Τρίτη 9 Αυγούστου 2011

To μεγάλο "κραχ" στις ΗΠΑ το 1929


Ογδόντα δύο χρόνια μετά το κραχ του ’29, που ξεκίνησε τέτοιες ημέρες, ο κόσμος επίσης βρίσκεται εγκλωβισμένος σε μια νέα οικονομική κρίση. Τότε, όπως πριν από την τρέχουσα κρίση, ο δυτικός κόσμος πίστευε ότι δεν θα ξαναβίωνε συνθήκες οικονομικής στέρησης. Τη δεκαετία του ’20, όμως, όλοι ήθελαν να αποτοξινωθούν από την πικρή εμπειρία του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι καινοτομίες του ραδιοφώνου και του αυτοκινήτου έστελναν το μήνυμα στον μέσο Αμερικανό πολίτη ότι αρχίζει μια νέα εποχή αέναης ευημερίας.

Η νέα γενιά χρηματιστών προσέδιδε πρωτόγνωρη αίγλη στην Γουόλ Στριτ, και πολλοί Αμερικανοί ήθελαν ένα κομμάτι από την πίτα των υπερκερδών. Τα νοικοκυριά της χώρας αγόραζαν με δάνεια οικιακές συσκευές, σπίτια, αυτοκίνητα και μετοχές.
Στο πάρτι συμμετείχε και ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Κάλβιν Κούλιτζ. Το όνομά του βρέθηκε στη λίστα εκλεκτών πελατών της House of Morgan, μαζί με άλλα μέλη του Κογκρέσου και του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ. Ολοι έπαιζαν. Ορισμένοι, όμως, βρίσκονταν σε πλεονεκτικότερη θέση από τους άλλους.

Ανεξέλεγκτες οι τράπεζες
Από το 1921 μέχρι το 1929, ο δείκτης Dow Jones στη Νέα Υόρκη σκαρφάλωσε από τις 60 στις 400 μονάδες, με την αξία των μετοχών να ενισχύεται κατά 218,7%, ποσοστό ισοδύναμο με ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 18%. Στην πορεία βέβαια απεδείχθη ότι οι τράπεζες και οι χρηματιστηριακές τους, στις οποίες δάνειζαν αφειδώς κεφάλαια, λειτουργούσαν μέσα στην αναρχία.
Σε έναν πληθυσμό 125 εκατομμυρίων, λιγότερο από δύο εκατομμύρια πειραματίστηκαν με μετοχές, αλλά οι συνέπειες πολλαπλασιάστηκαν στο κραχ, λόγω μισού εκατομμυρίου λογαριασμών με margin calls, όπου με ένα δολάριο αγόραζαν μετοχές αξίας εννέα δολαρίων. «Οι τράπεζες παρείχαν γενναιόδωρα πιστώσεις στους χρηματιστές τους, και πολλές επιχειρήσεις διοχέτευαν ρευστό. Άλλωστε, πολλά από αυτά τα χρήματα προέρχονταν εξαρχής από το Χρηματιστήριο, δημιουργώντας μια αυτοτροφοδοτούμενη μηχανή χρήματος. Τα δάνεια με margin ισοδυναμούσαν στο ένα πέμπτο της αξίας των μετοχών των εισηγμένων εταιρειών, οικοδομώντας έναν πύργο υπεραξιών σε ασταθές έδαφος», σημειώνει ο Ρεν Τσέρνου της New York Times.
Μια άλλη διάσταση αυτής της βραδυφλεγούς βόμβας ήταν τα investment trusts, πρόγονος των σύγχρονων χρηματιστηριακών κόλπων, όπως το σχέδιο Πόντζι του Μπέρναρντ Μέιντοφ. Μόνον που τότε κανένας δεν οδηγήθηκε στη φυλακή για τη δημιουργία κερδοσκοπικών αλυσίδων, σε αντίθεση με τον κ. Μέιντοφ που εκτίει ποινή 150 ετών. Τα investment trusts ήταν ένα σύμπλεγμα επενδυτικών κεφαλαίων, όπου το ένα απαρτίζονταν από μετοχές ενός άλλου, που και αυτό ήταν μια σύνθεση από μετοχές κάποιου άλλου κ.ο.κ.
Ωστόσο, τα αίτια του κραχ δεν περιορίζονται στα margin calls ή τα investment trusts, που φαίνονται απλούστατα μπροστά σε περίπλοκα επενδυτικά προϊόντα, όπως τα ομόλογα δανείων που προκάλεσαν την τελευταία διετία αιμορραγία στο χρηματοπιστωτικό σύστημα ή τα περιθωριακά hedge funds. Αν και οι επενδυτές αισθάνονταν προστατευμένοι από τη δημιουργία της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ, το 1913 δεν υπήρχε ούτε καν η προσχηματική ύπαρξη μιας Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ούτε βέβαια μιας υπηρεσίας που να εγγυάται τις καταθέσεις των πολιτών. Τον Μάρτιο του 1929, όταν άρχισε να γίνονται αισθητοί οι πρώτοι τριγμοί στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, οι τραπεζίτες αγνόησαν την προειδοποίηση της Fed για συγκράτηση των δανείων που χορηγούσαν στους χρηματιστές τους. Ενας από τους ισχυρότερους, ο Τσαρλς Μίτσελ, διευθύνων σύμβουλος της National City Bank -η οποία αργότερα εξελίχθηκε σε Citibank- «ανταποκρίθηκε» στο αίτημα της Fed, παρέχοντας πιστώσεις 25 εκατ. δολαρίων για τη στήριξη της αγοράς.

