Ο περίεργος θάνατος του ήρωα του αντιδικτατορικού αγώνα, Αλ. Παναγούλη, είχε προκαλέσει έρευνες που έφτασαν τότε μέχρι τη Θεσσαλονίκη για τον εντοπισμό της ύποπτης κόκκινης BMW |
Μάιος 1976. Πριν από 36 και βάλε χρόνια. Η Ελλάδα δεν έχει επουλώσει ακόμη τις
πληγές της παρά την κατάρρευση της επτάχρονης δικτατορίας. Τα σταγονίδια της
χούντας δρουν ακόμη στο στράτευμα. Οι νοσταλγοί του πραξικοπήματος
επεξεργάζονται νέα σχέδια ανωμαλίας, σαν το «κίνημα της πυτζάμας», με συνέπεια
ο τότε πρωθυπουργός Κων. Καραμανλής και οι άλλοι πολιτικοί αρχηγοί κάποια
βράδια να μην κοιμούνται στα σπίτια τους.
Μέσα σε αυτό το κλίμα την Πρωτομαγιά του 1976 βρίσκει τραγικό θάνατο ο ήρωας του αντιδικτατορικού αγώνα Αλέξανδρος Παναγούλης, λίγες ώρες πριν να καταθέσει στη Βουλή τον ογκώδη φάκελο που είχε σχηματίσει, τον περίφημο «φάκελο ΕΣΑ» σχετικά με τις κινήσεις κάποιων στρατιωτικών αλλά και πολιτικών που είχαν παράσχει βοήθεια στη χούντα. Ο θάνατος του «τυραννοκτόνου», όπως είχε αποκληθεί, επειδή είχε αποπειραθεί να εκτελέσει το δικτάτορα Παπαδόπουλο, επισήμως είχε αποδοθεί σε «τροχαίο δυστύχημα».
Όμως η κοινή γνώμη που είχε δει
να χρησιμοποιείται η ίδια δικαιολογία σε όλες τις μεγάλες πολιτικές δολοφονίες,
όπως του Γρηγόρη Λαμπράκη, του στρατηγού Στ. Σαράφη και τόσων άλλων, ήταν
εξαιρετικά δύσπιστη.
Η δυσπιστία εκείνη αυξήθηκε, όταν έγινε γνωστό ότι το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο Αλ. Παναγούλης, πριν να ξεφύγει από την πορεία του στη λεωφόρο Βουλιαγμένης, του είχε κλείσει το δρόμο ένα αυτοκίνητο BMW, ενώ οι σχετικές φήμες επέμεναν ότι στο μπροστινό σημείο του οχήματος αυτού ήταν εμφανή τα σημάδια της πρόσκρουσής του πάνω στο αυτοκίνητο του νεκρού ήρωα της αντίστασης.
Δεν πέρασαν ένα, δύο 24ωρα από το θάνατο του Παναγούλη, όταν στα γραφεία Θεσσαλονίκης της εφημερίδας «Ριζοσπάστης», της οποίας τότε ήμουν ανταποκριτής στη Βόρεια Ελλάδα, μου τηλεφώνησε ο καλός συνάδελφος και φίλος, ακόμη από τα χρόνια της δικτατορίας, Δημήτρης Γουσίδης, προϊστάμενος των γραφείων των εφημερίδων «Το Βήμα» και «Τα Νέα» στη Θεσσαλονίκη, ζητώντας μου να συναντηθούμε εκτάκτως. Του πρότεινα για οικονομία χρόνου να γίνει η συνάντηση αυτή σε ένα από τα δύο γραφεία, δεδομένου ότι ο ΔΟΛ στεγαζόταν στον τρίτο όροφο της οδού Τσιμισκή 71 και ο «Ριζοσπάστης» στον 7ο όροφο της ίδιας πολυκατοικίας. Μου είπε ότι ήταν κάτι πολύ σοβαρό και έπρεπε να το συζητήσουμε κατ’ ιδίαν.
Η δυσπιστία εκείνη αυξήθηκε, όταν έγινε γνωστό ότι το αυτοκίνητο που οδηγούσε ο Αλ. Παναγούλης, πριν να ξεφύγει από την πορεία του στη λεωφόρο Βουλιαγμένης, του είχε κλείσει το δρόμο ένα αυτοκίνητο BMW, ενώ οι σχετικές φήμες επέμεναν ότι στο μπροστινό σημείο του οχήματος αυτού ήταν εμφανή τα σημάδια της πρόσκρουσής του πάνω στο αυτοκίνητο του νεκρού ήρωα της αντίστασης.
