Τρίτη 25 Ιουνίου 2013

Ένα μελανό σημείο στην ιστορία της Θεσσαλονίκης

Ο εμπρησμός του εβραϊκού συνοικισμού Κάμπελ στις 29 Ιουνίου 1931
Συμπληρώνονται 82 χρόνια από ένα μελανό σημείο στην ιστορία της Θεσσαλονίκης: Τον εμπρησμό, τη νύχτα της 29ης Ιουνίου 1931, του εβραϊκού συνοικισμού Κάμπελ, ως αποτέλεσμα μιας εκστρατείας μίσους κατά του εβραϊκού στοιχείου που είχε εξαπολυθεί στην πρωτεύουσα της ελληνικής Μακεδονίας από τη φασιστική οργάνωση της εποχής «ΕΕΕ».

Η δεκαετία του ΄30 θα σημαδευτεί από την προσπάθεια να παταπνιγεί το ανερχόμενο εργατικό και σοσιαλιστικό κίνημα της εποχής. Και η Θεσσαλονίκη ως γνωστόν, είχε αποτελέσει τη μήτρα για την άνδρωση αυτού του κινήματος, με την οργάνωση «Φεντερασιόν» και την επέκτασή του στη συνέχεια σε όλη τη χώρα.
Για την αντιμετώπιση αυτού του κινήματος, θα κάνει την εμφάνισή του ως αντίπαλο δέος ο  ελληνικός φασισμός, που συγκροτήθηκε σαν ένα μείγμα εθνικισμού, αντισημιτισμού,  αντικομμουνισμού και αντισλαβισμού. Μέχρι το 1928 θα εμφανιστούν στη Θεσσαλονίκη περισσότερες από δέκα αντικομμουνιστικές κι αντισημιτικές συμμορίες, ανάμεσά τους οι «Λεγεώνες Εθνικής Σωτηρίας», η «Αντικομμουνιστική Ένωση η Πατρίς", η «Εθνική Παμφοιτητική Ένωση», ο «Σύλλογος Εθνικιστών Φοιτητών», η «Εθνική Ένωση Ελλάς" (που έγινε γνωστή ως «η τρία έψιλον» ή «οι Χαλυβδόκρανοι»)... Επίσης στη Θεσσαλονίκη εκδίδονται για πρώτη φορά στα ελληνικά τα κατασκευασμένα «Πρωτόκολλα της Σιών», το «ευαγγέλιο» των απανταχού φασιστών αντισημιτών, ενώ η ρατσιστική αντισημιτική προπαγάνδα από κάποιες εφημερίδες, πυροδοτεί το αντιεβραϊκό κλίμα .
Δεν έχουν άδικο όσοι υποστηρίζουν ότι το φασιστικό κίνημα αναπτύχθηκε χάρη στην υπόθαλψη και την ενίσχυσή του από το επίσημο κράτος. Οι αρχηγοί των συμμοριών ήταν «σημαίνοντα πρόσωπα» (τραπεζικοί υπάλληλοι, έμποροι, πρώην στρατιωτικοί...) που είχαν απευθείας επικοινωνία με τις αρχές και τις υπηρεσίες. 
Το κράτος τις χρηματοδοτούσε συστηματικά και δημόσια, αναγνωρίζοντας επίσημα την «εθνικά ωφέλιμη» δράση τους. Συμμετείχαν σε επίσημες τελετές κι εκδηλώσεις. Και φυσικά, επίσημο κράτος και παρακράτος οργάνωναν και συντόνιζαν από κοινού τις κατασταλτικές επιχειρήσεις των δυνάμεων της τάξης, ιδίως σε περιπτώσεις εργατικών κινητοποιήσεων.
Εξάλλου, πέρα από τη δράση των φασιστών, ήταν οι ίδιοι οι κρατικοί μηχανισμοί που μεταλλάσσονταν σε κράτος έκτακτης ανάγκης και στρέφονταν στον μιλιταρισμό και τον ρατσισμό. 
