας του 1961
Ας δούμε το κλίμα μέσα στο οποίο έγιναν οι εκλογές του 1961 και η δολοφονία του Στέφανου Βελδεμίρη.
Στις 19 Φεβρουαρίου 1956 είχαν διεξαχθεί εκλογές με ένα παγκόσμιας πρωτοτυπίας εκλογικό σύστημα, το λεγόμενο «τριφασικό», που ήταν  ένας συνδυασμός πλειοψηφικού και ενισχυμένης αναλογικής με κάποια ψήγματα απλής αναλογικής. Για να μπορέσουν να αντέξουν στη λαίλαπα εκείνου του εκλογικού συστήματος, τα κόμματα του κέντρου και της αριστεράς, συνασπίσθηκαν στο σχηματισμό της «Δημοκρατικής Ένωσης», κόντρα στην ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Και τότε, έγινε το θαύμα: Το κόμμα της δεξιάς αν και ήρθε δεύτερο στις εκλογές με ποσοστό 47,387, πήρε την πλειοψηφία των βουλευτών, 165 για την ακρίβεια. Και η παράταξη της συνασπισμένης κεντροαριστεράς με 48,15% των ψήφων είχε λάβει μόλις 132 βουλευτές.
Έπειτα από δυο χρόνια προκηρύχτηκαν νέες εκλογές για τις 11 Μαΐου 1958. Τότε τα εκλογικά μαγειρεία της συντηρητικής παράταξης, με την έγκριση της αμερικανικής πρεσβείας κατασκεύασαν ένα εκλογικό σύστημα που εξασφάλιζε ευρύτερη υποκλοπή ψήφων. Το νέο σύστημα, κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της ευνοούμενης δεξιάς, περιείχε μια διάταξη που όριζε ότι τα δυο πρώτα κόμματα θα πριμοδοτούνταν σε βάρος των υπολοίπων και κυρίως της αριστεράς. Στόχος, η διαμόρφωση δικομματικού πολιτικού βίου, κατά το αμερικανικό και το βρετανικό πρότυπο, με τον εξοβελισμό της αριστεράς..
Για την επιτυχία της συνωμοσίας χρειαζότανε η συνεργασία της ηγεσίας των κομμάτων του κέντρου. Έτσι, σε μυστικές συσκέψεις που έγιναν τότε υπό την αιγίδα της αμερικανικής πρεσβείας, οι μεγάλοι δημοκράτες πολιτικοί της εποχής Γεώργιος Παπανδρέου και Σοφοκλής Βενιζέλος, συμφώνησαν με την ΕΡΕ στη διανομή της λείας των ψήφων της αριστεράς. Κι έτσι, ο σχετικός εκλογικός νόμος ψηφίστηκε από τη Βουλή με τη σύμπραξή τους. Και βάσει αυτής της ανέντιμης συμφωνίας, πραγματοποιήθηκαν οι εκλογές της 11ης Μαΐου 1958.
Γελοιογραφία του Μποστ στην "Αυγή" παραμονές εκλογών
«Αγαπάει ο Θεός τον κλέφτη…»
Υπάρχουν δύο σοφές λαϊκές παροιμίες που ταιριάζουν κουτί στην περίπτωση. «Ο θεός αγαπάει τον κλέφτη, αλλά αγαπάει και τον νοικοκύρη», λέει η μία. Και η άλλη συμπληρώνει: «Όποιος σκάβει τον λάκκο του αλλουνού, πέφτει ο ίδιος μέσα». Έτσι συνέβη και στην περίπτωσή μας. Καθώς η μεν ΕΡΕ ήρθε πρώτο κόμμα και με το 41,17% των ψήφων πήρε το 57% των εδρών, εκλέγοντας 171 βουλευτές, ενώ οι συμπράξαντες στη ραδιουργία την πάτησαν πανηγυρικά, καθώς δεύτερο κόμμα ήρθε η ΕΔΑ με 24,43% των ψήφων και 79 βουλευτές. Η παράταξη των Παπανδρέου-Βενιζέλου (τι σύμπτωση κι αυτή με το σήμερα) ήρθε Τρίτη και με ποσοστό 20,68% εξέλεξε μόνο 36 βουλευτές.
Το αποτέλεσμα εκείνο, προκάλεσε μεγάλη ταραχή στους κόλπους της ολιγαρχίας, του συντηρητικού κατεστημένου και των ξένων προστατών της χώρας που όλοι μαζί βάλθηκαν να καταπνίξουν το ανερχόμενο αριστερό κίνημα.

Επιτελικά σχέδια της CIA
Όπως αποκάλυψε ο Γιάννης Κάτρης μελετώντας τα αμερικανικά αρχεία, η CIA αμέσως μετά την εκλογική επιτυχία της ΕΔΑ το 1958, δυνάμωσε αισθητά την παρουσία της στην Ελλάδα, εφαρμόζοντας μεθόδους που νωρίτερα είχε χρησιμοποιήσει στη Λατινική Αμερική. Η οργάνωση του εκλογικού πραξικοπήματος του 1961, αποδίδεται στα επιτελικά σχέδια του στελέχους της Αμερικανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, Λάφλιν Κάμπελ. Εκείνη την εποχή, αναφέρει ο Κάτρης, η CIA διέθετε στην Ελλάδα 300 με 400 πράκτορες που δρούσαν στον κρατικό μηχανισμό, στο στρατό, στα σώματα ασφαλείας και αλλού. 
Ακόμη και η απογραφή του 1961 κατασκευάστηκε με τέτοιο
τρόπο, ώστε να εξυπηρετηθούν τα εκλογικά σχέδια της δεξιάς
Ένας από τους πράκτορες αυτούς ήταν ο συνταγματάρχης Γεώργιος Παπαδόπουλος. Και όπως αποκάλυψε ο αμερικανός δημοσιογράφος Ντέϊβιντ Μπίντεϊ, χωρίς ποτέ να διαψευστεί, ο αργότερα αρχιπραξικοπηματίας της χούντας ήταν στη λίστα των πρακτόρων της CIA και μισθοδοτούνταν από αυτήν ακόμη από το 1952. Ενώ ένας άλλος αμερικανός δημοσιογράφος, ο Τζακ Άντερσον είχε δημοσιεύσει το Νοέμβριο του 1971 τα στοιχεία που είχε συγκεντρώσει ο σταθμάρχης της CIA στην Ελλάδα, Τζαίημς Πότς, αναφέροντας σαν έναν από τους πράκτορες που είχαν αναπτύξει μεγάλη δραστηριότητα στις εκλογές βίας και νοθείας του 1961 τον Γεώργιο Παπαδόπουλο.
Για να θυμηθούμε το πλαίσιο στο οποίο έγιναν οι εκλογές του 1961, πρέπει να πούμε ότι την εποχή εκείνη γνώριζε την αποθέωσή του το καθεστώς των φακέλων και των πιστοποιητικών κοινωνικών φρονημάτων. Την περίοδο 1960-61 ο αριθμός των «φακελομένων» πολιτών ξεπερνούσε το ενάμιση εκατομμύριο. Για τη διευκόλυνση των ελληνικών αρχών, λίγο πριν τις εκλογές του 1961 η CIA προμήθευσε στην ΚΥΠ και στην αστυνομία  άγνωστους μέχρι τότε στην Ελλάδα αμερικανικούς ηλεκτρονικούς υπολογιστές και μηχανήματα αποδελτίωσης, που μοντερνοποίησαν όλη την οργάνωση του συστήματος παρακολούθησης των αριστερών πολιτών. Υπερήφανο και ευγνώμον το ελληνικό κράτος τέλεσε επίσημα εγκαίνια στην έδρα της ΚΥΠ, παρουσία στελεχών της CIA, εκπροσώπων του τύπου και άλλων προσκεκλημένων. Στους πατριωτικούς λόγους που εκφωνήθηκαν εξυμνήθηκε η αδελφική συνεργασία των αμερικανικών και των ελληνικών υπηρεσιών ασφαλείας στον κοινό αγώνα εναντίον του εσωτερικού εχθρού.

Ένα κωμικοτραγικό περιστατικό
Για τα εγκαίνια εκείνα αναφέρει ο Γιάννης Κάτρης ένα κωμικοτραγικό περιστατικό: Όπως λέει χαρακτηριστικά:

«Την ωραία ατμόσφαιρα εσκίασε η σατανική ιδιοτροπία κάποιου ηλεκτρονικού εγκεφάλου. Σε μια ρητορική έξαρση ο αρχηγός της ΚΥΠ, απευθυνόμενος στους παρισταμένους Έλληνες και Αμερικανούς είπε: «Σεις οι γνήσιοι Έλληνες μπορείτε να είσαστε ήσυχοι. Τα θαυμαστά επιτεύγματα της αμερικανικής τεχνολογίας, που εγκαινιάζομεν σήμερον, αγρυπνούν...». Ακολούθως επίεσε ένα κουμπί και ένας φάκελος πετάχτηκε από το μηχάνημα. «Ο φάκελος αυτός, συνέχισε ο αρχηγός, κλείνει μέσα του έναν εχθρό της πατρίδος. Ας δούμε ποιος είναι». Όλοι έσπευσαν να περιεργασθούν το «φάκελο». Και με μεγάλη έκπληξη διάβασαν το όνομα του «εχθρού»: Ήταν ένας από τους παρισταμένους — και προσεκτικά διαλεγμένους — δημοσιογράφους...»
Μέσα σε αυτό το κλίμα ετοιμάζονταν η χώρα για τις βουλευτικές εκλογές του 1961 και εξυφαίνονταν τα σχέδια για την εκλογική εξουδετέρωση της αριστεράς. Υπήρχε όμως ένα εμπόδιο, που ήταν ο κατακερματισμός των κομμάτων του κέντρου, καθώς όλοι, από τον Γεώργιο Παπανδρέου και τον Σοφοκλή Βενιζέλο μέχρι τον Σταύρο Κωστόπουλο, τον Σάββα Παπαπολίτη, τον Αλέξανδρο Μπαλτατζή και τον Στέφανο Στεφανόπουλο, ήθελαν να είναι αρχηγοί.  Τότε ανέλαβαν δράση οι προστάτες.

Οι πιέσεις των αμερικανών για τη δημιουργία της «Ένωσης Κέντρου»
Έτσι τον Ιούνιο του 1961 ήρθε στην Ελλάδα, ως έκτακτος απεσταλμένος, ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών Μακ Γκη και κάτω από τις φορτικές πιέσεις του οι αρχηγοί των κομμάτων του κέντρου συμφώνησαν να δημιουργήσουν την «Ένωση Κέντρου».
Αμέσως μετά και καθώς προκηρύσσονται οι εκλογές της 29ης Οκτωβρίου 1961, αρχίζει η εφαρμογή του σχεδίου «Περικλής», οπότε δημιουργείται σε ολόκληρη τη χώρα ένα κλίμα πρωτοφανούς τρομοκρατίας.
Ο αρχηγός της ΚΥΠ στρατηγός Νάτσινας
Το σχέδιο «Περικλής» είχε καταρτισθεί από την ΚΥΠ το 1955 και αναθεωρήθηκε το 1959 από τον αρχηγό της, στρατηγό Νάτσινα, μέσα στο πλαίσιο της εκστρατείας που είχαν αρχίσει οι μυστικές υπηρεσίες για να περιοριστεί το ποσοστό της ΕΔΑ.
Από τις πρώτες μέρες της προεκλογικής περιόδου άρχισαν να καταγγέλλονται από τους περιοδεύοντες υποψήφιους της ΕΔΑ επεμβάσεις, αυθαιρεσίες, πιέσεις και απειλές των κρατικών οργάνων και του στρατού υπέρ της ΕΡΕ.

Το όργιο της τρομοκρατίας
Στα αστικά κέντρα της χώρας η τρομοκρατία οργίαζε ενώ στην ύπαιθρο επικρατούσε κατάσταση ζούγκλας.  Την τελευταία εβδομάδα πριν τις εκλογές οι κρατικές δυνάμεις ανάπτυξαν πυρετώδη δραστηριότητα. Ένοπλες ομάδες χτυπούσαν την πόρτα κάθε σπιτιού (τις νυκτερινές ώρες, για ψυχολογικούς λόγους) εκτοξεύοντας την απειλητική προειδοποίηση ότι «Όποιος δεν ψηφίσει ΕΡΕ θα πάει εξορία».
Οι επιθέσεις κατά των υποψηφίων αλλά και στελεχών της ΕΔΑ ήταν πλέον στην ημερήσια διάταξη. Ο Νίκος Ψυρούκης  περιγράφει πολύ χαρακτηριστικά εκείνη την προεκλογική περίοδο: «Το τι έγινε στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα και την ημέρα των εκλογών ήταν κάτι απίστευτο. Δολοφονίες, ξυλοδαρμοί, εκβιασμοί, απάτες κ.λπ., όλα τα «αγαθά» της φασιστικής βίας σκορπίστηκαν και στις τέσσερις γωνιές της ελληνικής γης. Ακόμα και στην ίδια τη βιτρίνα της αμερικανοκρατίας, στην Αθήνα, τραυματίστηκαν δεκάδες άνθρωποι... Στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα έγιναν μαζικές συλλήψεις πολιτών. Οι εκλογικοί κατάλογοι πλαστογραφήθηκαν, έτσι που να μπορέσουν να ψηφίσουν και οι πεθαμένοι με πληρεξούσιους τους μπράβους της αμερικανοκρατίας. Ακόμα και ομάδες κουκουλοφόρων εμφανίστηκαν και έδρασαν στα χωριά». 1
Διαδήλωση οικοδόμων της Αθήνας το 1961
  1. Ν. Ψυρούκης, «Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας», τόμος 3ος, σελ. 231, εκδ. Επικαιρότητα
Η εκτέλεση του Στέφανου Βελδεμίρη στο σημείο που βρισκόμαστε και η δολοφονία του 24χρονου στρατιώτη Διονύση Κερπενιώτη, στελέχους της ΕΔΑ, στο Δεμίρι Αρκαδίας, δίνουν το μέγεθος της τρομοκρατίας που ασκήθηκε.


Το αόρατο υπερκράτος
 «Οι υποψήφιοι του ΠΑΜΕ, γράφει στα απομνημονεύματά του ο αντιστράτηγος Λεωνίδας Σπαής, δεν εμάχοντο εναντίον των υποψηφίων άλλων κομμάτων, αλλά εναντίον του οργανωμένου εκείνου αόρατου υπερκράτους. Ολόκληρος η Χωροφυλακή, πλην εξαιρέσεων, καθώς τα ΤΕΑ και οι πράκτορες της ΚΥΠ, δικοί μας και ξένοι, μεταχειρίσθηκαν παν μέσον βίας, νοθείας και τρόμου κατά των οπαδών του ΠΑΜΕ. Σχεδόν όλοι οι υποψήφιοι του ΠΑΜΕ κατ' επανάληψιν εκακοποιήθησαν. Ουδείς αντιπρόσωπος του ΠΑΜΕ κατά την ημέρα της εκλογής κατόρθωσε να μεταβή εις το εκλογικόν Τμήμα και εις ουδέν Τμήμα υπήρχαν ψηφοδέλτια του ΠΑΜΕ».
Σε δράση μυστικών υπηρεσιών "εν αγνοία της κυβερνήσεως",
θα αποδώσει αργότερα ο Κ.Καραμανλής τα γεγονότα του 1961
Ήταν τόσο χυδαία η νόθευση του λαϊκού φρονήματος σε εκείνες τις εκλογές, ώστε ακόμη και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, το 1969, όταν ήταν στο Παρίσι αυτοεξόριστος την περίοδο της δικτατορίας, αναφερόμενος στα όσα διαδραματίστηκαν τότε να πει: «Μετά τις εκλογές του 1958, που έφεραν την ΕΔΑ δεύτερο κόμμα, είχε δημιουργηθεί μια εύλογη ανησυχία στα Ανάκτορα και σε ορισμένους στρατιωτικούς κύκλους. Και είχε γίνει η σκέψις, ενόψει των νέων εκλογών, να ασκηθεί ψυχολογική πίεσις επί των κομμουνιστών για να συμπτυχθεί η δύναμίς των. Τα ανόητα αυτά σχέδια κατήρτιζαν μυστικές υπηρεσίες εν αγνοία της κυβερνήσεώς μου...».
Δημιούργημα των μυστικών υπηρεσιών ήταν και οι διάφορες παρακρατικές οργανώσεις που δημιουργήθηκαν εκείνη την εποχή, μεταξύ των οποίων και η γνωστή «Καρφίτσα» του γερμανοντυμένου Φον Γιοσμά, τα μέλη της οποίας συνέχισαν το εθνοσωτήριο έργο τους μέχρι το 1963, μετέχοντας στη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη και στο σοβαρό τραυματισμό του Γιώργη Τσαρουχά.

