Αισθητά πεσμένη είναι η
ζήτηση στην αγορά βιβλίων, τα περισσότερα βιβλιοπωλεία αντιμετωπίζουν
σοβαρότατο οικονομικό πρόβλημα, ωστόσο ο αριθμός των τίτλων οι οποίοι θα βγουν
το προσεχές διάστημα στις προθήκες (από τα μέσα Οκτωβρίου μέχρι και το τέλος
του χρόνου) δεν είναι απογοητευτικός.
Οι εκδότες προσπαθούν με
όσες δυνάμεις διαθέτουν να πάνε κόντρα στις πολλαπλές δυσκολίες που έχει
επισωρεύσει η κρίση. Ελληνική και ξένη λογοτεχνία, ιστορικές, πολιτικές,
οικονομικές και κοινωνιολογικές μελέτες, ταξιδιωτικά χρονικά, πολιτικές
μαρτυρίες και αυτοβιογραφικές αφηγήσεις θα είναι οι επιλογές των εκδοτών κατά την
καινούργια περίοδο, σ’ ένα περιβάλλον όπου το κύριο πρόβλημα παραμένουν τα
βιβλιοπωλεία.
Όπως λένε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ( ΑΜΠΕ) πρόσωπα τα οποία είναι σε θέση να γνωρίζουν καλά τις καταστάσεις που επικρατούν την τελευταία διετία στην αγορά, τα εκδοτικά μαγαζιά θα μπορούσαν έχουν ξεφύγει από την ασφυξία, ακόμα και μέσα σε οξυμένες συνθήκες κρίσης, αν υπήρχε κάποια κανονικότητα στις πληρωμές των βιβλιοπωλείων.
Όπως λένε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ( ΑΜΠΕ) πρόσωπα τα οποία είναι σε θέση να γνωρίζουν καλά τις καταστάσεις που επικρατούν την τελευταία διετία στην αγορά, τα εκδοτικά μαγαζιά θα μπορούσαν έχουν ξεφύγει από την ασφυξία, ακόμα και μέσα σε οξυμένες συνθήκες κρίσης, αν υπήρχε κάποια κανονικότητα στις πληρωμές των βιβλιοπωλείων.
Όσα συμβαίνουν παρόλα αυτά στο εκδοτικό
κύκλωμα έχουν οδηγήσει σε φαύλο κύκλο. Τα βιβλιοπωλεία δεν πληρώνουν τους
εκδότες και οι εκδότες αδυνατώντας να προχωρήσουν σε δανεισμό αναγκάζονται να
αποσύρουν από τα βιβλιοπωλεία τους τίτλους τους. Όσο για τους αναγνώστες που
δεν βρίσκουν στο βιβλιοπωλείο αυτό το οποίο αναζητούν, είναι μάλλον απίθανο να
έχουν την υπομονή να το παραγγείλουν με την προοπτική να περάσουν μετά από
μερικές ημέρες για να το πάρουν.
Στις ημέρες μας το βιβλίο
συνιστά εμπορικό προϊόν και οποιαδήποτε χρονοβόρα διαδικασία αποβαίνει με
μαθηματική ακρίβεια εις βάρος του. Ένα επιπλέον ζήτημα είναι η εξαιρετικά
αρνητική ψυχολογία την οποία δημιουργεί η διαρκής φημολογία.
Οι φήμες θέλουν, επί παραδείγματι, εδώ και αρκετό καιρό γνωστά βιβλιοπωλεία και καθιερωμένους εκδοτικούς οίκους να κλείνουν ενώ το γεγονός ότι κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει μέχρι στιγμής πραγματικότητα δεν καταφέρνει να ανατρέψει το αποθαρρυντικό κλίμα και τη γενική κατήφεια. Πώς όμως παρακινούνται κάτω από τέτοιες περιστάσεις οι εκδότες να μη διακόψουν τη δραστηριότητά τους, συνεχίζοντας να τροφοδοτούν την αγορά με νέους τίτλους;
Οι φήμες θέλουν, επί παραδείγματι, εδώ και αρκετό καιρό γνωστά βιβλιοπωλεία και καθιερωμένους εκδοτικούς οίκους να κλείνουν ενώ το γεγονός ότι κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει μέχρι στιγμής πραγματικότητα δεν καταφέρνει να ανατρέψει το αποθαρρυντικό κλίμα και τη γενική κατήφεια. Πώς όμως παρακινούνται κάτω από τέτοιες περιστάσεις οι εκδότες να μη διακόψουν τη δραστηριότητά τους, συνεχίζοντας να τροφοδοτούν την αγορά με νέους τίτλους;
Μια εξήγηση είναι, όπως
εξομολογούνται στο ΑΜΠΕ υπεύθυνοι διαφόρων εκδοτικών οίκων, το ότι έχουν
καταβληθεί ήδη σε ξένες εταιρείες ποσά για την απόκτηση δικαιωμάτων των οποίων
η απεμπόληση τώρα θα αποδεικνυόταν εντελώς ασύμφορη. Μια άλλη ερμηνεία είναι το
ότι οι περισσότεροι εκδότες φοβούνται πως αν ακινητοποιήσουν την παραγωγή, θα
δουν τις πωλήσεις τους να μειώνονται έτι περαιτέρω. Γι αυτό ακόμα κι αν κατά
καιρούς κάποιοι παρουσιάζονται έμπλεοι αμφιβολιών για το αν πρέπει να
προχωρήσουν (η συνήθης σκέψη είναι να τηρήσουν στάση αναμονής), δεν αποφασίζουν
εντέλει, επαναπαυμένοι στους τίτλους που έχουν ήδη τυπώσει, να τα παρατήσουν
και να αποσυρθούν.