Τον πρώτο τόνο τον έδινε το επίσημο κράτος, το οποίο μετά τη θέσπιση του «Ιδιώνυμου» για τις  διώξεις των κομμουνιστών εργατών, είχε φτάσει μέχρι την πολιτική γκετοποίηση των εβραίων, αναγκάζοντάς τους από το 1928 ψήφιζαν σε ξεχωριστούς εκλογικούς καταλόγους με το επιχείρημα, που είχε διατυπώσει το «Κόμμα Φιλελευθέρων» του Ελευθέριου Βενιζέλου ότι «έως ότου οι εβραίοι αισθανθούν έλληνες, ο διαχωρισμός θα παραμείνει ώστε να προστατεύσει το κράτος τον εαυτό του από μια πιθανή κατάχρηση της ψήφου».

Στις 23 Ιούνη 1931, δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Μακεδονία ένα εμπρηστικό άρθρο του αρχισυντάκτη της, Νίκου Φαρδή, που κατηγορούσε τους αντιπρόσωπους του εβραϊκού αθλητικού και πολιτιστικού συλλόγου «Μακαμπή» ότι συμμετείχαν σε συνάντηση του βουλγαρικού κομιτάτου στην Σόφια, όπου συζητήθηκε η αυτονόμηση της Μακεδονίας. Η κατηγορία ήταν αέρας κοπανιστός, αλλά η δημοσίευση ήταν μια καλά υπολογισμένη προβοκάτσια σε βάρος της εβραϊκής κοινότητας. Την σκυτάλη πήρε η «Εθνική Παμφοιτητική Ένωση» που κυκλοφόρησε την ίδια μέρα εμπρηστική προκήρυξη όπου κατηγορούσε τους εβραίους ότι "ως κομμουνισταί συνεργάζονται μετά των κομιτατζήδων και σκάπτουν τον τάφο της Ελλάδος...», καλούσε «σε άγριον μποϋκοτάρισμα εναντίον των Εβραίων» και έκλεινε καλώντας "εμπρός Έλληνες, αρχίσατε με ενθουσιασμόν τον αγώνα και ετοιμασθήτε δια μεγαλυτέρους αγώνας».
Αποτέλεσμα αυτής της ρατσιστικής εκστρατείας, της οποίας τη σκυτάλη πήραν στη συνέχεια και  οι υπόλοιπες φασιστικές συμμορίες, ήταν τις επόμενες μέρες να ξεκινήσουν επεισόδια που σε ορισμένες περιπτώσεις εξελίχτηκαν σε κανονικές μάχες στα όρια των εβραϊκών συνοικισμών, όπου στήθηκαν οδοφράγματα για αυτοπροστασία. Τα γραφεία της «Μακαμπή» πυρπολήθηκαν, ενώ συναγωγές και καταστήματα πετροβολήθηκαν. Στις 28 Ιούνη αποσπάσματα φασιστών επιτέθηκαν στον εβραϊκό συνοικισμό 151, αλλά οι ντόπιοι τους απώθησαν.
Το επόμενο βράδυ, ένας όχλος περίπου 2.000 φασιστών υπό την καθοδήγηση των ΕΕΕ, επιτέθηκε στον εβραϊκό συνοικισμό Κάμπελ, που βρισκόταν στην περιοχή της σημερινής Κηφισιάς, από την πρώην ταβέρνα «Κρικέλας» και μέχρι περίπου το νοσοκομείο «Άγιος Παύλος». Εκεί, διέμεναν 220 φτωχές εβραϊκές οικογένειες, εγκατεστημένες εκεί μετά την πυρκαγιά του ’17. Οι κάτοικοι φοβισμένοι είχαν κλειστεί στα σπίτια τους, αναγκάστηκαν όμως να τραπούν σε φυγή για να γλιτώσουν όταν οι φασίστες έβαλαν φωτιά στον οικισμό. Επιθέσεις έγιναν και σε άλλες δύο γειτονιές, αλλά εκεί οι κάτοικοι κατάφεραν να τις αποκρούσουν.