Π. Κανελλόπουλος: «Δεν είχαμε πληροφορηθεί τις ανωμαλίες»
Παναγιώτης Κανελλόπουλος
Το γεγονός ότι στις εκλογές του 1961 διαπράχθηκε όργιο βίας και νοθείας, ποτέ δεν το παραδέχτηκαν οι ηγέτες της «Δεξιάς», ακόμη και πολλά χρόνια αργότερα. Είναι χαρακτηριστική η τοποθέτηση του Π. Κανελλόπουλου, που είχε τη φήμη του «μετριοπαθούς» και ο οποίος έγραψε δεκατέσσερα χρόνια αργότερα:
«Θα εκέρδιζε, βέβαια, τις εκλογές του 1961 η ΕΡΕ, αλλά θα της έλειπαν κάποια εκατοστά ψήφων. Ούτε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ούτε κ' εγώ, είχαμε πολιτικό συμφέρον ή την ηθική προδιάθεση να ενθαρρύνουμε τις ανωμαλίες εκείνες, όσες τυχόν σημειώθηκαν. Βεβαιώνω τον αναγνώστη ότι δεν τις είχαμε καν πληροφορηθεί. Υπάρχουν όργανα του Κράτους, ειδικότερα των Σωμάτων Ασφαλείας, που, όταν ένα κόμμα βρίσκεται πολύν καιρό στην εξουσία, συνδέουν τόσο πολύ τη νοοτροπία τους με το κόμμα τούτο, ώστε συγχέουν μέσα τους μια κοινοβουλευτική κυβέρνηση με την έννοια του "καθεστώτος", θεωρώντας το κόμμα που κυβερνάει πολλά χρόνια, σαν "καθεστώς", που οφείλουν να προστατεύουν. Ετσι, με την παρότρυνση και ανεξέλεγκτων, ασύδοτων κομματικών παραγόντων (ακόμη και υποψηφίων καμιά φορά βουλευτών), παραβαίνουν τους κανόνες της αμεροληψίας, που είναι καθήκον τους να τηρούν, και προβαίνουν σε πιέσεις, όπου αυτές πιάνουν» 
Παναγιώτη Κανελλόπουλου: Ιστορικά Δοκίμια, Αθήνα 1975, σ.48

Οταν τα εκλογικά αποτελέσματα έδειξαν ότι από τη βία και τη νοθεία ωφελήθηκε κατά πρώτο λόγο η ΕΡΕ, τότε ο Γεώργιος Παπανδρέου κήρυξε τον «ανένδοτο αγώνα» κατά της «Δεξιάς»!.. Φοβούμενος μήπως η ΕΔΑ τον μονοπωλήσει... 
Ετσι, ο συμμέτοχος σε σειρά αντιλαϊκών μεθοδεύσεων, πήρε τη ρομφαία του... τιμωρού και με αυτή κατάφερε το 1963 να έρθει η «Ενωση Κέντρου» πρώτο κόμμα.  



Οι εκλογές του 1961 στην πόλη της Θεσσαλονίκης

Σχετικά με το κλίμα που επικράτησε τις ημέρες των εκλογών του 1961 στη Θεσσαλονίκη, είναι πολύ χαρακτηριστική η μαρτυρία του Δημήτρη Παλαιολογόπουλου, όπως την κατέθεσε στην εφημερίδα «Αυγή» στις 22 Οκτωβρίου 2011. Όπου παραθέτει λεπτομέρειες σχετικά με τι συνεργασία κράτους-παρακράτους για τη νόθευση της λαϊκής θέλησης. Αλλά επίσης  μας δίνει πληροφορίες σχετικά με τις προεκλογικές συγκεντρώσεις της αριστεράς εκείνη την εποχή και τη διακίνηση του προεκλογικού της υλικού. Γράφει συγκεκριμένα:

Ταυτόχρονα με τη δίκη για τη δολοφονία Βελδεμίρη, δικάζονταν
και ο σταθμάρχης του αστυνομικού τμήματος Όσσας Λαγκαδά,
γιατί τη μέρα των εκλογών κλείδωσε στο κρατητήριο τους
εκλογικούς αντιπροσώπους των κομμάτων της αντιπολίτευσης
«Οι εκλογές εκείνες, παρ' όλο που ήταν εκλογές βίας και τρομοκρατίας σε όλη την Ελλάδα, στην πόλη της Θεσσαλονίκης στάθηκαν ακόμη πιο σκληρές. Πρωταγωνιστές της βίας ήταν η αστυνομία της πόλης που τότε είχαν επικεφαλής τους γνωστούς Μήτσου, Καμουτσή, Καπελώνη κ.ά., καθώς και τις διάφορες παρακρατικές ομάδες που και αυτές προστατεύονταν από την αστυνομία. "Αγανακτισμένους" πολίτες τους ονόμαζαν οι τότε κυβερνώντες και τα όργανά τους. Ήταν διάφοροι πρώην συνεργάτες των Γερμανών και των Βούλγαρων κατακτητών, άνθρωποι του υπόκοσμου και άλλα λούμπεν στοιχεία, που τους είχαν οργανώσει με στόχο την αριστερά, αλλά και τη Δημοκρατία γενικότερα. Όλος αυτός ο συρφετός κατέβαλε κάθε προσπάθεια να επιβάλει τον τρόμο σε ολόκληρη την πόλη.
Τα γραφεία της ΕΔΑ ήταν περικυκλωμένα μέρα και νύχτα από αστυνομικούς, αλλά και από χαφιέδες και παρακρατικούς με πολιτικά. Το ίδιο γινόταν και με όλους τους γνωστούς ΕΔΑΐτες. Ο χαφιές τούς ακολουθούσε από τη στιγμή που έβγαιναν από τα σπίτια τους ώς την ώρα που γύριζαν. Χαφιέδες είχαν τοποθετήσει και σε όλες τις επιχειρήσεις αριστερών που είχαν κάποια πολιτική δραστηριότητα. Και οι προσκλήσεις πολιτών στα αστυνομικά τμήματα βρίσκονταν στην ημερήσια διάταξη...

Ο αξέχαστος πρόεδρος της ΕΔΑ, Γιάννης Πασαλίδης
Στην κεντρική προεκλογική συγκέντρωση του ΠΑΜΕ (έτσι ονομάσαμε το εκλογικό μας σχήμα τότε) που έγινε στην πλατεία Αριστοτέλους, με ομιλητή τον πρόεδρο της ΕΔΑ Γιάννη Πασαλίδη, παρ' όλο που έκαναν την εμφάνισή τους σε πολλά σημεία οι ομάδες των παρακρατικών, δεν τόλμησαν να παρέμβουν γιατί ήταν πολύς ο κόσμος. Στις υπόλοιπες, τις συνοικιακές συγκεντρώσεις, όμως, που έγιναν σε Καλαμαριά, Κάτω Τούμπα, Νεάπολη και Συκιές, με κεντρικό ομιλητή τον Βασίλη Εφραιμίδη, το κλίμα ήταν αφόρητο. Στίφη παρακρατικών συγκεντρώνονταν γύρω μας με πέτρες, ξύλα, βρυσιές και εμπρηστικά συνθήματα (ένα απ' αυτά ήταν "Στη Βουλγαρία, στη Βουλγαρία") προσπαθώντας να μας διαλύσουν. Το ότι δεν το κατόρθωναν οφείλονταν στην ψυχραιμία των συγκεντρωμένων αγωνιστών. Ιδιαίτερα τρομοκρατική στάθηκε εκείνη της Τούμπας, όπου οι εκατοντάδες παρακρατικοί έσπασαν με πέτρες τα τζάμια του καφενείου μας όπου γινόταν η ομιλία, έσπασαν το αυτοκίνητο της υποψήφιας του συνδυασμού μας Κωστόπουλου και φοβερίζοντας έναν-έναν τους συγκεντρωμένους, μας ακολούθησαν ως το κέντρο της πόλης. Εκεί, μεταξύ των άλλων, χτύπησαν πολύ άσχημα και το στέλεχος της ΕΔΑ Καλαμαριάς Βασίλη Πεκλάρη.
Μ' έναν λόγο ολόκληρη η πόλη βρίσκονταν στο έλεος του χωροφύλακα, του χαφιέ και του παρακρατικού...
Το προεκλογικό υλικό του ΠΑΜΕ στάθηκε αδύνατο να διακινηθεί μέσα από τα γραφεία της ΕΔΑ αφού βρισκόταν σε αστυνομικό κλοιό. Γι' αυτό και ξεφορτώθηκε στο σπίτι μας, το σπίτι όπου κατοικούσαμε τότε με τη Ρούλα Παλαιολογοπούλου. Ήταν μια σοφίτα με δύο δωμάτια και κουζίνα στην οδό Παύλου Μελά αριθ. 31 στο κέντρο της πόλης. Εμείς οι δύο φύγαμε για την Αχαΐα να ψηφίσουμε και αφήσαμε τα κλειδιά στους Γιώργο Κομψόπουλο και την Καίτη Τσαρουχά. Από εκεί θα το έπαιρναν οι οργανώσεις και το μοίραζαν. Από αυτό το υλικό πήραν να μοιράσουν και οι δύο νεολαίοι μας, ο Στέφανος Βιλδεμίρης και ο Μόρφης Στεφούδης.
Μετά την τραγική δολοφονία του Στέφανου, όμως, το μεγαλύτερο μέρος αυτού του υλικού έμεινε αδιάθετο. Ήταν ένα θαυμάσιο υλικό, αλλά δεν ήταν κατάλληλο για μετά τις εκλογές. Γι' αυτό και το καίγαμε με τη Ρούλα στη σόμπα και καιγόταν η καρδιά μας...
Να πούμε πως η τρομοκρατία συνεχίστηκε και μετά τις εκλογές, ετοιμάζοντας και τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη λίγο αργότερα, θα ήταν πλεονασμός...»



Στέφανος Βελδεμίρης  Βιογραφικό
Μερικά βιογραφικά στοιχεία για τον Στέφανο Βελδεμίρη, όπως δημοσιεύθηκαν σε τρεις συνέχειες στην εφημερίδα Αυγή, στις 14, 15 και 16 Νοεμβρίου 1961:
Ο Στέφανος Βελδεμίρης γεννήθηκε το Δεκέμβρη του 1937 στις Συκιές Θεσσαλονίκης. Ο πατέρας του Σίμος Βελδεμίρης ήταν ένας βασανισμένος βιοπαλαιστής, κουρέας στο επάγγελα. Είχε γεννηθεί στο Μυριόφυτο της Ανατολικής Θράκης. Η μητέρα του Φωτεινή, κατάγονταν από τη Ραιδεστό, από τα ίδια χώματα με τον άντρα της. Το φτωχό ζευγάρι απέκτησε τέσσερα παιδιά: Δυό αγόρια και δύο κορίτσια.
Ο Στέφανος ήταν ένα παιδί έξυπνο και ζωηρό. Το μυαλό του βρίσκονταν σε αδιάκοπη ανησυχία. Θέλει όλα να τα μάθει, όλα να τα ξέρει. Πριν πάει στο σχολείο, λάτρευε τα παραμύθια. Ήθελε να του τα διηγούνται κάθε βράδυ και το μυαλουδάκι του τα αποτύπωνε τόσο, που τα μάθαινε αμέσως.
Νωρίτερα απ΄ ότι το επέτρεπε η ηλικία του, ο μικρούλης Στέφανος πήγε στο σχολείο. Ήταν ένα παιδί ζωηρό και πανέξυπνο, που έπαιρνε πάντα πρωτοβουλίες, είτε στις φιλικές συντροφιές, είτε στα παιχνίδια των συνομηλίκων του.
Όταν τελείωσε το δημοτικό, ο πόθος του ήταν να εξακολουθήσει τις σπουδές του στο Γυμνάσιο. Πως να τα βγάλει όμως πέρα ο φτωχός κουρέας, τη στιγμή που είχε κιόλας το μεγάλο του κορίτσι στο Γυμνάσιο και έπρεπε να φροντίζει τη σπουδή του;

Δίψα για μάθηση
Μήνες ολόκληρους ο μικρούλης Στέφανος σπάραζε στο κλάμα, ζητώντας να ον αφήσουν να πάει στο Γυμνάσιο. Πως ήταν όμως δυνατό; Ο μικρός Στέφανος έπρεπε να ριχτεί στη βιοπάλη για να ενισχύσει το καρβέλι του σπιτιού. Με τα πολλά λοιπόν τον έπεισαν να δουλέψει μαθητευόμενος ηλεκτροτεχνίτης και ταυτόχρονα να φοιτά στην τεχνική σχολή "Ευκλείδης".
Δέχτηκε το παλληκαρόπουλο να ψαλιδίσει τα όνειρά του γιατί ήξερε  από τα πρώτα του βήματα στη ζωή πόσο σκληρή ήταν η μοίρα των φτωχών. Στις πρώτες-πρώτες παιδικές εικόνες των εντυπώσεών του κυριαρχεί μία εφιαλτική ανάμνηση: Η θλιμμένη μορφή του πατέρα του με αλυσίδες στα χέρια να τον παίρνουν οι χωροφύλακες. Γιατί, ρωτούσε το ΄παιδί και η απάντηση ήταν γιατί ο πατέρας ήθελε να έχουν όλα τα σπίτια ψωμί και όλα τα παιδιά να μαθαίνουν γράμματα.
Ο Στέφανος Βελδεμίρης (δεύτερος από αριστερά) με φίλους
το 1956 στο κέντρο "Αρζεντίνα" της Θεσσαλονίκης
Τρία χρόνια φοίτησε στη Σχολή Ηλεκτροτεχνιτών και στα 1952 έδωσε εξετάσεις στη Σχολή Τεχνιτών του Πολεμικού Ναυτικού. Η θάλασσα ήταν μία από τις μεγάλες του αγάπες. Εκείνη την εποχή δεν ζητούσαν τα περιβόητα "πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων" και ο νεαρός Στέφανος μπήκε με το σπαθί του ανάμεσα στους 50 πρώτους.
Τα βράδια, όταν τελείωναν τα μαθήματα, κατέβαινε στη θάλασσα, την ώρα που το κύμα χτύπαγε λυσσασμένο στα βράχια. Η ψυχή του αντρειευόταν. Ήθελε να δαμάσει τη ζωή, να την νικήσει. Ήθελε να περάσει τη φουρτουνιασμένη αυτή θάλασσα που τον κρατούσε μακριά και να φτάσει κοντά στους ανθρώπους. Άλλοτε πάλι, όταν γαλήνευε το πέλαγο, ημέρευε και ο ίδιος. Στα γαλανά νερά της θάλασσας λίκνιζε όλα του τα όνειρα και νόμιζε πως βλέπει τα ήμερα μάτια της καλής του.