Δεν πέρασαν ένα, δύο 24ωρα από το θάνατο του Παναγούλη, όταν στα γραφεία Θεσσαλονίκης της εφημερίδας «Ριζοσπάστης», της οποίας τότε ήμουν ανταποκριτής στη Βόρεια Ελλάδα, μου τηλεφώνησε ο καλός συνάδελφος και φίλος, ακόμη από τα χρόνια της δικτατορίας, Δημήτρης Γουσίδης, προϊστάμενος των γραφείων των εφημερίδων «Το Βήμα» και «Τα Νέα» στη Θεσσαλονίκη, ζητώντας μου να συναντηθούμε εκτάκτως. Του πρότεινα για οικονομία χρόνου να γίνει η συνάντηση αυτή σε ένα από τα δύο γραφεία, δεδομένου ότι ο ΔΟΛ στεγαζόταν στον τρίτο όροφο της οδού Τσιμισκή 71 και ο «Ριζοσπάστης» στον 7ο όροφο της ίδιας πολυκατοικίας. Μου είπε ότι ήταν κάτι πολύ σοβαρό και έπρεπε να το συζητήσουμε κατ’ ιδίαν.
Όταν σε λίγο συναντηθήκαμε σε καφετέρια της περιοχής, μου αποκάλυψε ότι είχε
την πληροφορία από φίλο του πρώην στρατιωτικό πως το αυτοκίνητο που είχε
αναγκάσει τον Παναγούλη να εκτραπεί της πορείας του, βρίσκοντας το θάνατο, μία
κόκκινη BMW, είχε μεταφερθεί στη Θεσσαλονίκη, προκειμένου να διαλυθεί σε
παλιοσίδερα, ώστε να εξαφανιστούν τα ίχνη που πιθανώς υπήρχαν επάνω του. Ζήτησε
να τον βοηθήσω στην εξιχνίαση της υπόθεσης. Και όταν του επισήμανα τις
δυσκολίες, πήρα από τον Δημήτρη Γουσίδη την απάντηση ότι, «αν δεν βρέξεις κ…
δεν βγαίνει το ρεπορτάζ».
Τελικά αξιοποιώντας τις πολύτιμες πληροφορίες κάποιου φίλου τελωνειακού ότι μία
κόκκινη BMW είχε μόλις μεταφερθεί στη μάντρα του ΟΔΔΥ, στις δυτικές συνοικίες,
ψάξαμε, την εντοπίσαμε και όλη τη νύχτα μαζί με τον Δημήτρη Γουσίδη και ακόμη
έναν συνάδελφο από το γραφείο των «Νέων» φυλάγαμε… τσίλιες μην έρθουν και
αποσύρουν το αυτοκίνητο. Και η πρώτη μας δουλειά, μόλις ξημέρωσε, ήταν να πάμε
στην εισαγγελία και να ενημερώσουμε για το ύποπτο αυτοκίνητο. Το οποίο δεν
φάνηκε τελικά να έχει σχέση με το θάνατο του Αλ. Παναγούλη, εμείς όμως ήμασταν
υποχρεωμένοι να ολοκληρώσουμε εκείνο το ρεπορτάζ, για να φτάσουμε στην πλήρη
αλήθεια.
Ο Δ. Γουσίδης και το παγκόσμιο δημοσιογραφικό συνέδριο
Την ίδια επιμονή είχε δείξει ο φίλος μου ο Δημήτρης, όταν εννέα χρόνια αργότερα, το 1985, είχε προτείνει στο διοικητικό συμβούλιο της Ένωσης Συντακτών Μακεδονίας-Θράκης, του οποίου ήταν τότε αντιπρόεδρος κι εγώ ταμίας, να πραγματοποιηθεί στη Θεσσαλονίκη ένα παγκόσμιο δημοσιογραφικό συνέδριο στο πλαίσιο του εορτασμού των 2.300 χρόνων από την ίδρυση της Θεσσαλονίκης.