14 εκατομμύρια άνεργοι
Στρατιές ανέργων έξω από τα γραφεία εργασίας
Από τη Μαύρη Πέμπτη της 24ης Οκτωβρίου του 1929, ο δείκτης Dow Jones παραδόθηκε σε μια σταθερή πτωτική πορεία, παρά το ότι ο Μίτσελ, ο Αλμπερτ Βίγκιν της Chase National Bank και ο Τόμας Λαμάντ της House of Morgan δέσμευσαν ακόμη 240 εκατ. δολάρια για τη διάσωση των μετοχών από ελεύθερη πτώση. Μάταια, όμως. Εκείνη την ημέρα, ο δείκτης Dow Jones υποχώρησε 9%, με τον όγκο των συναλλαγών να είναι τριπλάσιος από το πρώτο εννεάμηνο του ιδίου έτους, καθώς οι επενδυτές αποχωρούσαν πανικόβλητοι από την αγορά. Την εβδομάδα που ακολούθησε υπολογίζεται ότι χάθηκαν 30 δισ. δολάρια. Στο τέλος, πολλοί δεν είχαν χάσει μόνον όλες τις οικονομίες τους, αλλά χρωστούσαν στους χρηματιστές τους, και κατ’ επέκταση στις τράπεζες.
Από το 1929 μέχρι το 1932, οι μετοχές στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης είχαν απολέσει το 73% της αξίας τους. Το 1930, εννέα εκατομμύρια λογαριασμοί αποταμιεύσεων εκμηδενίστηκαν και 85.000 επιχειρήσεις κήρυξαν πτώχευση. Μέχρι το 1932, οι άνεργοι έφθαναν τα 14 εκατομμύρια. Η εποχή της ξεγνοιασιάς είχε τελειώσει, και θα χρειαζόταν ένας ακόμη παγκόσμιας πόλεμος για να ανασύρει τις ΗΠΑ και τον υπόλοιπο κόσμο από την ύφεση.

Σωτήρια η παρέμβαση του κράτους
Μια από τις διαφορές μεταξύ του κραχ του ’29 και της χρηματοπιστωτικής κρίσης που ξέσπασε προ διετίας και επιμένει μέχρι σήμερα είναι το μέγεθος των θυμάτων που προκάλεσε στον κλάδο. Υπολογίζεται ότι μετά το κραχ του ’29, περίπου 11.000 από τα 25.000 χρηματοπιστωτικά ιδρύματα των ΗΠΑ έβαλαν λουκέτο, αλλά αυτά που οδηγήθηκαν σε κατάρρευση δεν ήταν όμιλοι που έπαιζαν κομβικό ρόλο στο σύστημα. Από το 2008, όμως, μέχρι σήμερα κολοσσοί όπως η Citigroup και η Bank of America παραμένουν υπό την κηδεμονία του κράτους. Η Merrill Lynch δεν θα επιβίωνε εάν δεν απορροφούνταν από την Bank of America, η οποία την εξαγόρασε αντί 50 δισ. δολαρίων τον περασμένο Σεπτέμβριο, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας που διερευνάται από τις δικαστικές αρχές της Νέας Υόρκης και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Η Bear Stearns, ύστερα από μια 85ετή πορεία, εξαγοράστηκε από την J.P. Morgan Chase αντί του ευτελούς ποσού των 2 δολαρίων ανά μετοχή. Ας μην λησμονούμε, βεβαίως, την περίπτωση της American International Group, η οποία κρατικοποιήθηκε από το ομοσπονδιακό κράτος των ΗΠΑ με 85 δισ. δολάρια των Αμερικανών φορολογουμένων. Aνάλογη τύχη είχαν οι δύο μεγαλύτερες στεγαστικές εταιρείες των ΗΠΑ, Fannie Mae και Freddie Mac.

Επιστροφή στο ’30
Στην ουρά για ένα καρβέλι ψωμί...
Ο Φραγκλίνος Ρούζβελτ, πρόεδρος των ΗΠΑ από το 1933 μέχρι το 1945, είχε πει το 1934 ότι ο τραπεζικός κλάδος πολέμησε μέχρι τελικής πτώσεως τη νομοθεσία Γκλας-Στίγκαλ (Glass-Steagall), η οποία έθετε αυστηρές διαχωριστικές γραμμές μεταξύ εμπορικών και επενδυτικών τραπεζών. Οι τράπεζες δεν θα μπορούσαν να διαθέτουν χρηματιστηριακές μονάδες και οι επενδυτικές εταιρείες δεν θα μπορούσαν να στηρίζονται σε κεφάλαια από καταθέσεις πελατών. Ο διαχωρισμός αυτός καταργήθηκε, επισήμως, προ δεκαετίας, με την επικύρωση της νομοθεσίας για τον εκσυγχρονισμό των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, η οποία θεωρείται ότι είναι ένας από τους υπαίτιους της τρέχουσας κρίσης που έχει οδηγήσει σε απώλειες 1,6 τρισ. δολαρίων, παγκοσμίως.


Οι επιπτώσεις του «Κραχ» στις ΗΠΑ σε αριθμούς:
§  14.000.000 έμειναν άνεργοι. 
§  12.000 έχαναν τη δουλειά τους κάθε μέρα.
§  20.000 επιχειρήσεις κήρυξαν πτώχευση.
§  1616 τράπεζες πτώχευσαν.
§  1 στους 20 γεωργούς ξεσπιτώθηκαν.
§  23.000 αυτοκτονίες σημειώθηκαν σ' ένα χρόνο, αριθμός ρεκόρ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.