Οι… προδότες!
Εκείνες τις ώρες της περισυλλογής, ονειρευόταν τα πιό ποθητά του όνειρα. Τους ανθρώπους χωρίς σίδερα στα χέρια, τα πρόσωπα γελαστά, τη ζωή χαρούμενη και ειρηνική. Τα όνειρά του αυτά τα έκοψε με το μαχαίρι μια μέρα ένας άνθρωπος με στολή.
-Άκου Βελδεμίρη, του είπε. Η σχολή είναι "εθνική". Για να καταλάβεις τι θέλω να σου πω, θυμήσου την  Μπουμπουλίνα, τον Κανάρη και όλους τους ήρωες του ναυτικού.
-Αυτούς πάντα έχω στο νου μου, είπε ήσυχα το παιδί.
-Μπράβο. Θα ξέρεις τότε και τους προδότες. Άϊντε, πές τους μόνος σου!
Ο άνθρωπος με τη στολή ήταν ευχαριστημένος. Η δουλειά πήγαινε καλά. Άναψε ένα τσιγάρο.
-Άντε λοιπόν. Πές τους.
-Δεν έχω αντίρρηση να τους πω: Εχθροί ήταν οι Τούρκοι, οι κοτζαμπάσηδες, οι ξένοι "προστάτες".
Ο άνθρωπος με τη στολή πάνιασε κι έσβησε νευριασμένος το τσιγάρο του.
-Δεν τους ξέρεις καλά, φώναξε στριγγά. Να στους πω εγώ. Εχθροί είναι οι αριστεροί.
-Μα, δεν υπήρχαν τότε αριστεροί, έκανε το παιδί.
Ο άνθρωπος της εξουσίας όμως, δεν χαμπάριζε από λογική.
-Λέγε κι΄ άστα αυτά. Είναι προδότες ή όχι οι αριστεροί;
Η σκέψη του παλληκαριού πέταξε στα δεμένα χέρια του πατέρα. Ήταν τόσο άκακος και τόσο γλυκός. Τον έπαιρνε στα γόνατά του πιτσιρίκο και του έλεγε τις ιστορίες του τόπου του, τις ένδοξες σελίδες των ελληνικών αγώνων για τη λευτεριά.
Κι απάντησε αυθόρμητα.
-Όχι, δεν είναι προδότες! Είναι οι καλύτεροι πατριώτες!
Το χρώμα του ανθρώπου της εξουσίας έγινε σταχτί.
Από το 1960 είχε αρχίσει η βίαιη καταστολή κάθε κινητοποίησης,
όπως εδώ που καταπνίγεται απεργία των οικοδόμων
«Εστερείτο πατριωτικού χαρακτήρος»
Έμπαινε το καλοκαίρι του 1954 όταν ο νεαρός Στέφανος έβγαινε με τα μπογαλάκια του από την κεντρική πύλη της σχολής, διωγμένος οριστικά. Στην τσέπη του είχε ένα χαρτί που έγραφε ότι «εστερείτο πατριωτικού χαρακτήρος». Η μαγιάτικος ουρανός ήταν εκείνη την ώρα καταγάλανος και η θάλασσα γαλήνια. Διάλεξε ένα βράχο και κάθισε ώρες να συλλογιέται. Προς το βράδυ ο καιρός άλλαξε. Μαύρα σύννεφα μαζεύτηκαν και άρχισε να φυσά. Το κύμα χτυπούσε λυσσασμένο στα βράχια. Ο δροσερός αγέρας και οι σταγόνες της βροχής του κάλμαραν την υπερδιέγερση.
Πήρε το καράβι του γυρισμού την άλλη μέρα. Καθώς η ρότα του πλοίου χάραζε την απέραντη θάλασσα, ο Στέφανος συλλογιζόταν: «Όχι! Οι άνθρωποι είναι καλοί. Η αδικία περισσεύει σε τούτο τον κόσμο κι αυτή πρέπει μια μέρα να λείψει από τη ζωή».
Όταν από μακριά αγνάντεψε την αγαπημένη του πολιτεία, τη Θεσσαλονίκη, καθώς το καράβι ζύγωνε στο λιμάνι, ένοιωσε την αισιοδοξία του να ξαναγεννιέται. Θα πάλευε. Το είχε πάρει απόφαση. Θα πάλευε για να κάνει καλύτερη τη ζωή και πιο καλούς τους ανθρώπους. Αυτός ήταν ο προορισμός του πια πάνω στη γη.
Οι δικοί του τον περίμεναν στο μουράγιο. Μετά τα δάκρυα και τα φιλιά της μάνας, ήρθε η σειρά της Αναστασίας, της αγαπημένης του. Η κοπέλα τον κοίταξε ερωτηματικά στα μάτια και ύστερα του έσφιξε δυνατά τα χέρια. Συνεννοήθηκαν. Έσκυψε και τη φίλησε τρυφερά. Θα πάλευαν μαζί στη ζωή.
Το παλληκάρι δέθηκε από εκείνη τη μέρα στενά με τους ανθρώπους του τόπου του. Όλες οι προσπάθειές του συγκεντρώνονταν να γκρεμίσει το τείχος του μίσους, να φανεί ο ήλιος και ο γαλανός ουρανός στον ορίζοντα της ελπίδας.
Ώς το φθινόπωρο του 1958, η ζωή του κύλησε ανάμεσα στην πάλη για να ξαστερώσει ο ουρανός της Ελλάδας, στη βιοπάλη και την αγάπη. Ώσπου ήρθε μία σημαδιακή ημέρα για τη ζωή του, που ήταν και σημαδιακή για την ιστορία του έθνους, η 28η του Οκτώβρη 1958.

Πρωτομαγιά 1961 στο Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης
Στα νύχια του διωγμού
Εκείνο το πρωί νέοι και νέες, όλοι εργαζόμενοι, είχαν συναχθεί στα γραφεία των Συνεργαζόμενων Εργατικών Οργανώσεων Θεσσαλονίκης. Η σύναξη είχε σκοπό να διεκδικήσει μια καλύτερη ζωή για τους εργαζόμενους και ο Στέφανος πήρε το λόγο:
-Αδέλφια, πρέπει να διεκδικήσουμε το δίκιο μας!
Εκείνη τη στιγμή φάνηκαν στην πόρτα οι άνθρωποι της εξουσίας.
-Μην κουνηθεί κανείς. Είστε όλοι κρατούμενοι!
Τα «τζέημς» της αστυνομίας κουβάλησαν τους νέους εργάτες στα κρατητήρια.
Ο Στέφανος τραβήχτηκε από τους πρώτους στην ανάκριση. Ο διοικητής έπαιζε νευρικά το χαρτοκόπτη του. Ο υποδιοικητής στεκόταν όρθιος και παρουσίαζε  τους κρατουμένους.
-Βελδεμίρης Στέφανος, κύριε διοικητά. Νέος είναι βέβαια, καλό παιδί, αλλά αμετανόητος.
-Τι γύρευες στο Καραβάν Σεράϊ;
-Το δίκιο μου! κάνει περήφανα το παιδί.
-Εκεί θα τόβρισκες, ε;
-Μάλιστα, εκεί.
-Τους άλλους ποιός τους έφερε;
-Η ανάγκη και η πείνα.
-Κατεβάστε τον κάτω...
Ένας από τους χωροφύλακες τον παρέλαβε. Τον τσουβάλιασαν στο κρατητήριο μαζί με τους άλλους. Ένας παλιός χωροφύλακας, ο κυρ-Βαγγέλης, τους φρουρούσε. Με χοντρά χωρατά, πάσχιζε να τους φέρει στον "ίσιο δρόμο".
-Τι τα θέλετε μωρέ  σεις τα πολιτικά; κατέληξε.
-Άστα κυρ-Βαγγέλη, δεν περνάνε αυτά σε μας, έκανε ο Στέφανος. Εμπρός παιδιά, τραγούδι!

Στην απομόνωση
Το τραγούδι κυρίαρχο και αισιόδοξο, απλώθηκε στο σκοτεινό κελί. Άρπαξαν τον Στέφανο και τον απομόνωσαν. Δεν τους πέρασε όμως. Ο Χρήστος και η Νίτσα μείνανε για να συνεχίσουν το τραγούδι της νιότης μέσα στο σκοτεινό μπουντρούμι, ενθαρρύνοντας και τα άλλα παιδιά.
Βγαίνοντας απ΄ το κελί του κρατητηρίου ο Στέφανος, αισθάνθηκε πιο δυνατός. Τώρα ήξερε τι ήθελε. Ανέβηκε στο ψήλωμα του συνοικισμού κι αγνάντεψε την αγαπημένη του πολιτεία. Από δω και μπρος ο δρόμος του θα ήταν ανηφορικός, σαν κι αυτόν που έφερνε στο ψήλωμα. Είχε άραγε το δικαίωμα να τραβήξει στον ανήφορο που διάλεξε για τον εαυτό του και την κοπέλα που αγαπούσε;
Μονομιάς αισθάνθηκε την ανάγκη να εξηγηθεί μαζί της. Πήγε και την βρήκε.
-Άκου Τασία, εγώ τραβώ δύσκολο δρόμο. Θα αντέξεις;
-Μαζί θα τον ανεβούμε καλέ μου, θα δεις.
Ήρθε ευθύς αμέσως το στρατιωτικό. Πειθαρχικό Τάγμα Κολινδρού. Απομόνωση από τον άλλο κόσμο. Εκεί, μέσα στην ατμόσφαιρα του κατατρεγμού, η σκέψη της κοπέλας που τον περιμένει για να συνοδοιπορήσουν στον αγώνα της ζωής, τον κρατάει όρθιο.
Της γράφει και του γράφει ατέλειωτα γράμματα. Από αυτή την αλληλογραφία που είναι σήμερα το μόνο ζωντανό ενθύμιο του αδικοχαμένου παλληκαριού, μεταφέρουμε εδώ μερικές χαρακτηριστικές περικοπές που δείχνουν την υψηλή αγωνιστικότητά του.

Ο δύσκολος δρόμος του αγώνα
Η αρραβωνιαστικιά του Στέφανου σε ανέμελες στιγμές
«Νάσαι βέβαια και να το χωνέψεις καλά», γράφει στην κοπέλα του στις 21 Απρίλη 1960, «ότι ο δρόμος μας θα είναι δύσκολος, δεν θα διαφέρει και πολύ από τον Γολγοθά. Θα παλαίψουμε όμως. Θα ψάξουμε μέσα στις λύπες και στις στερήσεις να βρούμε λίγη χαρά».
Και στις 16 του Μάη 1960, της στέλνει νέα επιστολή:
«Αν ήξερες τι όνειρα πλάθω τώρα! Οραματίζομαι την ειρήνη και την αγάπη μέσα σ΄ένα μικρό σπιτάκι, σε φαντάζομαι με την ποδιά της νοικοκυράς. Πότε θάρθει αγάπη μου αυτός ο καιρός; Μια μέρα και η πιο τολμηρή μας φαντασία θα γίνει πραγματικότητα. Νοιώθω τόσο δυνατός, ώστε είμαι έτοιμος να ξεπεράσω κάθε εμπόδιο που θα βρεθεί μπροστά μου».
Λόγια αισιόδοξα, βγαλμένα από τα βάθη της αγνής νεανικής του καρδιάς. Και λίγες μέρες αργότερα, στις 23 Μαϊου, γράφει:
«Με μια λέξη μόνο, αγαπημένη μου, μπορούν να πάψουν όλα αυτά που βασανίζουν τον κόσμο. Μία μόνο λέξη: Ειρήνη. Όσο περνάει ο καιρός, τόσο περισσότερο καταλαβαίνω την αναγκαιότητά της».
Όταν απολύθηκε από στρατιώτης οι συγγενείς και οι φίλοι του γιόρτασαν μαζί με την επιστροφή του και τον αρραβώνα του. Ο Στέφανος είχε κέφια. Κάλεσε όλους τους φίλους του. Χρόνια είχαν να βρεθούν έτσι όλοι μαζί.

Δοσμένος ολόψυχα στους ανθρώπους
Από την  ημέρα του γυρισμού του, δόθηκε ολόψυχα στους ανθρώπους και ιδιαίτερα τους νέους. Στις εκδρομές μόνος του κατάφερνε να γεμίσει δύο λεωφορεία.
-Στέφανε, που βρίσκεις τόσο κόσμο, τον ρωτούσαν
Σήκωνε τους ώμους και γελούσε. Είχε μοιράσει την καρδιά του σε όλα τα νέα παιδιά.
Σε μία εκδρομή, στην Επανομή, τα παιδιά αποφάσισαν να πάρουν βάρκα. Η βάρκα έπαιρνε δέκα, αλλά η παρέα ήταν δώδεκα. Όταν μπήκαν μέσα, ο Στέφανος γύρισε και είδε δύο από τους φίλους που είχαν ξεμείνει στη στεριά.
-Ελάτε, είπε πηδώντας στο μουράγιο. Εγώ θα ακολουθήσω κολυμπώντας!
Μαζί με έναν άλλο φίλο έπεσαν στη θάλασσα και πραγματικά ακολούθησαν τη βάρκα κολυμπώντας. Σε όλη τη διαδρομή είχε κέφι έξοχο. Σκαρφάλωνε στο πλεούμενο, έδινε βουτιές, τραγουδούσε. Ποιός μπορούσε να φανταστεί ότι το ζωντανό αυτό παλληκάρι θα ήταν νεκρό ύστερα από λίγους μήνες;
Όταν έβγαζε πέρα μια δουλειά, γελούσε πάντα χαρούμενος. Το ίδιο γέλιο κυριαρχούσε σε όλη του την ύπαρξη. Μία φορά τον είδαν έτσι γελαστό στην κορυφή του Λευκού Πύργου. Ήταν οι μέρες της Κούβας. Όλο οι λαοί είχαν ξεσηκωθεί εναντίον της επέμβασης. Ο Στέφανος και η συντροφιά του αποφάσισαν να στήσουν τη διαμαρτυρία τους για να τη δουν όλοι οι κάτοικοι της Θεσσαλονίκης. Ανέβηκαν τρέχοντας τις πέτρινες σκάλες και κάρφωσαν στις επάλξεις το πανό τους:
"Κάτω τα χέρια από την Κούβα"
 Τα νιάτα της Θεσσαλονίκης με πρώτο τον Στέφανο, έδιναν το παρόν στις δύσκολες εκείνες στιγμές.

«Θέλω να γίνω τέλειος άνθρωπος»
Στην πολιτική του δουλειά ήταν άψογος. Όταν μιλούσε για τις επιτυχίες των νέων κοκκίνιζε. Στις συντροφιές του ήταν εκλεκτικός. Χαιρόταν να κάνει παρέα με έμπειρους ανθρώπους. "Θέλω να γίνω ένας τέλειος άνθρωπος", έλεγε. Αυτό το γελαστό παλληκάρι λες και συμπύκνωνε μέσα του όλη τη λεβεντιά των ελληνικών νιάτων.
Ο θάνατος ήρθε να κόψει απότομα το νήμα της όμορφης ζωής του ανήμερα του Αγίου Δημητρίου, του προστάτη της αγαπημένης του πόλης. Την παραμονή του θανάτου του, ο διοικητής του 8ου παραρτήματος Ασφαλείας κ. Αγγελόπουλος, είχε καλέσει τη μητέρα του:
-Αν δεν συμμαζέψεις τον γιό σου, δεν ευθύνομαι για ότι κι αν συμβεί, της είπε.
Τελευταία φορά που τον είδε ζωντανό η μάνα του, ήταν το μεσημέρι της 26ης Οκτώβρη που έφαγε στο σπίτι. Το ίδιο βράδυ τα φονικά βόλια του χωροφύλακα τον ξάπλωναν νεκρό...

Ο Στέφανος Βελδεμίρης με άλλους στρατιώτες στο
περιβόητο "Τάγμα Σκαπανέων" του Κολινδρού
Ο συνάδελφός του στο στρατό, Γιώργος Κατηφόρης
Για την προσωπικότητα του Στέφανου Βελδεμίρη, θα γράψει λίγες μέρες μετά τη δολοφονία του ο πρώην Ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Γιώργος Κατηφόρης, που είχε συνυπηρετήσει με τον δολοφονημένο αγωνιστή στο περιβόητο τάγμα σκαπανέων του Κολινδρού Πιερίας, όπου στέλνονταν όλοι οι αριστερών φρονημάτων στρατιώτες. Γράφει ο Κατηφόρης:
«Στον Κολινδρό τον φωνάζαμε "Σβέϊκ". Δεν ήταν παρατσούκλι. Με το πηγαίο λαϊκό χιούμορ του, με την ασυνήθιστη σβελτάδα του μυαλού του, πάλευε τη μιλιταριστική τυραννία τόσο καλά, που αυθόρμητος ο θαυμασμός μας τον είχε παρομοιάσει με τον αθάνατο ήρωα της τσεχικής λογοτεχνίας, που κορόϊδευε με το κράτος του Φραγκίσκου Ιωσήφ.
Τέσσερα χρόνια στρατιώτης. Πρώτα εθελοντής στο ναυτικό. Τον διώχνουν από εκεί για αριστερό. Αργότερα τον καλούν στο πεζικό για άλλα δύο χρόνια. Ο γεροπατέρας του, κουρέας της Θεσσαλονίκης, που πίστευε πως για να θρέψει τη φαμελιά του δεν είχε το δικαίωμα να αρρωστήσει ούτε μία ώρα, άδικα τρέχει και κτυπά τις πόρτες για να υπολογίσουν την προϋπηρεσία του. Για τον Στέφανο θα εξαντληθεί η τυπική αυστηρότητα του νόμου. Η ουσιαστική δικαιοσύνη δεν υπάρχει γι΄ αυτόν.