Το σκεπτικό του Δ. Γουσίδη ήταν απλό: Μέσω του συνεδρίου αυτού θα μπορούσαν να γίνουν ευρύτερα γνωστές η ιστορία, ο πολιτισμός, οι παραδόσεις της περιοχής αλλά και οι προσπάθειες του δημοσιογραφικού κόσμου της Μακεδονίας και της Θράκης. «Να ακουστεί το όνομα της Μακεδονίας μας», έλεγε χαρακτηριστικά. Και πράγματι: Το συνέδριο, που είχε γίνει από 29 Οκτωβρίου έως και 4 Νοεμβρίου 1985 με τη συμμετοχή 150 συνέδρων από 40 χώρες και των πέντε ηπείρων, είχε σημειώσει τεράστια επιτυχία. Και επί μέρες οι εφημερίδες και τα ηλεκτρονικά ΜΜΕ σε όλο τον κόσμο μετέδιδαν τα τηλεγραφήματα των διεθνών πρακτορείων ειδήσεων όχι μόνο για τις εργασίες του συνεδρίου αλλά και για την ελληνική Μακεδονία, την ιστορία και τον πολιτισμό της. Ο σκοπός είχε επιτευχθεί στο ακέραιο.
Η συμβολή του Δ. Γουσίδη στη δημιουργία του ΜΠΕ
Τέλος το ίδιο πείσμα και την ίδια επιμονή είχε δείξει ο Δημήτρης Γουσίδης στο θέμα του Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων (ΜΠΕ), το οποίο δημιουργήθηκε μεν το 1991, για να μεταδίδει σε όλο τον κόσμο τις ελληνικές θέσεις σχετικά με το Μακεδονικό ζήτημα και να προβάλλει περισσότερο τα προβλήματα, τις δυνατότητες και τις επιτυχίες της Βόρειας Ελλάδας, χωρίς όμως η τότε κυβέρνηση Μητσοτάκη, που ήταν τότε στα πράγματα, να διαθέσει οικονομικούς πόρους (ούτε μία δραχμή, καθώς ήμασταν ακόμη στο εθνικό νόμισμα), δίχως προσωπικό και χωρίς μέσα. Ουσιαστικά το Πρακτορείο δεν θα υπήρχε, αν δεν διέθετε έναν χώρο στο πατάρι κτιρίου επί της οδού Αγγελάκη ο τότε πρόεδρος της ΔΕΘ Αλέξανδρος Μπακατσέλος, που είχε οριστεί ως αντιπρόεδρος του δ.σ. του ΜΠΕ, και αν δεν αποσπούσαν δύο διοικητικούς υπαλλήλους το υπουργείο Μακεδονίας-Θράκης και έναν η νομαρχία Θεσσαλονίκης.
Μπροστά στον κίνδυνο να χαθεί η ευκαιρία για τη δημιουργία του ΜΠΕ, ο Δημήτρης Γουσίδης, με τον οποίο ήμασταν μαζί μέλη της εννεαμελούς Εκτελεστικής Επιτροπής του Πρακτορείου, καλεί σε έκτακτη συνεδρίαση τα υπόλοιπα οκτώ μέλη της Επιτροπής, που ήταν γνωστοί δημοσιογράφοι της Θεσσαλονίκης. Κι εκεί διατύπωσε την πρόταση να αναλάβουμε όλοι εκ περιτροπής εθελοντική εργασία, αφιερώνοντας από τις ελεύθερες ώρες μας, προκειμένου να αρχίσει να λειτουργεί στοιχειωδώς το Πρακτορείο. Έτσι και έγινε. Και με την παρότρυνση του Δημήτρη Γουσίδη, τις συμβουλές και τις ιδέες του το Πρακτορείο σιγά, σιγά αναστήθηκε, καθιερώθηκε και για περίπου 20 χρόνια αποτέλεσε πολύτιμο εργαλείο για την προβολή της Βόρειας Ελλάδας, της χώρας γενικότερα.
Αυτός ήταν ο δημοσιογράφος, ο αγωνιστής, ο άνθρωπος Δημήτρης Γουσίδης, που για 40 και πλέον χρόνια με τιμούσε με την αδελφική φιλία του. Καλή του ώρα, όπου κι αν βρίσκεται.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Μακεδονία" την Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2012
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.