Οι επιτιθέμενοι είχαν μαζί τους δοχεία με βενζίνη (κάποια απ’ τα οποία βρέθηκαν την άλλη μέρα στον τόπο της καταστροφής) και σύντομα φλόγες ξεπήδησαν από διάφορες πλευρές του Κάμπελ. 
Ο απολογισμός του εμπρησμού ήταν η αποτέφρωση είκοσι οικημάτων, αφήνοντας άστεγες περίπου εκατό οικογένειες. Ανάμεσά στα καμένα κτίρια ήταν η συναγωγή, το σχολείο και το φαρμακείο. Οι σοβαρότερα τραυματισμένοι κάτοικοι μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο Χιρς, το σημερινό Ιπποκράτειο. Ανάμεσά τους ο Λεωνίδας Παππάς, χριστιανός φούρναρης του συνοικισμού, που χτυπημένος από σφαίρα εξέπνευσε λίγες ώρες αργότερα.
Στις βιαιοπραγίες στο Κάμπελ πήρε μέρος μέχρι και το στρατιωτικό απόσπασμα που είχε σταλθεί δήθεν για να επιβάλλει την τάξη, ενώ πολλοί από τους τραυματίες φασίστες ήταν στρατιωτικοί. Τις επόμενες μέρες οι κάτοικοι τρομαγμένοι εγκατέλειψαν την ρημαγμένη συνοικία κι αναζήτησαν καταφύγιο σε κοινοτικά κτήρια του κέντρου, χωρίς ποτέ να επιστρέψουν στις εστίες τους.
Μετά το πογκρόμ έγινε ολότελα καθαρό στην εβραϊκή κοινότητα, ήδη βαριά χτυπημένη από τις διακρίσεις και την καταστροφική πυρκαγιά του 1917, ότι ήταν παγιδευμένη σε μια απελπιστική κι επικίνδυνη κατάσταση. Για ακόμη μία φορά η προσφυγιά έγινε η μόνη διέξοδος σωτηρίας κι ένα κύμα μετανάστευσης αποψίλωσε ακόμη περισσότερο την κοινότητα. Στην δίκη που έγινε τον επόμενο χρόνο για τον εμπρησμό στο Κάμπελ, όλοι οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν πανηγυρικά, ενώ επιτράπηκε η συνέχιση της λειτουργίας της «ΕΕΕ».
Η ίδια η «ΕΕΕ» δήλωνε δημόσια την ικανοποίησή της επειδή μετά το πογκρόμ αυξήθηκαν τα παραρτήματα και τα μέλη της και συνέχισε ενθαρρυμένη τη δράση της. Τον Απρίλη του 1933 οι θεσσαλονικείς εβραίοι έκλεισαν τα μαγαζιά τους σε εκδήλωση διαμαρτυρίας για τα αντισημιτικά μέτρα της ναζιστικής Γερμανίας και σε απάντηση η «ΕΕΕ» οργάνωσε φασιστική παρέλαση μέσα στην έρημη εμπορική συνοικία, χαιρετίζοντας τον χίτλερ και βάφοντας αγκυλωτούς σταυρούς στους τοίχους. Τον επόμενο μήνα οργάνωσε «την προς τας Αθήνας πορεία» (κακέκτυπο της φασιστικής πορείας του μουσολίνι προς τη Ρώμη) και 3.000 «χαλυβδόκρανοι» κατέβηκαν στην πρωτεύουσα.
Μετά από αυτό η «ΕΕΕ» επιχείρησε να εμφανιστεί ως κόμμα στις εκλογές, όπου όμως καταποντίστηκε με συνέπεια τη διάλυσή της. Αργότερα, στα χρόνια της ναζιστικής Κατοχής, οι περισσότεροι από τους «τριεψιλίτες» πρόσφεραν με το αζημίωτο τις υπηρεσίες τους στους ομόφρονές τους Ναζί ως ταγματασφαλίτες.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.