Τέσσερα χρόνια στρατιώτης…
Τέσσερα χρόνια στρατιώτης. Και ήταν σα να είχε αφήσει μόλις χτες το σπίτι του. Τόσο ανέγγιχτη στάθηκε η ψυχή του από τη μιζέρια και την μικρόψυχη μιλιταριστική τυραννία. Για μας τους άλλους, ήταν συχνά τα νεύρα και οι εξάψεις, κάποτε η μελαγχολία και η απογοήτευση. Για εκείνον, ήταν η ατέλειωτη υπομονή. Αυθόρμητη άνθιζε στα χείλη του η λαϊκή σάτιρα, κι έκανε τους "έξυπνους" διαφωτιστές του στρατού τόσες φορές να καταπιούν τη γλώσσα τους, μπροστά στον τσουχτερό λόγο του Στέφανου.
Αδιέξοδο για τον στρατιώτη είναι η ζωή του στρατώνα. Αδιέξοδο πολλαπλάσιο για τη διμοιρία Σκαπανέων η ζωή του Κολινδρού. Αλλά για εκείνον δεν υπήρχαν προβλήματα δίχως λύσεις. Εκεί που οι άλλοι σταματούσαμε, το δικό του μυαλό άνοιγε δρόμο. Μέσα στο στρατιωτικό μας κοινόβιο δεν ήταν δουλειά που να μην την ξεπετούσε ο αυτοδίδακτος πολυτεχνίτης και πολύξερος Στέφανος. Χρειαζόμαστε κουρέα; Ο Στέφανος ήταν και κουρέας. Χρειαζόμαστε άνθρωπο να φτιάξει τα στρώματα; Ο Στέφανος γινόταν και παπλωματάς. Χρειαζόταν το τάγμα χτίστη, ελαιοχρωματιστή, ηλεκτρολόγο;

Μετά τις εκλογές του 1961 πολλές ήταν οι δίκες κατά κρατικών
οργάνων για παραβίαση της εκλογικής νομοθεσίας
Σε όλα τα κατάφερνε
Ο Στέφανος σε όλα τα κατάφερνε. Χαλίκια μας βάζαν να στρώνουμε, μια αγγαρεία που στεγνώνει την ψυχή, και εκείνος έδινε πνοή στην άχαρη δουλειά και βγαίναν από τα χέρια του πέτρινα χαλιά που ήταν στολίδια!
Απορούσαν ηλίθια οι βασανιστές μας και θαύμαζαν το έργο. Και κείνος δεν άφηνε ευκαιρία που να μην εκμεταλλευθεί την δεξιοτεχνία του για να κατακτήσει παραχωρήσεις, να ανοίξει στο τείχος της μιλιταριστικής καταπιέσεως χίλια ρήγματα για να ανασάνουμε όλοι λίγο αέρα ανθρωπιάς......
.....Ήξεραν οι δεσμοφύλακές μας την καπατσοσύνη του. Κι΄ όταν χέρια τσαπατσούλικα χάλασαν την ηλεκτρική γεννήτρια κι΄έμειναν οι αξιωματικοί δίχως φως στο χωριό, ζήτησαν από τον Στέφανο τη βοήθειά του. Πήγε τότε στη Θεσσαλονίκη, έφερε σύνεργα και ηλεκτρολογικές φυλλάδες και, αυτοδίδακτος πάντα, διάβασε, σκάλισε και τέλος κατόρθωσε να την επισκευάσει. Και τότε ήρθε και για εκείνον και για όλους μας η μεγάλη στιγμή: Εγκαταστάθηκε στο χωριό για να συντηρεί τη μηχανή και πέτυχε να μπαινοβγαίνει στο στρατόπεδο για συσσίτιο δύο φορές την ημέρα. Έτσι άνοιξε για μας ένα μεγάλο παράθυρο στον έξω κόσμο. Κάθε επιστροφή του από το χωριό ήταν πανηγύρι. Φώναζε: "Έρχεται ο Άη - Βασίλης". Μαζευόμαστε γύρω του και έβγαζε από τις τσέπες του ντομάτες, τυρί, μπουκάλι λάδι, αυτά τα αγαθά τα τόσο πολύτιμα για τους κακοζωϊσμένους φίλους του. Και στο τέλος από το βάθος του κόρφου του, τραβούσε σαν παντιέρα κάτι πιο πολύτιμο από την τροφή, το θαύμα μιας εφημερίδας. Μία εφημερίδα καθημερινή στην ερημιά, μια όαση στην έρημο. Την ρουφούσαν με λαχτάρα τα μάτια μας.

«Αφουγκραζόμασταν το σεισμικό χτυποκάρδι του κόσμου»
Αφουγκραζόμαστε το σεισμικό χτυποκάρδι του κόσμου. Εμείς οι ακίνητοι, οι καρφωμένοι στο μακεδονικό βουνό, αφήναμε τις ψυχές μας να πετάξουν μαζί με τους Σπούτνικ, να βαδίσουν μαζί με τον Φιντέλ Κάστρο, να παρασταθούν στην αγωνία του Λουμούμπα. Κάθε μέρα ο Στέφανος μας έλουζε σε ένα καινούριο κύμα από την ζωντάνια του κόσμου.
Ώσπου μια μέρα ορθώθηκε μπροστά του ένα τρομερό δίλημμα: Του ζήτησαν να στήσει στο χωριό μεγάφωνα για να ξεράσουν από κείνα την προπαγάνδα του μίσους και του εθνικού διχασμού. Τι να έκανε; Να αρνιόταν και να χάναμε την μοναδική μας επαφή με τον έξω κόσμο; Να δεχόταν και να γινόταν όργανο στα χέρια μιας έξαλλης πολιτικής;
Καθημερινό φαινόμενο ήταν οι συλλήψεις
δημοκρατικών πολιτών το 1961
Ο Στέφανος δε σάστισε. Τα μεγάφωνα στήθηκαν. Και λειτούργησαν! Αλλά κανείς δεν άκουσε τι είπαν. Ο Στέφανος είχε τοποθετήσει τα χωνιά τους αντικρυστά με τέτοιο τρόπο, ώστε το ένα να σκεπάζει το άλλο και στα αυτιά των συγκεντρωμένων κατοίκων του χωριού να μη φτάνει παρά ένας ακατανόητος βόμβος!
Δεν δίστασε ούτε μια στιγμή για να αναρωτηθεί τι θα πάθαινε αν καταλάβαιναν το κόλπο του ή αν τον έπιαναν να φέρνει την εφημερίδα. Γιατί τέτοιος ήταν ο Στέφανος. Συνταίριαζε μέσα του μοναδικά την πιο δαιμόνια ικανότητα προσαρμογής με την πιο ατσαλένια παλληκαριά και αδιαλλαξία. Κι όταν η σπάνια εξυπνάδα του δεν του έδινε λύση, ξεχνούσε τον Σβέϊκ και θυμόταν τον αδάμαστο λαϊκό αγωνιστή. Όπως κάποτε που τον είδαμε κόκκινο από το ίδιο του το αίμα, όταν με το ξύλο θέλησαν κάποτε να τον λυγίσουν.

«Οδυσσέας σωστός, πολυμήχανος…»
Διαλεχτό ελληνικό βλαστάρι, Οδυσσέας σωστός, πολυμήχανος όταν χρειαζόταν, ήρωας σαν το καλούσε η ανάγκη. Ποτέ όμως δεν έπαυε να είναι ανθρώπινος. Κοιτούσε από μακριά τη Θεσσαλονίκη που γεννήθηκε και την καμάρωνε: "Ξανάδατε ποτέ σας τέτοια ομορφιά;", μας έλεγε.
Μια Πρωτοχρονιά πήρε άδεια και κατέβηκε ως εκεί. Όταν γύρισε, μας είπε πως αρραβωνιάστηκε. Μαζευτήκαμε γύρω του και αρχίσαμε να τον πειράζουμε. Συνηθισμένα φανταρίστικα πειράγματα, για το πως έχασε την ελευθερία του, για το πως βρέθηκε μαλακός και τον τυλίξανε και άλλα τέτοια. Και τότε εκείνος, με ένα καλόκαρδο γέλιο, βγάζει ένα γράμμα της αρραβωνιαστικιάς του και μας διαβάζει: "Στέφανε, μου έκανες το ωραιότερο Πρωτοχρονιάτικο δώρο της ζωής μου". Και μας ρωτά: "Το έγραψε αυτό καμιά σε κανέναν από σας;". Έκλεινε μέσα του τόση απέραντη τρυφερότητα!
Τέτοιος ήταν ο Στέφανος που δολοφόνησαν στις 26 Οκτωβρίου. Και δεν τον σκότωσαν για πρώτη φορά τότε. Όταν του έκλεβαν στο στρατό δύο χρόνια από τα νιάτα του, τον σκότωναν. Όταν εύρισκε κλειστές τις πόρτες της μορφώσεως, τον σκότωναν. Σκότωναν ότι πιο ωραίο είχε μέσα του, το εξαιρετικό, το ασυνήθιστο μυαλό του, που θα μπορούσε να τον ανέβαζε στις κορυφές της επιστήμης και της κοινωνικής ηγεσίας.

Δεν ήταν πλασμένος για να χαθεί
Τον σκότωσαν πολλές φορές, όπως στραγγαλίζουν μέσα στο λαό χιλιάδες μυαλά και χιλιάδες ταλέντα χάνονται σε κάθε γενιά από την καθημερινή μιζέρια. Αλλά ο Στέφανος δεν ήταν πλασμένος για να χαθεί. Σε όλους αυτούς τους θανάτους της ψυχής και του νου, έβαζε μπροστά την αλύγιστη αγωνιστικότητά του. Και οι θάνατοι έβλεπαν ανίσχυροι τον άνθρωπο να τους ξεφεύγει. Είχε διαβάσει και ξαναθυμόταν κάπου-κάπου ένα τετράστιχο:
«΄Εχουμε χέρια από γρανίτη
και δάχτυλα από καρφιά
για να γκρεμίσουμε τον πλανήτη
αυτή την παλιωμένη ζωγραφιά".
Η Νεολαία που τον θρήνησε, παίρνει τώρα το γρανίτη και τα καρφιά απ΄τα νεκρά του χέρια.....» 1

1. Εφημερίδα Αυγή, 2-11-1961, σελ. 1η και 5η

Η δίκη για τη δολοφονία
Η δίκη για τη δολοφονία του Στέφανου Βελδεμίρη, έγινε μετά από πέντε μήνες, από τις 15 έως τις 19 Μαρτίου του 1962 στο κακουργιοδικείο Θεσσαλονίκης, με κατηγορούμενο τον 30χρονο τότε χωροφύλακα του 13ου αστυνομικού τμήματος, Σπύρο Φιλίππου, ο οποίος με τις πέντε σφαίρες που έριξε κατά του αυτοκινήτου από το οποίο διασκορπίζονταν το προεκλογικό υλικό του ΠΑΜΕ, οδήγησε στο θάνατο το νεολαίο αγωνιστή της δημοκρατίας.
Η δίκη εξελίχθηκε σε παρωδία, καθώς ενώ οι κατηγορίες σε βάρος του, με βούλευμα του συμβουλίου πλημμελειοδικών ήταν ανθρωποκτονία εκ προθέσεως και παράνομη οπλοχρησία, η ποινή που επιβλήθηκε στο δολοφόνο του Βελδεμίρη από το δικαστήριο των ενόρκων ήταν μόλις... τέσσερα χρόνια φυλάκιση, με συνέπεια μετά την παρέλευση διετίας να κυκλοφορεί και πάλι ελεύθερος. Ενώ ακόμη και ο εισαγγελέας της έδρας, Παύλος Δελαπόρτας, σχολίασε από την έδρα την ετυμηγορία των ενόρκων, λέγοντας ότι «οι ένορκοι δεν υπήρξαν καλοί εργάται της δικαιοσύνης».
Ο Φιλίππου και οι μάρτυρες υπεράσπισής του αστυνομικοί, ισχυρίστηκαν στο δικαστήριο ότι τάχα ο χωροφύλακας πυροβόλησε κατά του αυτοκινήτου ταξί, με το οποίο οι Βελδεμίρης και Στεφούδης σκόρπιζαν το προεκλογικό υλικό της αριστεράς, επειδή υπήρχαν πληροφορίες ότι από το σημείο εκείνο θα περνούσε ένα αυτοκίνητο με.... λαθρέμπορους!

Ο χωροφύλακας γνώριζε τους Βελδεμίρη και Στεφούδη
Διαβάζουμε στις εφημερίδες της εποχής το ρεπορτάζ που δημοσίευαν για τη δίκη:
"Στη δίκη κατετέθη από τους μάρτυρες κατηγορίας ότι ο κατηγορούμενος χωροφύλαξ ασφαλώς εγνώριζε τα συγκεκριμένα πρόσωπα, τα οποία ευρίσκοντο εντός του αυτοκινήτου, γιατί τόσο το θύμα όσο και ο φίλος του Εύμορφος Στεφούδης (ο οποίος πετούσε μαζί με τον Βελδεμίρη το προεκλογικό υλικό), ήσαν πολύ γνωστοί στην Ασφάλεια και καθημερινώς παρηκολουθούντο από αστυνομικά όργανα.
Ο επιζήσας της δολοφονικής επιθέσεως Ε. Στεφούδης την στιγμήν που κατέθετε, ανεγνώρισε στο πρόσωπο του κατηγορουμένου το άτομο εκείνο, το οποίο κατά την προεκλογική συγκέντρωση του ΠΑΜΕ της 16ης Οκτωβρίου στις Συκιές Θεσσαλονίκης, πρωτοστατούσε στις ασχημίες εναντίον του υποψηφίου κ.Λ.Χατζηαποστόλου. "Το άτομο αυτό, είπε ο μάρτυς, επετέθη εναντίον μου την ημέρα εκείνη, με εκακοποίησε βαναύσως και μου έδωσε μία κλωτσιά στα γεννητικά όργανα. Στις φωνές μου, προσέτρεξε και ο Βελδεμίρης που ήταν στην παρέα μου, για να με αποσπάσει από τα χέρια του. Τότε με άφησε και μου είπε: "Βούλγαρε, ετοιμάσου μετά τις εκλογές να πεθάνεις".
Για το επεισόδιο εκείνο της 16ης Οκτωβρίου, συνέχισε ο μάρτυς, υπέβαλε μήνυση εναντίον αγνώστου, γιατί δεν εγνώριζε το όνομά του. "Τώρα αναγνωρίζω ότι ο κατηγορούμενος για το φόνο του Στέφανου είναι το ίδιο πρόσωπο που με είχε χτυπήσει στις 16 Οκτωβρίου όταν ήμουν πάλι μαζί με τον Βελδεμίρη. Συνεπώς εγνώριζε ο κατηγορούμενος, όταν πυροβολούσε, ποιοί ήσαν εντός του αυτοκινήτου", κατέληξε ο μάρτυρας.
Η μητέρα του θύματος κατέθεσε ότι την παραμονή του φόνου του γιού της είχε κληθεί στην αστυνομία όπου της είπαν "να μαζέψεις τον γιό σου γιατί δεν αναλαμβάνουμε καμία ευθύνη για ότι συμβεί".
Ενδιαφέρουσα ήταν και η κατάθεση του οδηγού του ταξί, Δημήτριου Κοντάρα, με το οποίο οι Βελδεμίρης και Στεφούδης σκόρπιζαν τις προκηρύξεις του ΠΑΜΕ. 
Ο μάρτυρας απέκλεισε την εκδοχή ότι το ταξί του το εξέλαβε ο αστυνομικός ως λαθρεμπορικό, διότι στην περίπτωση αυτή, είπε, οι πυροβολισμοί θα ερρίπτοντο στα λάστιχα. Επίσης,είπε ότι τα αυτοκίνητα που έρχονται στη Θεσσαλονίκη από τον Λαγκαδά (από κει κατά τους ισχυρισμούς της αστυνομίας ερχόταν τολαθρεμπορικό αυτοκίνητο), δεν περνάνε καθόλου από το μέρος όπου έγινε η δολοφονική επίθεση.
-ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΥΣ: Σου έκαναν προηγουμένως οι αστυνομικοί κανένα σήμα για να σταματήσεις;
-ΜΑΡΤΥΣ: Όχι! Αν μου έκαναν θα σταματούσα. Άκουσα απευθείας τους πυροβολισμούς και αμέσως ο Στεφούδης μου είπε: "Τρέχα, εμάς πυροβολούν".
-ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ (συνήγορος πολιτικής αγωγής): Μπορούσε ο κατηγορούμενος αν ήθελε, να σε σταματήσει, αντί να πυροβολήσει;
-ΜΑΡΤΥΣ: Πήγαινα τόσο σιγά, λόγω του ανώμαλου δόμου, ώστε το βήμα του αν άνοιγε, θα μα σταμάταγε... 