Σ’ ένα τόσο περίπλοκο πεδίο, οι έλληνες εκδότες φαίνεται να ποντάρουν σε δύο κατηγορίες βιβλίων: στο ιστορικό, το φιλοσοφικό, το πολιτικό και το οικονομικό δοκίμιο, το οποίο μπορεί να δώσει κάποιες ουσιαστικές απαντήσεις στο αναγνωστικό κοινό για τα ποικίλα δεινά που μαστίζουν την Ελλάδα και την Ευρώπη, και στην ξένη λογοτεχνία, η οποία καλύπτει ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερόντων και διαθέσεων και είχε πάντα στη χώρα μας σημαντική ζήτηση.
Και η ελληνική λογοτεχνία; Τι γίνεται με την ελληνική λογοτεχνία στην οποία οι εκδότες άρχισαν να επενδύουν με μεγάλες προσδοκίες πριν από δεκαπέντε χρόνια; Τα νέα εν προκειμένω δεν μοιάζουν ιδιαιτέρως ευχάριστα αφού η συρρίκνωση θα είναι φέτος κάτι παρά πάνω από εμφανής, με αρκετούς τίτλους να αναβάλουν επ’ αόριστον την έκδοσή τους. Όπως παρατηρούν πάντως στο ΑΜΠΕ παράγοντες του βιβλίου, μια τέτοια τάση έχει και τη θετική της όψη: ο περιορισμός των εγχώριων τίτλων θα επιφέρει μιαν από καιρό αναγκαία διόρθωση, περικόπτοντας των πληθωρισμό των εύκολων επιλογών και κάνοντας την ελληνική λογοτεχνία να στραφεί σε πιο στοχαστικά μονοπάτια.
Σ’ ένα τόσο περίπλοκο πεδίο, οι έλληνες εκδότες φαίνεται να ποντάρουν σε δύο κατηγορίες βιβλίων: στο ιστορικό, το φιλοσοφικό, το πολιτικό και το οικονομικό δοκίμιο, το οποίο μπορεί να δώσει κάποιες ουσιαστικές απαντήσεις στο αναγνωστικό κοινό για τα ποικίλα δεινά που μαστίζουν την Ελλάδα και την Ευρώπη, και στην ξένη λογοτεχνία, η οποία καλύπτει ένα ευρύ φάσμα ενδιαφερόντων και διαθέσεων και είχε πάντα στη χώρα μας σημαντική ζήτηση.
Και η ελληνική λογοτεχνία; Τι γίνεται με την ελληνική λογοτεχνία στην οποία οι εκδότες άρχισαν να επενδύουν με μεγάλες προσδοκίες πριν από δεκαπέντε χρόνια; Τα νέα εν προκειμένω δεν μοιάζουν ιδιαιτέρως ευχάριστα αφού η συρρίκνωση θα είναι φέτος κάτι παρά πάνω από εμφανής, με αρκετούς τίτλους να αναβάλουν επ’ αόριστον την έκδοσή τους. Όπως παρατηρούν πάντως στο ΑΜΠΕ παράγοντες του βιβλίου, μια τέτοια τάση έχει και τη θετική της όψη: ο περιορισμός των εγχώριων τίτλων θα επιφέρει μιαν από καιρό αναγκαία διόρθωση, περικόπτοντας των πληθωρισμό των εύκολων επιλογών και κάνοντας την ελληνική λογοτεχνία να στραφεί σε πιο στοχαστικά μονοπάτια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.