Εφημερίδες "Η Αυγή", "Το Βήμα", "Μακεδονία" 16-3-1962, 17-3-1962, 20-3-1962


Ο Μόρφης Στεφούδης (όρθιος με το άσπρο πουκάμισο) σε εκδήλωση για το κατέβασμα της σβάστικας από την 
Ακρόπολη. Διακρίνονται επίσης Ιωσήφ Παπαδόπουλος, Χαρίλαος Μπούσιος, Νίκος Τζένας, Τάκης Κελτεμλίδης
Ο φίλος και σύντροφός του Μόρφης Στεφούδης
Για τον Στέφανο Βελδεμίρη αφηγείται ο σύντροφός του στη νεολαία της ΕΔΑ, Μόρφης Στεφούδης:
"Με τον Στέφανο, γνωριστήκαμε την περίοδο 1957-1958 και αμέσως, εκτός από συναγωνιστές και σύντροφοι στη νεολαία, γίναμε αχώριστοι φίλοι. Από την πρώτη κουβέντα που κάναμε, καταλάβαμε ότι είχαμε την ίδια χημεία. Διαπιστώσαμε ότι είχαμε τα ίδια όνειρα για το αριστερό κίνημα, για το κόμμα μας, για τη ναολαία, για την άλη της για τη ζωή, για τους πόθους και τις αγωνίες της.
Σαν να υπήρχε κάποιου είδους τηλεπάθεια μεταξύ μας, κάθε φορά που ζητούσε ο ένας τον άλλο, βρισκόμασταν σε ελάχιστη ώρα.
Ο Στέφανος Βελδεμίρης, ήταν χαρούμενος άνθρωπος, ευγενικός, αμέσως γινόταν πολύ φιλικός με όλους, προσιτός, ευχάριστος και διεισδυτικός, καθαρός στον πολιτικό του λόγο.

Αχτύπητο δίδυμο
Γίναμε ένα αχτύπητο δίδυμο οι δυό μας. Στην πολιτική δράση, ήταν ένας σπάνιος, ένας αναντικατάστατος σύντροφος.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ, όταν τον παρουσίασα και γνώρισε τα παιδιά της οργάνωσης Παναγίας Φανερωμένης, με τον Σπύρο Σακέτα, φοιτητή της Νομικής, τον Παντελή (Λάκη) Μακρή, φοιτητή της Ιατρικής, τον Αλέκο Γκαγκανιάρα, σπουδαστή, τον οικοδόμο Μιχαλάκη κ.α. Η συνεδρίαση έγινε δίπλα στα βυζαντινά τείχη της πόλης, πάνω στο γρασίδι. Πόσο μεστός, ώριμος, καθαρός, ήταν ο λόγος του. Δεν χορταίναμε να τον ακούμε.
Δεν θα ξεχάσω επίσης ποτέ τη συγκέντρωση των νέων εργαζομένων που έγινε την Κυριακή 28 Οκτωβρίου 1958 στο Καραβάν Σαράϊ. Εκεί στεγαζόταν 12 αριστερά σωματεία, αυτά που ο τότε πρόεδρος του Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης (ΕΚΘ) Θεοδώρου (πρόεδρος διαρκώς, με τις ευλογίες του συνδικαλιστικού της Ασφάλειας από το 1945 μέχρι το 1974), τα είχε διώξει από το ΕΚΘ γιατί ήταν αριστερές οι διοικήσεις τους. Εκείνη την εποχή, έπρεπε οι διοικήσεις των σωματείων να υπογράψουν ένα κείμενο, δηλώνοντας ότι υποστηρίζουν τα λεγόμενα «Ελεύθερα Συνδικάτα» και ότι μετά βδελυγμίας αποκηρύσσουν τα … «Ερυθρά Συνδικάτα». Δηλαδή την Παγκόσμια Συνδικαλιστική Ομοσπονδία (ΠΣΟ).
Στο συμβούλιο της Νεολαίας ΕΔΑ Θεσσαλονίκης, αποφασίστηκε τότε να διευρύνουμε την πολιτική και οργανωτική επιρροή και δραστηριότητα στην εργαζόμενη νεολαία. Ένας από τους στόχους που είχαμε βάλει, ήταν η τεχνική σχολή «Ευκλείδης». Εκεί εύρισκες τον μαθητή-σπουδαστή τη νύχτα και εργαζόμενο την ημέρα. Πολιτικά συνειδητοποιημένα παιδιά.


Η συγκέντρωση στο Καραβάν-Σαράϊ
Στη συγκέντρωση στο Καραβάν Σαράϊ, θα ερχόταν για πρώτη φορά, εκτός από άλλους και 15 ασανσερίστες ηλεκτρολόγοι από το εργοστάσιο Σιριόπουλου.
Εκείνη τη μέρα, ήρθαν στη συγκέντρωση, στην οποία ομιλητής θα ήταν ο Στέφανος, πολλά παιδιά. Η συμμετοχή της νεολαίας ήταν πρωτοφανής.
Πριν τη συγκέντρωση, καθώς ήμασταν ακόμη σκόρπιοι, περπατούσαμε έξω από το Καραβάν Σαράϊ, στη γωνία της οδού Βενιζέλου με Ιουστινιανού. Κάποια στιγμή, εμφανίζεται εκεί η Ασφάλεια και στρατιωτικά Τζέημς. Και χωρίς την παρουσία εισαγγελέα ή επίσημη δικαστική εντολή, αρχίζουν τις συλλήψεις. Συλλήψεις αέρα-πατέρα, δηλαδή στο κουτουρού. Όποιος βρισκόταν στο δεξιό πεζοδρόμιο της Βενιζέλου και αριστερό της Ιουστινιανού, συλλαμβάνονταν από το συνδικαλιστικό της Ασφάλειας, επικεφαλής του οποίου ήταν ο ταγματάρχης της Ασφάλειας Γυφτόπουλος.
Γέμισαν τα Τζέημς και όσους πρόλαβαν να πιάσουν, μας πήγαν στα γραφεία της Ειδικής Ασφάλειας, την περιβόητη «υπηρεσία δίωξης κομμουνισμού», που στεγαζόταν τότες στην οδό Ευζώνων, απέναντι από το γαλλικό σχολείο Θεσσαλονίκης, το γνωστό «Λισέ».
Τα κελιά ήταν στο υπόγειο, μας έκλεισαν όλους μέσα και έναν-έναν μας ανέβαζαν στον δεύτερο όροφο για ανάκριση. Οι ασφαλίτες τα είχαν χάσει από τον μεγάλο αριθμό των νέων εργαζομένων που είχαν πάρει μέρος στη συγκέντρωση και δεν ήξεραν πώς να διαχειριστούν την σύλληψή μας.
Η οδός Στέφανου Βελδεμίρη στις Συκιές
«Δεν μπορούν να στοιχειοθετήσουν κατηγορίες»
Μόλις ήρθε από την ανάκριση το πρώτο παιδί, το ρωτάω τι έλεγαν οι ασφαλίτες, τι ζήτησαν κλπ. «Τα έχουν χαμένα γιατί έκαναν συλλήψεις από το δρόμο και όχι από αίθουσα και δεν μπορούν να στοιχειοθετήσουν κατηγορίες», μου λέει. Αμέσως κατάλαβα.
«Ο λύκος στην αντάρα χαίρεται», λέγανε στο χωριό μου. Αμέσως κάνουμε μία μικρή σύσκεψη  με τον Στέφανο και την Ελένη Πελτέκη και συμφωνήσαμε να συμβουλέψουμε τα παιδιά που είχαν πιαστεί από την Ασφάλεια για πρώτη φορά, να λένε ότι δεν πήγαιναν στη συγκέντρωση αλλά σε κάποια δική τους δουλειά ή σε ραντεβού και να αγανακτούν λέγοντας «απορούμε γιατί είμαστε εδώ στην Ασφάλεια». 
Δεν έπρεπε να χτυπηθεί η νεολαία της ΕΔΑ και η δουλειά που κάναμε. Έτσι με το Στέφανο και την Ελένη Πελτέκη μιλήσαμε στα παιδιά και τα συμβουλέψαμε στα κρυφά, καθώς υπήρχε ανάμεσά μας και ένας γνωστός σπιούνος της Ασφάλειας. Και πράγματι, από τα νέα παιδιά δεν πειράχτηκε κανένα και μόνο κρατήθηκαν από την Ασφάλεια ο Στέφανος Βελδεμίρης, η Ελένη Πελτέκη και ο Χρήστος Χριστοδούλου, οι οποίοι την άλλη μέρα οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα και αφέθηκαν ελεύθεροι.
 Την Πρωτομαγιά του 1958 ο Στέφανος Βελδεμίρης κατεβάζει στη συγκέντρωση του Εργατικού Κέντρου Θεσσαλονίκης, σε παράταξη και βηματισμό, κρατώντας πανό, περισσότερους από διακόσιους νέους ΕΔΑίτες. Τα πανό έγραφαν «Δουλειά-Ψωμί- Δημοκρατία», «Δημοκρατία-Ειρήνη-Ελευθερία», «Κάτω τα χέρια από την Κούβα».
Σαν λυσσασμένοι, όρμησαν επάνω τους οι άνθρωποι της εξουσίας και οι παρακρατικοί. Τραμπούκοι από το λιμάνι, κατέβασαν τα πανό και τσάκισαν τα παιδιά στο ξύλο. Για ώρα πολύ τους κυνηγούσαν στα γύρω στενά και τους έδερναν ανελέητα. Πολλούς νεολαίους τους πήγαν τότε μαυρισμένους στα νοσοκομεία.


Το γιγάντιο πανό στον Λευκό Πύργο  
Λίγο αργότερα, όταν ξέσπασε η κρίση της Κούβας, ο Στέφανος μαζί με άλλα παιδιά, τρύπωσαν κρυφά και κρέμασαν από μία πολεμίστρα του Λευκού Πύργου ένα γιγάντιο πανό που έγραφε: «Κάτω τα χέρια από την Κούβα». Το πανό αυτό το είδε και το διάβασε όλη η Θεσσαλονίκη. Μαζί με τον Βελδεμίρη, ήταν πάνω στον Λευκό Πύργο, στο κρέμασμα του πανό, ήταν ο Σπύρος Σακέτας, ο Λάκης Μακρής και ο Αλέκος Γκαγκανιάρας, ενώ από κάτω, σε υποστήριξη του εγχειρήματος ήταν ο Λεωνίδας Δούκας με τον Γιώργο Τσιτσέλα και άλλα παιδιά. 
Όταν το βράδυ ανταμώσαμε, ο Στέφανος γελούσε με την ψυχή του, έτσι που μόνο αυτός ήξερε να γελάει. Είχε μόνιμα κρεμασμένο στα χείλη του ένα αχνό χαμόγελο, το καλύτερο χαμόγελο του κόσμου.
Τον Αύγουστο του 1958, ο Στέφανος ήταν πολύ αγχωμένος, προβληματισμένος, καθώς τον Οκτώβριο θα πηγαίναμε και οι δυο μας στρατιώτες. Μου ζήτησε να μιλήσουμε ιδιαιτέρως. Και όταν το απόγευμα της επόμενης μέρας συναντηθήκαμε, άρχισε να μου λέει για τα πολιτικά του όνειρα για τη ζωή. Την προσωπική του στάση μέσα στο κόμμα, για τη συμφωνία της Βάρκιζας, για την παράδοση των όπλων, για τον Άρη Βελουχιώτη.
Η κουβέντα μας εκείνη, κράτησε πολλές ώρες. Δεν αφήσαμε τίποτα χωρίς να το συζητήσουμε, να το ξεκαθαρίσουμε. Και μετά τη συζήτηση ήταν πολύ χαρούμενος γιατί είχαμε συμφωνήσει σε όλα, καθώς ήθελε να έχουμε την ίδια θέση οι δυο μας, ιδιαίτερα σε ζητήματα πολιτικής και στρατηγικής. Για πρώτη φορά με ενημέρωσε ότι έχει κάνει ένα σχέδιο, για την περίοδο που θα πάμε στο στρατό, σχετικά με το Τάγμα Σκαπανέων στο οποίο θα μας οδηγούσαν. Μου έλεγε για τις δυσκολίες που θα συναντούσαμε ως στρατιώτες, καθώς και οι δυο μας ήμασταν χαρακτηρισμένοι ως «επικίνδυνοι» αριστεροί. Ήταν όμως αποφασισμένος να γίνει η αρχή για την κατάργηση των «Ταγμάτων Σκαπανέων».
Από το μνημόσυνο που οργάνωσε το 1964 η Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη για τον Βελδεμίρη. 
Διαβάζει για τον δολοφονημένο αγωνιστή η Καίτη Τσαρουχά. Δεξιά της ο Νίκος Μυρσίνης και πίσω 
από το παιδί με την κορδέλα, κρατώντας μια ανθοδέσμη ο Σπύρος Κουζινόπουλος
Τα «Τάγματα Σκαπανέων»
Στο σημείο αυτό, διακόπτοντας για λίγο την αφήγηση του Μόρφη Στεφούδη, πρέπει να πούμε ότι στα Τάγματα Σκαπανέων του Κολινδρού Πιερίας και της Εράτυρας Κοζάνης ή αλλιώς «Τάγματα Ορεινών Μεταφορών (ΤΟΜ)» όπως ήταν η πλήρης ονομασία τους, οδηγούνταν  στρατιώτες που το οικογενειακό ιστορικό τους, αλλά και η δική τους δημοκρατική δράση ως πολιτών είχε χαρακτηριστεί ως «επικίνδυνη δια την δημοσίαν ασφάλειαν». Η θητεία στις ειδικότητες των σκαπανέων και των ημιονηγών, των μουλαράδων,  είχε περισσότερο το χαρακτήρα ποινής και απέβλεπε στον ηθικό φρονηματισμό και την αποκήρυξη των πολιτικών ιδεών τους. Τα σώματα του Βασιλικού Ναυτικού, της Βασιλικής Αεροπορίας, οι επίλεκτες μονάδες του Στρατού Ξηράς (τεθωρακισμένα, πυροβολικό, Λ.Ο.Κ. κ.ά.) ήταν επανδρωμένα αποκλειστικά από «εθνικόφρονες» και, στην καλύτερη περίπτωση, από ουδέτερους ή αδιάφορους στρατιώτες.  Το 2ο Τάγμα Κολινδρού, ήταν γνωστό παλιό μετεμφυλιακό στρατόπεδο με προϊστορία βασανιστηρίων και αυτοκτονιών.
Συλλυπητήριο τηλεγράφημα για τη δολοφονία του Στέφανου
από συναδέλφους του που υπηρέτησαν μαζί στον Κολινδρό
Είχε βουίξει ο τόπος για τα βασανιστήρια στα οποία υποβάλλονταν οι αριστεροί στρατιώτες στα δύο αυτά Τάγματα Σκαπανέων και οι σχετικές καταγγελίες έκαναν τότε το γύρο του κόσμου. Μέχρι του σημείου που θορυβημένο το Γενικό Επιτελείο Στρατού, αναγκάστηκε να εκδώσει στις 5 Οκτωβρίου 1961 ανακοίνωση,  επιβεβαιώνοντας την ύπαρξη αυτών των μονάδων ανεπιθύμητων. Καθώς, όπως  ανέφερε:
«Εις τάς ελληνικάς ενόπλους δυνάμεις υπηρετούν όλοι οι Έλληνες άνευ διακρίσεως. Μεταξύ όμως τών καλουμένων και προσερχομένων προς εκπλήρωσιν τών στρατιωτικών υποχρεώσεών των διαπιστούται η ύπαρξις ελαχίστου, ευτυχώς, αριθμού ατόμων, τά οποία έχουν υποστή ιδιαιτέραν διάβρωσιν από αντεθνικήν προπαγάνδαν στρεφομένην κατά τών θεμελίων τού έθνους».
Και το Γ.Ε.Σ., κατέληγε στην ανακοίνωσή του ως εξής:
«Επαναλαμβάνεται κατηγορηματικώς ότι όλαι αι κυκλοφορούσαι ιστορίαι περί ξυλοδαρμών και άλλων κακομεταχειρίσεων αποτελούν καταχθόνια κατασκευάσματα ανθρώπων εμπνευσμένων από τήν προδοσίαν».1
1.     Εφημερίδα Καθημερινή, 5-10-2010

«Ο καλός στρατιώτης Σβέϊκ»
Επιστρέφουμε όμως για να παρακολουθήσουμε τη συνέχεια της αφήγησης του Μόρφη Στεφούδη:
«Το Τάγμα Σκαπανέων Κολινδρού, ήταν ο τόπος που πήγαιναν τους αριστερούς φαντάρους. Και σα να μην έφταναν τα βασανιστήρια στα οποία τους υπέβαλαν, τους ανάγκαζαν να δουλεύουν πάρα πολύ, με στερήσεις, ελάχιστη τροφή, καψόνια και πολύ φυλακή στην πλάτη τους. Φυλακή για «ψύλλου πήδημα» που έπρεπε να την υπηρετήσουν επιπλέον.
Ο Στέφανος βγάζει τότε και μου δείχνει το σατιρικό διήγημα του Γιάροσλαβ Χάσεκ «Ο καλός στρατιώτης Σβέϊκ».
-Το διάβασα, του λέω
-Ίσως δεν το κατάλαβες καλά όπως εγώ, πάρτο και ξαναδιάβασετο, μου απαντά.
Από το βιβλίο αυτό, είχε ξεσηκώσει τρόπους εμπαιγμού των ακροδεξιών εκείνων στρατιωτικών, που ήθελαν να μειώσουν τους δημοκρατικούς στρατιώτες, να τους λυγίσουν, να τους κάνουν να προσκυνήσουν στο αμαρτωλό μετεμφυλιακό σύστημα εξουσίας.
Δεν πέρασαν πολλές μέρες, πλησίαζε η ώρα της κατάταξής μας, όταν μου ήρθε από τη στρατολογία  μία απόφαση που με απάλλασσε των στρατιωτικών υποχρεώσεων ως προστάτη οικογενείας. Με βαριά καρδιά  έδειξα το χαρτί αυτό στον Στέφανο, έτοιμος να βάλω τα κλάματα, καθώς δεν θα πήγαινα φαντάρος και δεν θα ήμασταν μαζί. Εκείνος πήδηξε από τη χαρά του, με αγκάλιασε και μου λέει: «Εσύ θα μείνεις εδώ να παλεύεις και για εμάς που πάμε φαντάροι».
Ο «καλός στρατιώτης Σβέϊκ» Στέφανος Βελδεμίρης παρουσιάστηκε στο στρατό τον Οκτώβρη του 1958 και απολύθηκε τον Οκτώβρη του 1960».

Μία συνέντευξη του Μόρφη Στεφούδη στον Γιώργο Λιάνη
Σχετικά με τα όσα διαδραματίστηκαν εκείνο το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου 1961 που δολοφονήθηκε ο Στέφανος Βελδεμίρης αλλά και τη βαθιά φιλία που τον συνέδεε με τον αδικοχαμένο αγωνιστή, είχε μιλήσει πριν 35 χρόνια ο Μόρφης Στεφούδης, σε μία συνέντευξη που είχε δώσει στον δημοσιογράφο και μετέπειτα βουλευτή και υπουργό Γιώργο Λιάνη. Η συνέντευξη εκείνη είχε δημοσιευθεί στην εφημερίδα «Τα Νέα» στις 7 Απριλίου 1976. Την παραθέτουμε ολόκληρη, καθώς έχει ιδιαίτερη σημασία.
Η συνέντευξη
«Με τον Στέφανο πασχίζαμε για τα ίδια ιδανικά. Ορκίζομαι στη μνήμη του πως θα πω την αλήθεια…»
Με λόγια συγκινημένα και ζεστή καρδιά, άρχισε να μιλάει ο Μόρφης Στεφούδης 39 χρόνων, εργάτης, σύντροφος του Στέφανου Βελδεμίρη, αυτόπτης μάρτυρας του συγκλονιστικού περιστατικού του σκοτωμού του.
Όπως όλοι οι λαϊκοί αγωνιστές της Θεσσαλονίκης, γρήγορα ύψωσε μέσα μου κι αυτός μια εικόνα πολύ περισσότερο ανθρώπινη από τη συνηθισμένη.
«Ήταν η προεκλογική περίοδος του 1961. Ο Στέφανος σας ηλεκτρολόγος, ήταν χρεωμένος από την κομματική πλευρά να φτιάχνει την ηλεκτρική εγκατάσταση σε όλες τις συγκεντρώσεις
Εγώ είχα χρεωθεί δυο τσουβάλια προεκλογικό υλικό που έφτασε λίγο καθυστερημένα. Ο Στέφανος προθυμοποιήθηκε να πάρουμε ένα ταξί και να μοιράσουμε μαζί τις προκηρύξεις. Ξεκινήσαμε από τη Νεάπολη. Κάποια στιγμή καταλήξαμε στην Επτάλοφο.
 Η προτελευταία δεσμίδα έπεσε στην πλατεία της Επταλόφου και μετά πήραμε ένα δρόμο που έβγαζε σε αδιέξοδο.
Στη διασταύρωση των δρόμων Πέραν και Φιλιππουπόλεως, ρίξαμε την τελευταία δεσμίδα που ήταν και η μοιραία…Ακούστηκε ένας ακαθόριστος κρότος, σα να έπεφτε ένα βαρέλι ή σα να χτύπαγε ένα σφυρί. Γυρίσαμε πίσω τα κεφάλια και είδαμε ένα άτομο να κάνει τη χαρακτηριστική κίνηση του πυροβολισμού με περίστροφο.
Ακούστηκε ένας δεύτερος πυροβολισμός και ενστικτώδικα  τράβηξα τον Στέφανο να πέσουμε χαμηλά μέσα στο ταξί. Το κατόρθωσα…Υπάρχει ακόμη και τώρα ένα τρομερό κενό μέσα μου. Δεν μπορώ να καθορίσω αν τον χτύπησε ο πρώτος πυροβολισμός ή ο δεύτερος.
Γύρισα και του είπα: «Οι κοπέλες μας είχαν τύχη απόψε…». Παρατήρησα ότι ο φίλος μου δεν αντιδρούσε. Ήταν πεσμένος και τον είδα για πρώτη φορά. Από τον κρόταφό του κυλούσε αίμα. «Στέφανε, Στέφανε…». Καμιά αντίδραση. Έπεσαν ακόμη δύο πυροβολισμοί και είπα στον οδηγό να τραβήξει για τον Ερυθρό Σταυρό.
Η αρχική απόσταση που μας πυροβόλησε ο περίφημος σκοπευτής της Ασφάλειας Σπύρος Φιλίππου ήταν δέκα μέτρα.
Ο Στέφανος ήταν αναίσθητος. Το πρόσωπό του είχε χαθεί στα αίματα. Πρόσεξα πως μέσα στο δέρμα του ήταν μπηγμένα κομμάτια γυαλί από το τιναγμένο τζάμι του ταξί…
Κοντά στους Άγιους Πάντες, ο Στέφανος συνήλθε για λίγο. Μου ψιθύρισε: «Κράτησέ με γιατί χάνομαι… Βοήθα με, πονάει το κεφάλι μου…». Τον παρηγόρησα. Έβγαλα τα τζάμια από το πρόσωπό του. Ο Στέφανος ψιθύρισε πάλι:

«Χάνομαι»
«Σκοτείνιασε…. Πονάω…». Φτάσαμε στον Ερυθρό Σταυρό. Ο Στέφανος σύρθηκε με όσες δυνάμεις του απέμειναν, ξαφνικά σηκώθηκε, έκανε τρία βήματα και έπεσε… Πρόλαβε να ψελλίσει: «Χάνομαι… Κρατήστε με…»
Ένας γιατρός μου είπε: «Ο φίλος σου έχει δύο τραύματα στο κεφάλι. Είναι πολύ άσχημα…»
Πηγαίνοντάς τον μετά με το νοσοκομειακό στο Λαϊκό Νοσοκομείο τις αισθήσεις του και πάλι. Κουβεντιάσαμε για λίγο. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Ένα μεγαλείο χαρακτήριζε τα λόγια του ετοιμοθάνατου Στέφανου. Ήξερε ότι θα πεθάνει σε λίγο. Με κομμένη την ανάσα έλεγε: «Εγώ χάνομαι. Κοίτα μη σταματήσεις ποτέ αυτό που αρχίσαμε…».
Τον μεταφέραμε με φορείο στο χειρουργείο. Ήταν φθινόπωρο, γλυκιά βραδιά και είδα τον Στέφανο για τελευταία φορά. Ήταν γαλήνιος και σχεδόν χαμογελαστός…
Με πήραν κρατούμενο στην Ασφάλεια. Προσπάθησαν να μας μπλέξουν, λέγοντας ότι πετούσαμε προκηρύξεις με πολύ ενοχοποιητικό περιεχόμενο…
Την άλλη μέρα το πρωί στις έντεκα, ο Στέφανος ξεψύχησε.
-Λιάνης: Τι πιστεύεις, ήταν ένα προμελετημένο έγκλημα;
-Στεφούδης: Στην αρχή δεν το πίστευα. Αλλά όλα τα γεγονότα αυτό αποδεικνύουν. Στο κλίμα της βίας και της τρομοκρατίας θέλαν θύματα. Θέλαν να σκοτώσουν έναν από τους δυο μας.
-Λιάνης: Στο δικαστήριο τι έγινε;
-Στεφούδης: Η αστυνομία προσπάθησε να υποστηρίξει ότι κάναμε λαθρεμπόριο χασίς. Ισχυρίστηκαν πως εκείνη την ώρα, στο χώρο της πλατείας λαθρέμποροι θα άλλαζαν το «πράγμα».
Μετά την αποφυλάκιση του Φιλίππου, η Ασφάλεια προσπάθησε να στηρίξει τον άνθρωπό της. Αλλά ο λαός δεν ξεχνά. Όλοι τον αναγνώριζαν και τον απομόνωναν σε θλιβερή αδιαφορία. Τον διώχναν από τις δουλειές και κατάντησε να γυρίζει από πεζοδρόμιο σε πεζοδρόμιο πουλώντας ψευτοπράγματα…»  


Μαρτυρία Αλέκου Γρίμπα
Τη δική του μαρτυρία καταθέτει ο σύντροφος και συναγωνιστής του Βελδεμίρη στη Νεολαία της ΕΔΑ, Αλέκος Γρίμπας, παραθέτοντας ένα περιστατικό που αποκαλύπτει ότι τα αστυνομικά όργανα της εποχής, ενεργώντας προφανώς κάτω από τις οδηγίες των ανωτέρων τους, πυροβολούσαν όσους έβλεπαν να διασκορπίζουν προεκλογικό υλικό της ΕΔΑ.
Αφηγείται ο Α.Γρίμπας:
Γεώργιος Παπανδρέου, Στέφανος Στεφανόπουλος. Παρά
τον "ανένδοτο αγώνα" είχαν ευθύνες για την εκτροπή
 
«Αποφασίσαμε στην οργάνωση της νεολαίας της ΕΔΑ Θεσσαλονίκης, την Πέμπτη πριν τις εκλογές, να μοιραστεί εκλογικό υλικό στις δυτικές συνοικίες από τον Στέφανο Βελδεμίρη και τον Μόρφη Στεφούδη, και στην Άνω Πόλη από τους φοιτητές Γρέβια, Κοντουδάκη, Τσάκαλη και Γρίμπα.
Νύχτα γεμίσαμε βαθειά τις τσέπες των φθαρμένων σακακιών μας. «Είναι επικίνδυνο να φαίνονται», μας είπε η γραμματέας τότε της φοιτητικής νεολαίας της ΕΔΑ, Καίτη Τσαρουχά.
Ανηφορίσαμε για την Πάνω Πόλη. Το υλικό ήταν λιγοστό, αποφασίσαμε να μην το σκορπάμε στο δρόμο, αλλά να το ρίχνουμε κάτω από τις πόρτες των σπιτιών.
Ο Θανάσης Γρέβιας είχε ξεμακρύνει από την παρέα, οπότε βρέθηκε, όπως μας είπε αργότερα, μπροστά σε έναν μικρόσωμο χωροφύλακα, ο οποίος μέσα στο μισοσκόταδο τον ρώτησε τι προκηρύξεις μοιράζει και κάτι ανέφερε για το όπλο του.
Όπως κατήγγειλε η "Αυγή"
την 1-11-1961, η αστυνομία
περίμενε να περάσουν οι εκλογές
για να ανακοινώσει το όνομα του
δολοφόνου του Βελδεμίρη
Η βροντερή φωνή του γιγαντόσωμου Ηπειρώτη Θανάση, είχε σαν αποτέλεσμα να βάλει το όπλο του ο μικρόσωμος χωροφύλακας στη θήκη του.

Άρχισαν να πέφτουν πυροβολισμοί
Σε λίγο όμως από ένα αυτοκίνητο άρχισαν να πέφτουν πυροβολισμοί εναντίον μας. Με τον πρώτο πυροβολισμό σκορπίσαμε, όπως τα πουλιά με την πρώτη βολή του κυνηγού. Ο Κοντουδάκης, τρέχοντας στον κατήφορο, ‘έπεσε σε έναν ανοιχτό λάκκο με ασβέστη από ένα γιαπί. Εγώ με τον Αντρέα, τον «συγγραφέα» όπως τον λέγαμε, γιατί είχε γράψει, μαθητής ακόμη, ένα βιβλίο «Το Μικρό χωριό της Λίμνης», τρέχαμε στην κατηφόρα, ακούγοντας το μαρσάρισμα του αυτοκινήτου που έκανε στις στροφές, και τους πυροβολισμούς, από την αγωνία και το φόβο. Για να μην θεωρηθεί ότι κάνω τον γενναίο, θυμάμαι ακόμη το σφίξιμο που ένοιωθα στο λαιμό μου και την ενόχληση στο στομάχι μου.
Μπήκαμε σε ένα πλυσταριό ή κοτέτσι, περνώντας την εξώπορτα της αυλής που κατά τύχη ήταν ανοιχτή. Κι εκεί ξεπαγιάσαμε, περιμένοντας να ξημερώσει, οπότε κατηφορίσαμε, καταλήγοντας στο πατσατζίδικο της Εγνατίας «Τρούλος».
Σε λίγο, μάθαμε πως οι τραμπούκοι σκότωσαν το «Γελαστό Παιδί», τον Στέφανο Βελδεμίρη».


Μαρτυρία Γιάννη Τζένα
Για την πολιτική και συνδικαλιστική δραστηριότητα του Στέφανου Βελδεμίρη, μιλάει ο συναγωνιστής και σύντροφος του δολοφονημένου αγωνιστή, Γιάννης Τζένας, στέλεχος των Επαγγελματοβιοτεχνών. Ιδιαίτερα για τη δράση του στην τεχνική σχολή «Ευκλείδης», όπου υπήρξαν συμφοιτητές.
«Ο Στέφανος Βελδεμίρης οργανώθηκε το 1954, σε ηλικία 17 ετών στην ΕΠΟΝ, νεολαία του παράνομου τότε ΚΚΕ.
Το 1955 γράφτηκε στην τεχνική σχολή «Ευκλείδης» στον κλάδο των ηλεκτροτεχνιτών, όπου φοίτησε για τρία χρόνια.
Την εποχή των εκλογών βίας και νοθείας δημιουργήθηκαν και
οι παρακρατικές οργανώσεις που δύο χρόνια αργότερα μετείχαν
στη δολοφονία του βουλευτή Γρηγόρη Λαμπράκη
Πήρε μέρος στην οργάνωση της ΕΠΟΝ του «Ευκλείδη». Ήταν ικανό στέλεχος και ανέπτυξε δράση στον οργανωτικό τομέα. Συνέβαλε σημαντικά στο κτίσιμο πυρήνων στις τάξεις των κλάδων των τεχνικών τμημάτων καθώς και στα τμήματα Εργοδηγών Ανώτερης Τεχνικής Εκπαίδευσης.
Με υπομονή και επιμονή, με τη βοήθεια του παράνομου μηχανισμού του ΚΚΕ, επεκτάθηκε στη δημιουργία κομματικών πυρήνων στη Σχολή Υπομηχανικών Θεσσαλονίκης (Μικρό Πολυτεχνείο) που στεγαζόταν τότε στη ΧΑΝΘ,  στην τεχνική σχολή «Δημόκριτος» και σε νυχτερινά Γυμνάσια της πόλης. Στον «Ευκλείδη» πρωτοστάτησε στους απεργιακούς αγώνες που έγιναν για πρώτη φορά στην Ελλάδα από σπουδαστές κατά τη χρονική περίοδο 1956-1959.
Τα αιτήματα των διεκδικήσεων, από τα οποία πολλά από αυτά αργότερα κερδήθηκαν, ήταν για την αναγνώριση των πτυχίων σπουδών, για την κατοχύρωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων, για το δικαίωμα υπογραφής και μελέτης τεχνικών έργων, για τη δωρεάν Παιδεία, για την έκδοση βιβλίων και συγγραμμάτων τεχνικής εκπαίδευσης, καθώς και για τη δημιουργία σύγχρονων εργαστηρίων στη Σχολή.

Οι κινητοποιήσεις στον «Ευκλείδη»
Στον «Ευκλείδη» σπούδαζαν περισσότεροι από 5.000 σπουδαστές που κάλυπταν 12 παραγωγικές ειδικότητες της Οικονομίας. Οι αγώνες που έγιναν εκείνα τα χρόνια στη Σχολή και στις άλλες τεχνικές σχολές, είχαν τεράστια απήχηση στο Φοιτητικό και Σπουδαστικό κίνημα, καθώς και στην υπόλοιπη νεολαία.
Μάλιστα, είχαν πραγματοποιηθεί μεγάλες πορείες των σπουδαστών προς την Αθήνα, με πρώτη την πορεία της Σχολής Υπομηχανικών Θεσσαλονίκης και σε συνέχεια και από άλλες τεχνικές σχολές από διάφορες πόλεις, όπως  τις Σέρρες, τα Γιάννενα, την Πάτρα κ.α.
Όλο αυτό το Κίνημα οργανώθηκε και καθοδηγήθηκε από τη νεολαία της ΕΠΟΝ της ΕΔΑ και τη Δημοκρατική Νεολαία Λαμπράκη. Εκείνοι οι αγώνες, ήταν η σπίθα που άναψε το φυτίλι για να αναπτυχθεί το φοιτητικό κίνημα για τη διεκδίκηση του 15% της χρηματοδότησης στην Παιδεία.
Η οργάνωση της ΕΠΟΝ του «Ευκλείδη» πήρε μέρος μαζικά στις κινητοποιήσεις και στις συγκεντρώσεις των εργαζομένων, όπου έδινε μάχες το εργατικό και συνδικαλιστικό κίνημα για τη βελτίωση των μισθών, την ιατρική περίθαλψη, τα ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα, το 8ωρο, τον εκδημοκρατισμό του συνδικαλιστικού κινήματος. Πάλεψε ενάντια στους εγκάθετους κυβερνητικούς συνδικαλιστές του Θεοδώρου και Μακρή, που με τη βοήθεια των κυβερνήσεων ήταν ενάντια στον εκδημοκρατισμό της δημόσιας ζωής και την ανάπτυξη αγώνων.
Η οργάνωση της ΕΠΟΝ του «Ευκλείδη», διακινούσε παράνομα την εφημερίδα «Λαϊκή Φωνή» η οποία τυπώνονταν σε πολύγραφο στη Θεσσαλονίκη. Τα στελέχη της πήραν μέρος στα μεγάλα συλλαλητήρια που έγιναν στη Θεσσαλονίκη για τον Κυπριακό Αγώνα.
Ο Στέφανος Βελδεμίρης δεν έλειψε ποτέ από καμία αγωνιστική κινητοποίηση που έγινε εκείνη την εποχή στην πόλη μας. Ήταν τολμηρός και θαρραλέος και δεν δίσταζε να διακηρύσσει τα ιδεολογικά και πολιτικά του πιστεύω. Αφοσιωμένος στις ιδέες του Μαρξισμού-Λενινισμού, πάλευε για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, πίστευε στον θρίαμβο των κομμουνιστικών ιδεών και την επικράτηση της παγκόσμιας ειρήνης….».

Αφηγείται ο αδελφός του Γιώργος Βελδεμίρης
Για τον δολοφονημένο ήρωα, έγραψε μία σημαντική εκτενή μαρτυρία ο αδελφός του, Γιώργος Βελδεμίρης. Δανειζόμαστε εδώ μερικά αποσπάσματα:
«Και να που ήρθε η ώρα να περιγράψω τι γνωρίζω και τι αισθάνομαι για τον Στέφανο. Ο Στέφανος ήταν, είναι, ο αδελφός μου, ο σύντροφός μου. Μα πώς να το κάνω αυτό εγώ, που το μόνο που ξέρω να χειρίζομαι είναι τα εργαλεία της δουλειάς μου, πένσες, κατσαβίδια, όργανα και την πένα τη χρησιμοποιώ μόνο για λογαριασμούς και αναλύσεις τύπων; Πώς να περιγράψω έναν ήρωα που είναι ριζωμένος στην καρδιά μου και σφηνωμένος στο μυαλό μου…
…Ο Στεφανάκος ήταν ένας ασυμβίβαστος αγωνιστής για την εποχή εκείνη, που το έδειχνε καθημερινά στην πράξη, είτε ερχόμενος στα χέρια με τους ασφαλίτες, είτε αποφεύγοντάς τους όταν δεν ήθελε να τον παρακολουθούν. Κάποιες φορές έφευγε μέσα από το σπίτι από τα κεραμίδια ή έρποντας από την πίσω πόρτα. Και όταν είχε κέφια, τους πήγαινε δύο φορές μέχρι την Καλαμαριά με τα πόδια. Ήρθαν στιγμές που οι ασφαλίτες που τον παρακολουθούσαν κουράζονταν και του λέγανε: «Πάμε ρε Στεφανάκο ένα σινεμά, θα σου κάνουμε τα εισιτήρια», για να καθίσουν να ξεκουραστούν.
Ο Στέφανος ήταν ένα αγκάθι στο μάτι της άρχουσας τάξης της εποχής εκείνης. Η δράση του στο κίνημα ήταν σε καθημερινή βάση με τις τεχνικές του γνώσεις, βοηθώντας σε όλες τις συγκεντρώσεις για μεγάφωνα, φωτισμό κλπ. Αλλά και σε πιο πρακτικά καθημερινά ζητήματα, όπως στο μοίρασμα και τη διανομή προεκλογικού υλικού. Με τις πνευματικές του ικανότητες και τις γνώσεις του εμψύχωνε τους συντρόφους του.

Αγαπητός και γλυκομίλητος
Ήταν τρομερά αγαπητός και γλυκομίλητος. Αυτός ο άνθρωπος κατά την άρχουσα τάξη της εποχής έπρεπε να εξαφανιστεί από τον κόσμο.  Και έτσι έγινε, ήξερε συνειδητά τι τον περίμενε. Οι προειδοποιήσεις ήταν σε καθημερινή βάση. Επανειλημμένα καλούσαν τον πατέρα μου για να του επισημάνουν ότι αν δεν συμμαζέψει τον γιό του, δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη «για ότι κι αν συμβεί».
Ο Στέφανος ήταν κομμουνιστής. Είχε βαθειά ιδεολογική πίστη και προσπαθούσε να την κάνει πράξη με τοπυς καθημερινούς του αγώνες. Κομμουνιστής, έγινε στο στρατό, εκεί, στο Τάγμα Ανεπιθύμητων, όπου είχε περίφημους δασκάλους που του εμφύτευσαν τα ιδανικά του κομμουνισμού.
Από την παιδική του ηλικία ο Στέφανος ξεχώριζε. Ήταν πρώτος στις σβούρες, στις μπίλιες και στο τσιλίκι. Αυτός ανέβαινε και στο κλαδί του δέντρου για να ξεσκαλώσει τον αετό που πιάστηκε στα κλαδιά. Υπερασπιζόταν τα παιδιά της γειτονιάς και πολλές φορές ερχόταν στα χέρια με τα παιδιά της απέναντι γειτονιάς, γυρνώντας στο σπίτι πότε με ματωμένο το κεφάλι και άλλοτε με ματωμένη τη μύτη».

Συλλυπητήριο τηλεγράφημα στην οικογένεια Βελδεμίρη
από τον πρόεδρο της ΕΔΑ, Γιάννη Πασαλίδη

Ο Στέφανος της παρέας
Στη συνέχεια ο Γιώργος Βελδεμίρης αναφέρεται στα χρόνια που έκανε ο Στέφανος στο Ναυτικό και την εκδίωξή του από τη ναυτική Σχολή λόγω των πολιτικών φρονημάτων του πατέρα τους. Και συνεχίζει:
«Ο Στέφανος ξαναβγήκε στη βιοπάλη για να συνεχίσει την ηλεκτρολογία και τις σπουδές του στη νυχτερινή σχολή. Τότε πήρε κι εμένα δίπλα του για να μου μάθει την τέχνη, ενώ παράλληλα γράφτηκα και στο νυχτερινό τμήμα του «Ευκλείδη».Το διάστημα εκείνο δημιουργήθηκαν και οι πρώτες οργανώσεις των τεχνικών σχολών.
Εκείνη την εποχή ο Στέφανος γνώρισε τη γυναίκα της ζωής του, την Τασούλα. Η αγάπη τους ήταν πολύ μεγάλη, αλλά δυστυχώς δεν πρόλαβαν να γίνουν οικογένεια. Η Τασούλα πολλά χρόνια μετά τη δολοφονία του Στέφανου παντρεύτηκε, έκανε οικογένεια, όμως ποτέ δεν ξεκρέμασε τη φωτογραφία του Στέφανου πάνω από το κρεβάτι της.
Μετά το Ναυτικό, ο Στέφανος έγινε άντρας. Ο σωματότυπός του τέλειος, η ομορφιά του μεγάλη. Ξαναβρήκε τους παιδικούς του φίλους, κάνανε μία απίθανη παρέα με γλέντια, φάρσες και με κιμπαρλίκι.
Ήταν όλοι για έναν και ένας για όλους. Κανέναν δεν τον φώναζαν με το όνομά του. Ο Γκράγκος, ο Τσικότας, ο Ντελέμπος, ο Γκαγκάνος, ο Μαιταλας, ο Μπαγιαχτάρης, ο Σπέντζος κλπ. Του Στέφανου το παρατσούκλι ήταν «ο Φτώχειας», γιατί δεν μπορούσε να κρατήσει λεφτά στην τσέπη του.
Θυμάμαι μια πλάκα που κάνανε η μισή παρέα στους άλλους μισούς: Η μισή παρέα πήγε για κυνήγι και αφού δεν βρήκε τίποτα να σκοτώσει, σκότωσε μερικές κάργιες. Τις ξεπουπούλιασαν στο βουνό και τις έφεραν στο καφενείο όπου ήταν το στέκι τους. Τις ψήσανε με μπόλικα μπαχαρικά το βράδυ και έγινε ένα γλέντι τρικούβερτο. Φυσικά οι κυνηγοί απέφυγαν να φάνε «κυνήγι».Το τι γέλιο και τι εμετός έπεσε στο τέλος όταν αποκαλύφθηκε τι είδους πουλιά καταναλώθηκαν, δεν λέγετε. Το τσιμπούσι εκείνο έμεινε ιστορικό και όποτε το συζητούσαν αργότερα, τρέχανε τα μάτια τους από τα γέλια.
Ήταν η εποχή του Τζέϊμς Ντιν. Πολλοί τον παρομοίαζαν με τον αμερικάνο ηθοποιό, καθώς οι γκριμάτσες και οι κινήσεις του πότε με σηκωμένο τον γιακά του πουκαμίσου του και πότε με το ύφος, θύμιζαν τον Τζέϊμς Ντιν.

Τα δύσκολα χρόνια στον Κολινδρό
Γρήγορα αυτή η εποχή τελείωσε όταν ξαφνικά του ήρθε χαρτί από τη στρατολογία να παρουσιαστεί, καθώς δεν αναγνωρίζονταν ο χρόνος που έκανε στη Σχολή Ναυτοπαίδων, παρόλο που εκπαιδεύτηκε και στα όπλα.
Για την εποχή της στρατιωτικής του θητείας λίγα πράγματα γνωρίζω. Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι μια μέρα, περασμένα μεσάνυχτα, χτύπησε η πόρτα του σπιτιού μας με έντονο τρόπο. Τρομάξαμε. Ήταν ο Στέφανος με έναν συνάδελφό του σε άθλια κατάσταση. Ένα ψηλό, μελαχρινό παιδί με χοντρούς φακούς στα γυαλιά του. «Τον σακατέψανε στο ξύλο», μας εξήγησε ο Στέφανος. Και μας ανέφερε ότι δραπέτευσαν από το τάγμα ανεπιθύμητων του Κολινδρού για να πάνε στον ιατροδικαστή, να διαπιστώσει τα τραύματά του και να γίνουν οι ανάλογες καταγγελίες. Το πρωί όταν ξυπνήσαμε είχαν εξαφανιστεί. Από ότι μάθαμε αργότερα, καμιά έκθεση δεν έκανε ο ιατροδικαστής και το μόνο που έμεινε, ήταν η τιμωρία τους για τη δραπέτευση από το στρατόπεδο».

«Τους την είχανε στημένη..»
Ο Γιώργος Βελδεμίρης μιλάει αμέσως μετά για την αγωνιστική πορεία του Στέφανου και τις απόψεις του, για να σταθεί ιδιαίτερα στα γεγονότα της δολοφονίας του αδελφού του και στα όσα επακολούθησαν. Ας τον παρακολουθήσουμε:
«Οι εκλογές του 1961 πλησίαζαν, ο Στέφανος είχε εξαφανιστεί από το σπίτι. Οι δραστηριότητές του ήταν τόσες, που δεν του άφηναν περιθώριο για τίποτα άλλο. Περιοδείες, εγκαταστάσεις μεγαφώνων, διανομή προεκλογικού υλικού κλπ.
Στις 26 Οκτωβρίου, ημέρα του Αγίου Δημητρίου, γιόρταζε ένας φίλος μου και είχε γιορτή και γλέντι στο σπίτι του. Ο Στέφανος είχε παραλάβει ένα μεγάλο δέμα με προκηρύξεις που έπρεπε να σκορπιστούν στις δυτικές συνοικίες. Ναύλωσαν ένα ταξί με τον σύντροφό του Μόρφη Στεφούδη  και αφού περάσανε από τις δυτικές συνοικίες Νεάπολη, Σταυρούπολη, Εύοσμο, όταν φτάσανε στην Ξηροκρήνη τους την είχανε στημένη σε μια στροφή.
Ο καλύτερος στο σημάδι από τους χωροφύλακες Σπυρίδων Φιλίππου, ανέλαβε την εκτέλεση του με δύο σφαίρες στο πίσω μέρος του κεφαλιού. Ξεψύχησε λίγο αργότερα στην αγκαλιά του Μόρφη στον Ερυθρό Σταυρό. Τον είχανε εξαφανίσει. Μάταια έψαχνε ο πατέρας μου από νοσοκομείο σε νοσοκομείο για να τον βρει.
Τελικά μας ειδοποίησαν ότι θα τον πάνε στα νεκροταφεία της Ευαγγελίστριας και θα γίνει εκεί η ταφή για να μην υπάρξουν φασαρίες. Το νέο είχε μαθευτεί αστραπιαία. Στο σπίτι ήρθαν εκατοντάδες κόσμου για να δουν τον Στέφανο για τελευταία φορά.
Η αναμνηστική πλάκα που τοποθετήθηκε πρόσφατα από το
δήμο Αμπελοκήπων στο σημείο της δολοφονίας του Στ.Βελδεμίρη
Ξύλο ακόμη και στην κηδεία
Όταν μάθαμε ότι η κηδεία θα γίνει απευθείας στην Ευαγγελίστρια, ξεκινήσαμε ομαδικά για τα νεκροταφεία, φωνάζοντας συνθήματα («η τρομοκρατία δεν θα περάσει», «όχι βία και νοθεία», «ο Στέφανος Ζει». Όταν φτάσαμε από την Εγνατία και περάσαμε την Αγίας Σοφίας, μας περίμενε μια μεγάλη δύναμη της αστυνομίας. Στην κάθετο της Αγίας Σοφίας, μας υποχρέωσαν να μπούμε μέσα στον στενό δρόμο που βγάζει στο πίσω μέρος της εκκλησίας της Αγιά-Σοφιάς. Στην έξοδο μας περίμεναν δεκάδες αστυνομικοί με γκλομπς και αφού μας στόμωσαν από τις δύο πλευρές, άρχισαν να μας χτυπούν με τέτοιο μίσος και άχτι, θαρρείς και φταίγαμε εμείς για τη δολοφονία του Στέφανου. Τελικά αφού μας ξυλοφόρτωσαν μας άφησαν να περάσουμε.
Όταν φτάσαμε στην Ευαγγελίστρια, χιλιάδες κόσμου είχαν κατακλύσει την περιοχή.  Το νέο είχε μαθευτεί, τα συνθήματα και τα κλάματα σου δίνανε ένα παράξενο συναίσθημα. Με αρπάξανε σχεδόν δύο παλληκάρια και σχεδόν σηκωτό, ανοίγοντας δρόμο ανάμεσα στο πλήθος, με πήγανε μέχρι το φέρετρο. Κάποιος σήκωσε το καπάκι.
Ο Στέφανος ήταν μέσα, το πρόσωπό του ήταν ήρεμο και γλυκό σα να έπαιρνε έναν υπνάκο για ξεκούραση, ώστε να συνεχίσει τον αγώνα. Βούρκωσα αλλά δεν έκλαψα. Ίσως ντράπηκα, τον έκανα ένα όρκο από μέσα μου.
Όλος ο κόσμος που ήταν εκεί έκλαιγε μα αναφιλητά. Η μάνα μας και η Τασούλα είχαν βαλαντώσει. Κανείς δεν μπορούσε να την παρηγορήσει. Από κείνη τη μέρα η Μάνα μας δεν έβγαλε τα μαύρα ο΄λυτε το τσεμπέρι από το κεφάλι της. Πήγαινε στα μνήματα και έκλαιγε με τις ώρες. Μέσα σε δύο χρόνια η πενηντάρα γυναίκα έγινε 80, δεν άντεξε τον καημό και τελικά υπέκυψε στην επάρατη αρρώστια……»  

Σε συνθήκες άγριας τρομοκρατίας η κηδεία 
Τα κρατικά όργανα της εποχής, φρόντισαν ώστε ακόμη και η κηδεία του δολοφονημένου παλληκαριού, να γίνει μέσα σε κλίμα άγριας τρομοκρατίας, κάτω από φοβερές πιέσεις της Ασφάλειας αλλά και με την παρουσία στα νεκροταφεία όχι μόνο αστυνομίας αλλά και στρατού!
Να πως περιέγραφε τις συνθήκες που επικράτησαν τότε ο πατέρας του Στέφανου, Σίμος Βελδεμίρης, μιλώντας τον Απρίλιο του 1975 στον τότε ρεπόρτερ της εφημερίδας «Τα Νέα», Γιώργο Λιάνη:
-Γιατί γίναν όλα αυτά;
-Θέλαν με τα μέτρα της τρομοκρατίας που υπήρχε τότε, να σπάσουν το ηθικό των δημοκρατικών ψηφοφόρων. Άλλωστε τα κατάφεραν.
-Πως αντέδρασε ο κόσμος;
-Τι μπορούσε να κάνει ο τρομοκρατημένος κόσμος; Θέλαν να κερδίσουν τις εκλογές και χρησιμοποίησαν εκτός  από τη νοθεία και τη βία μέχρι το τελευταίο της όριο.
-Που πέθανε ο Στέφανος;
- Στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο. Η σφαίρα είχε πειράξει τον εγκέφαλο. Κράταγα τον ορρό του παιδιού μου και το έβλεπα σιγά-σιγά να σβήνει. Μία νοσοκόμα με χίλιες προφυλάξεις μου είπε να πάω στο Κόμμα και να ζητήσω να φέρουν γιατρούς από το εξωτερικό.  Ήταν πολύ αργά. Όσο να γυρίσω στο νοσοκομείο, είχαν μεταφέρει τον Στέφανο στο νεκροτομείο. Εγώ ήθελα να φέρω το παιδί μου στο σπίτι. Η Ασφάλεια δεν άφηνε: «Θα έχουμε και άλλα θύματα», μου λέγαν…
Τελικά τον πήγαν κατ΄ ευθείαν στο νεκροταφείο της Αγίας Παρασκευής. Ο κόσμος από μακριά, οι πιο τολμηροί από κοντά. Ζώσανε το σπίτι μας. Στεφάνια η ΕΔΑ, η Ένωση Κέντρου. Η αγανάκτηση φούντωνε. Μόλις μαθεύτηκε πως ο νεκρός δεν θα τιμηθεί στο σπίτι του, έγινε κοσμοχαλασιά. Όλο το πλήθος με γροθιές και συνθήματα παρ΄ όλο που απαγορεύονταν οι συγκεντρώσεις, τράβηξε προς το νεκροταφείο.
Οι αρχές πανικοβλήθηκαν. Ο υπουργός Βορείου Ελλάδος με θερμοπαρακάλεσε να μην γίνουν επεισόδια. Η ανθρώπινη πομπή, οργισμένη πέρασε τις Συκιές, την Αγίου Δημητρίου και με την κραυγή «δολοφόνοι, δολοφόνοι», έφτασε νύχτα στα νεκροταφεία. Εκεί ήταν πλήθος στρατός και αστυνομία. Είχαν αποκλείσει τις γειτονιές και τα σοκάκια. Δεν άφηναν το πλήθος να πλησιάσει. Μέσα στο παρεκκλήσι που ήταν γεμάτο χαφιέδες, ανάψανε φώτα για να γίνει η τελετή.
Δεν άφησαν να δούμε για τελευταία φορά το Στέφανο. Το φέρετρο το φρουρούσαν άγρυπνα. Θυμάμαι πως κάποιος ανθρωπάκος βρήκε το κουράγιο να τραγουδήσει «επέσατε θύματα…», κι αμέσως ακολούθησαν όλοι και αυτό το τραγούδι σε λίγο αντηχούσε μέσα κι έξω από το νεκροταφείο χωρίς κανείς ασφαλίτης να τολμήσει να μας αγγίξει!» 1.
1.     Εφημερίδα «Τα Νέα», 7 Απριλίου 1976


Γιάννης Ρίτσος: «Ωδή στον Στέφανο Βελδεμίρη»  
Συγκλονισμένος από τη δολοφονία του Στέφανου Βελδεμίρη ο μεγάλος μας ποιητής Γιάννης Ρίτσος, κάθισε και έγραψε μέσα σε λίγες ώρες, την ίδια μέρα της δολοφονίας του, ένα σημαντικό ποίημά του, την "Ωδή στο Στέφανο Βελδεμίρη", που το παραθέτουμε ευθύς αμέσως:

"Στέφανε Ακανθοστέφανε
το ακάνθινο στέφανο
στο μέτωπό σου
πελώριο φωτοστέφανο
στους κροτάφους του σύμπαντος


Στέφανε Ακανθοστέφανε τα ματωμένα εικοσιτέσσερα χρόνια σου
εικοσιτέσσερα απέραντα χρώματα
στον ορίζοντα

Στέφανε Ακανθοστέφανε
έκλαψε η νύχτα όλα τ΄αστέρια της
στο γυμνό σώμα σου
ενώ μες απ΄τα σταυρωμένα χέρια σου
το περιστέρι της νεότητάς σου
έφευγε μεταφέροντας
το άσπρο και ρόδινο στέφανο
για της αυγής το μέτωπο.

Στέφανε Αστέφανε στεφανωμένε της αιωνιότητας
επάνω στο μικρό τραπέζι σου
με το σφυρί, την πένσα και το κατσαβίδι σου
μαδάνε τα πορτοκαλάνθια τους
οι μέρες μας.

Στέφανε Εργατοστέφανε
η πέτσινη τσάντα σου
με τα εργαλεία της δουλειάς σου
και με το περιγιάλι της Θεσσαλονίκης σου
σα μια κουλούρα συρματόσχοινο
στου φεγγαριού το χέρι απόψε κρέμεται,

Και δε φοβόμαστε πια, Στέφανε
μη και κοπεί το φως
μη κι΄ απομείνουμε στη μέση
καθώς διαβάζουμε τον ύμνο της Ελευθερίας
που υπέγραψες με το αίμα σου.

Στέφανε Φωτοστέφανε
με τη γαλάζια φόρμα σου
τη σκάλα της αθανασίας ανέβηκες
κι΄ ορθός με το λαμπρό ατσάλινό σου
μες απ΄ τις σιωπηλές πληγές μας πέρασες
το ασύντριφτο καλώδιο
για το μεθαυριανό
ηλεκτροφωτισμό του κόσμου, Στέφανε.

Αθήνα, 28-10-1961
Γιάννης Ρίτσος

Βιβλιογραφία
* Σπύρος Λιναρδάτος: Από τον Εμφύλιο στη Χούντα (τόμοι Δ - Ε 1961 - 67) Εκδόσεις Παπαζήση, 1986
* Γιάννης Κάτρης, Η γέννηση του νεοφασισμού στην Ελλάδα 1960-1970. Εκδόσεις Παπαζήσης, 1974
* Βίκτωρ Νέτας, Γιάννης Φάτσης, Ερρίκος Μπαρτζινόπουλος: Γεώργιος Παπανδρέου - Οι τελευταίες 561 μέρες του. Εκδόσεις Παπαζήση, 1974
* Ανδρέας Λεντάκης: Παρακρατικές Οργανώσεις και 21η Απριλίου. Εκδόσεις Καστανιώτη, 1975
* Μάριος Νικολινάκος, αντίσταση και αντιπολίτευση 1967 - 1974. Εκδόσεις Ολκός, 1975
* Παύλος Δελαπόρτας, Το σημειωματάριο ενός Πιλάτου. Εκδόσεις Θεμέλιο, 1978
* Παύλος Δελαπόρτας, Το Λιθάρι του Σίσυφου. Εκδοσεις Θεμέλιο, 1981
* Γιάννης Ντεγιάννης: Η Δίκη. Εκδόσεις Γνώση, 1990
* Γιώργος Δαμιανάκος, Ο ΙΔΕΑ έδωσε τη Χούντα. Εκδόσεις Επικαιρότητα, 1995
* Μελετόπουλος Μελέτης: Η δικτατορία των συνταγματαρχών - Κοινωνία, ιδεολογία, οικονομία. Εκδόσεις Παπαζήσης, 1996
* Αλέξης Παπαχελάς: Ο βιασμός της ελληνικής δημοκρατίας: O αμερικανικός παράγων (1947-1967). Εκδόσεις Εστία, 1997
* Βασίλης Ι. Φίλιας, Τα αξέχαστα και τα λησμονημένα. Εκδόσεις Παπαζήσης, 1997
* Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Πώς εφθάσαμεν στην 21η Απριλίου 1967. Ιστορικά Δοκίμια. Εκδόσεις Εστία 1997
* Γεώργιος Ι. Ράλλης: Το ημερολόγιό μου τον καιρό της δικτατορίας. Αθήνα 1997
* Μιχάλης Παπακωνσταντίνου: H ταραγμένη εξαετία (1961-1967). Εκδόσεις Προσκήνιο, 1997-98
* Αντώνης Ρενιέρης: «Η Δίκη της Χούντας. 25 καταθέσεις που έκαψαν τους δικτάτορες». Εφημερίδα «Τα Νέα»,  Ιστορικά, Δημοσιογραφικός Οργανισμός Λαμπράκη Α.Ε., 1998
* Σπύρος Σακελλαρόπουλος: Τα αίτια του απριλιανού πραξικοπήματος. Εκδόσεις Νέα Σύνορα, 1998
* Ζαούσης Αλέξανδρος: Ο εμπαιγμός - 21 Απριλίου 1967 - 24 Ιουλίου 1974. Εκδόσεις Παπαζήσης, 1998
* Γιάννης Βούλτεψης: Υπόθεση Λαμπράκη. Τόμος Πρώτος, Εκδόσεις Παπαζήση, 1966, Τόμος Β, Πρώτη Έκδοση 1963 - 1967, Εκδόσεις Αλκυών, 1998
* Ανδρέας Λεντάκης: Το παρακράτος και η 21η Απριλίου. Εκδόσεις Προσκήνιο 2000
* Καράγιωργας Γιώργος, Από τον ΙΔΕΑ στο πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, Εκδόσεις Ιωλκός, Β' Έκδοση 2003
* Γιώργος Ρωμαίος: «Υπόθεση Λαμπράκη». Περιοδικό Ε Ιστορικά, 22 Ιανουαρίου 2004
* Γιώργος Ρωμαίος: «Παλάτι, Στρατός, Παρακράτος και Αμερικανοί». Περιοδικό Ε Ιστορικά, 4 Αυγούστου 2005
* Ανδρέας Γ. Παπανδρέου: Η Δημοκρατία στο απόσπασμα. Εκδόσεις Λιβάνη, 2006
* Αντώνης Βγόντζας: Ανάμεσα στη μικρή και μεγάλη ιστορία, Εκδόσεις Λιβάνη, 2007
* Φοίβος Οικονομίδης: «Πώς Φτάσαμε στο Πραξικόπημα», Ελευθεροτυπία, 21. 04. 2007
* Κώστας Χορομίδης: «Γιατί δολοφονήθηκε η Αλήθεια». Περιοδικό Ενώπιον, Διμηνιαία Έκδοση του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Νοέμβριος - Δεκέμβριος 2009

1 σχόλιο:

  1. Michael Collins, το «Γελαστό Παιδί» από την Ιρλανδία Brendan Behan, Βασίλης Ρώτας, Μίκης Θεοδωράκης και ο Στέφανος Βελδεμίρης, νεκρός μιας σκοτεινής εποχής
    http://aftercrisisblog.blogspot.gr/2013/12/michael-collins-brendan-behan.html

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.